Ευρωπαίοι αστρονόμοι ανακάλυψαν τον καυτό εξωπλανήτη Gliese 486b, μία υπέρ-Γη γύρω από το κοντινό άστρο Gliese 486, έναν ερυθρό νάνο μικρότερο και πιο ψυχρό από τον Ήλιο, σε απόσταση μόνο 26,3 ετών φωτός από τον δικό μας πλανήτη, με θερμοκρασία επιφάνειάς γύρω στους 430 βαθμούς Κελσίου. Ο βραχώδης εξωπλανήτης, ο τρίτος πλησιέστερος που έχει βρεθεί έως τώρα, θεωρείται ιδανικός, σύμφωνα με τους επιστήμονες, λόγω της εγγύτητάς του για την αναζήτηση ατμόσφαιρας σε αυτόν, αν και λόγω της υψηλής θερμοκρασίας του είναι απίθανη η ύπαρξη φιλικών συνθηκών για την ανάπτυξη ζωής.
Οι ερευνητές της ισπανο-γερμανικής κοινοπραξίας CARMENES, με επικεφαλής τον πλανητικό επιστήμονα Τρίφον Τριφόνοφ του γερμανικού Ινστιτούτου Αστρονομίας Μαξ Πλανκ στη Χαϊδελβέργη, έκαναν τις παρατηρήσεις τους με διάφορα επίγεια και διαστημικά τηλεσκόπια και τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Science».
«Ο Gliese 486b δεν μπορεί να είναι κατοικήσιμος, τουλάχιστον όχι με τον τρόπο που γνωρίζουμε εδώ στη Γη. Δεν είναι, πάντως, αρκετά καυτός για να αποτελεί έναν κόσμο λάβας και μόνο, αλλά η θερμοκρασία του τον καθιστά κατάλληλο για τη μελέτη μίας πιθανής ατμόσφαιρας», δήλωσε ο Τριφόνοφ.
Ο Gliese 486b, ίσως, έχει κρατήσει ένα μέρος της αρχικής ατμόσφαιράς του και στην κατάξερη επιφάνειά του μπορεί να υπάρχουν πολλά ηφαίστεια και να ρέουν κάποια ποτάμια λάβας. Ο εξωπλανήτης εκτιμάται ότι χρειάζεται μόνο μιάμιση μέρα για μία πλήρη περιφορά πέριξ του άστρου του (αυτή είναι η διάρκεια του έτους του), σε απόσταση 2,5 εκατομμύρια χιλιόμετρα από αυτό.
Είναι σχεδόν 30% μεγαλύτερος από τη Γη, καθώς η ακτίνα του είναι περίπου 1,3 φορές μεγαλύτερη, ενώ η μάζα του είναι σχεδόν τριπλάσια (2,8 φορές μεγαλύτερη). Η θερμοκρασία της επιφάνειάς του είναι γύρω στους 430 βαθμούς Κελσίου, λίγο χαμηλότερη της Αφροδίτης, ενώ ένας άνθρωπος στην επιφάνειά του θα αισθανόταν μία βαρύτητα 70% ισχυρότερη από τη γήινη.
«Αν ο πλανήτης ήταν 100 βαθμούς πιο καυτός, όλη η επιφάνειά του θα ήταν λάβα. Η ατμόσφαιρά του θα αποτελείτο από εξαερωμένα πετρώματα», ανέφερε ο αστροφυσικός Χοσέ Καμπαλέρο του ισπανικού Κέντρου Αστροβιολογίας.
Κατά τις τελευταίες δυόμισι δεκαετίες οι αστρονόμοι έχουν ανακαλύψει περισσότερους από 4.300 εξωπλανήτες, βραχώδεις και μη, από τους οποίους λίγοι έχουν ομοιότητες με τη Γη. Η μεγάλη πρόκληση αναφορικά με τους «γήινους» εξωπλανήτες είναι η χημική ανάλυση μίας πιθανής ατμόσφαιράς τους, κάτι που αναμένεται να καταστεί εφικτό με το υπό εκτόξευση -φέτος- μεγάλο αμερικανικό διαστημικό τηλεσκόπιο James Webb της NASA και το μελλοντικό υπό κατασκευή Υπερβολικά Μεγάλο Τηλεσκόπιο (ELT) στη Χιλή.
Η μελέτη της ατμόσφαιρας του Gliese 486b «μπορεί να τον μετατρέψει στη “στήλη της Ροζέτας” της εξωπλανητολογίας, τουλάχιστον όσον αφορά τους πλανήτες σαν τη Γη», σημείωσε ο Καμπαλέρο, αναφερόμενος στην ανακάλυψη μίας επιγραφής το 1799 που είχε βοηθήσει τους αρχαιολόγους να μεταφράσουν τα αιγυπτιακά ιερογλυφικά για πρώτη φορά.
«Όταν το τηλεσκόπιο James Webb τεθεί σε λειτουργία, σχεδιάζουμε παρατηρήσεις του Gliese 486b. Αισιοδοξούμε ότι σε περίπου δυόμισι έως τρία χρόνια μπορεί να ξέρουμε εάν αυτός ο πλανήτης έχει ατμόσφαιρα ή όχι και, αν ναι, ποια είναι η σύνθεσή της», τόνισε ο Τριφόνοφ.