Ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας 2,2% το 2023 και 1,9% το 2024 προβλέπει ο ΟΟΣΑ στην εξαμηνιαία έκθεσή του (economic outlook) που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα. Εν τω μεταξύ, αύξηση 2,1% σημείωσε το ΑΕΠ το α’ τρίμηνο εφέτος σύμφωνα με ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ.
Τετάρτη 7 Ιουνίου 2023, 11:15 / Τελευταία Ενημέρωση: 13:15
Η ανάπτυξη παραμένει ισχυρή παρά τους μετωπικούς ανέμους, σημειώνει η έκθεση, με τις επενδύσεις παγίου κεφαλαίου να αναμένεται να αυξηθούν κατά 8,9% καθώς εντείνεται η υλοποίησή τους στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Η έκθεση αναφέρει ότι στο τελευταίο τρίμηνο του 2022 και στις αρχές του 2023, η πραγματική κατανάλωση συνέχισε να αυξάνεται, αντανακλώντας την ισχυρή αύξηση της απασχόλησης, ενώ για την ανεργία προβλέπεται ότι θα μειωθεί από 12,4% πέρυσι στο 11,2% εφέτος και περαιτέρω στο 10,4% το 2024. Η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να αυξηθεί φέτος λιγότερο από το 2022 (1,7% έναντι 8%) λόγω της μείωσης της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών από τον πληθωρισμό.
Για τον εναρμονισμένο δείκτη πληθωρισμού, ο ΟΟΣΑ σημειώνει ότι μειώνεται από τον Σεπτέμβριο του 2022 αλλά έχει αποκτήσει ευρύτερη βάση. Προβλέπει ότι θα μειωθεί από το 9,3% πέρυσι στο 3,9% εφέτος και περαιτέρω στο 3,2% το 2024, ενώ ο δομικός πληθωρισμός – που δεν περιλαμβάνει τις τιμές της ενέργειας, των τροφίμων, του αλκοόλ και του καπνού – αναμένεται να αυξηθεί από 4,6% πέρυσι στο 5,5% εφέτος, για να μειωθεί στο 3,3% το 2024. Οι τιμές για το ρεύμα, το φυσικό αέριο και τη θέρμανση μειώθηκαν τον Απρίλιο κατά 27,9% από το υψηλό επίπεδο του περασμένου Σεπτεμβρίου.
Οι συνεχιζόμενες ελλείψεις σε εργατικό δυναμικό συμβάλλουν στην αύξηση των μισθών, σημειώνει ο ΟΟΣΑ, προσθέτοντας ότι ο ρυθμός αύξησής τους έχει επιταχυνθεί και ότι τον Απρίλιο ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε 9,4% μετά από αυξήσεις περίπου 10% στο πρώτο εξάμηνο του 2022.
Η επίτευξη και διατήρηση της προγραμματισμένης από την κυβέρνηση επιστροφής σε πρωτογενή πλεονάσματα – σχεδόν στο 1% του ΑΕΠ φέτος και στο 2% το 2024 – θα βοηθήσει την Ελλάδα να διαχειρισθεί τις πληθωριστικές πιέσεις και να αποκτήσει την επενδυτική βαθμίδα, αναφέρει η έκθεση. Το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης προβλέπεται να μειωθεί από 2,5% του ΑΕΠ πέρυσι στο 1,5% φέτος και περαιτέρω στο 1,3% το 2024.
Το δημόσιο χρέος θα συνεχίσει να μειώνεται από 170,7% του ΑΕΠ πέρυσι στο 163,4% φέτος και το 157,9% το 2024. Η έκθεση αναφέρεται και στη μείωση των spreads των ελληνικών 10ετών ομολόγων σε σχέση με τα αντίστοιχα γερμανικά κοντά στις 130 μονάδες βάσης στα τέλη Μαΐου από τα υψηλά επίπεδα του Οκτωβρίου 2022.
Η χρήση των όποιων μη προβλεπόμενων εσόδων ή χαμηλότερων δαπανών για τη μείωση του δημόσιου χρέους αντί για την αύξηση των μεταβιβάσεων θα βοηθούσε στη μείωση των πληθωριστικών πιέσεων και την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας, σημειώνει ο Οργανισμός.
Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί στο 9,5% εφέτος και το 8,7% το 2024.
Η περαιτέρω αύξηση των ποσοστών απασχόλησης, ιδιαίτερα των γυναικών και των νέων, θα βοηθούσε στην αντιμετώπιση των ελλείψεων εργατικού δυναμικού, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Η προώθηση της χρήσης της γονικής άδειας και ευέλικτων εργασιακών συμφωνιών και η επέκταση των διευκολύνσεων για τη φροντίδα των παιδιών θα μπορούσε να βελτιώσει τα ποσοστά απασχόλησης των γυναικών και των νέων, αναφέρει.
Ο ΟΟΣΑ σημειώνει ότι ο κίνδυνος δημιουργίας νέων κόκκινων δανείων λόγω των υψηλότερων επιτοκίων περιορίζεται από τη συμφωνία των ελληνικών τραπεζών να παγώσουν τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων έως τον Απρίλιο του 2024 καθώς και από το σχετικά υψηλό ποσοστό των πρόσφατων δανείων με σταθερό επιτόκιο.
Η παγκόσμια οικονομία
Για την παγκόσμια οικονομία, ο ΟΟΣΑ σημειώνει ότι οδεύει προς ανάκαμψη αλλά θα είναι μακρύς ο δρόμος για την επίτευξη ισχυρής και διατηρήσιμης ανάπτυξης. Η μείωση των τιμών ενέργειας και του γενικού πληθωρισμού, η χαλάρωση της στενότητας στην προσφορά και η επανεκκίνηση της κινεζικής οικονομίας, σε συνδυασμό με την ισχυρή απασχόληση και τη σχετική οικονομική αντοχή των νοικοκυριών, συμβάλλουν σε μία προβλεπόμενη ανάκαμψη, η οποία θα είναι ωστόσο αδύναμη με βάση τα δεδομένα του παρελθόντος.
Προβλέπει ανάπτυξη 2,7% της παγκόσμιας οικονομίας το 2023 και 2,9% το 2024, ρυθμοί αρκετά χαμηλότεροι από τον μέσο ρυθμό ανάπτυξης στη δεκαετία πριν από την πανδημία.
Ο πληθωρισμός για τις οικονομίες της G20 προβλέπεται να μειωθεί από 7,8% το 2022 στο 6,1% το 2023 και το 4,7% το 2024, με τη βοήθεια της μείωσης των τιμών ενέργειας και τροφίμων, τον μετριασμό των πιέσεων από την πλευρά της ζήτησης και μικρότερων στενοτήτων από την πλευρά της προσφοράς.
Αύξηση 2,1% σημείωσε το ΑΕΠ το α’ τρίμηνο εφέτος ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ
Αύξηση 2,1% σημείωσε το ΑΕΠ το α’ τρίμηνο εφέτος σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2022, ενώ σε σχέση με το δ’ τρίμηνο πέρυσι καταγράφηκε μείωση 0,1%.
Σημειώνεται ότι στο Πρόγραμμα Σταθερότητας που έχει κατατεθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπεται ανάπτυξη της οικονομίας κατά 2,3% για το σύνολο του τρέχοντος έτους.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ και τους τριμηνιαίους εθνικούς λογαριασμούς, η αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,1% προήλθε από τα εξής:
*Η συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη παρουσίασε αύξηση 2,3% (η κατανάλωση των νοικοκυριών αυξήθηκε 2,9% και αυτή της Γενικής Κυβέρνησης 1,4%).
*Οι ιδιωτικές επενδύσεις (ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου) αυξήθηκαν 8,2%.
*Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν αύξηση 8,9% (οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν 10,6%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν 6,2%).
*Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν αύξηση 5,6% (οι εισαγωγές αγαθών αυξήθηκαν 3,2% και οι εισαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν 12,7%).
Ενώ, το α’ τρίμηνο εφέτος σε σχέση με το δ’ τρίμηνο πέρυσι, η μείωση του ΑΕΠ οφείλεται στα εξής:
*Η συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη αυξήθηκε 1,4% (η κατανάλωση των νοικοκυριών αυξήθηκε 1,4% και εκείνη της Γενικής Κυβέρνησης 2,1%).
*Οι ιδιωτικές επενδύσεις (ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου) μειώθηκαν 1%.
*Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν αύξηση 5,7% (οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν 9,5%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν 4,5%).
*Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν μείωση 5,1% (οι εισαγωγές αγαθών μειώθηκαν 5%, ενώ οι εισαγωγές υπηρεσιών μειώθηκαν 5,5%).
Όπως επισημαίνει επίσης η ΕΛΣΤΑΤ, τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν σήμερα για το α’ τρίμηνο αναμένεται να αναθεωρηθούν, όταν καταρτιστούν και ανακοινωθούν τα προσωρινά στοιχεία για το β’ τρίμηνο με βάση επικαιροποιημένα πρωτογενή στοιχεία που θα έχουν, σε εκείνον το χρόνο, καταστεί διαθέσιμα (π.χ. τριμηνιαίοι μη χρηματοοικονομικοί λογαριασμοί Γενικής Κυβέρνησης, στοιχεία Γενικής Κυβέρνησης για τις κρατικές επιδοτήσεις για την ενέργεια, βραχυχρόνιοι δείκτες, στοιχεία απασχόλησης, κ.λπ.).