Τη βαρύνουσα σημασία της απευθείας αεροπορικής σύνδεσης μεταξύ Ελλάδας και Λιβύης, και κατ’επέκταση μεταξύ Λιβύης και Ευρώπης, μετά από διακοπή οκτώ ετών, που έχει ήδη δρομολογήσει η χώρα μας με προκήρυξη που “τρέχει” από την Αρχή Πολιτικής Αεροπορίας από τις 9 Ιουνίου και προβλεπόμενη ανακοίνωση της παραχώρησης των σχετικών δικαιωμάτων τις πρώτες μέρες του Ιουλίου, τονίζει ο υφυπουργός Εξωτερικών για την Οικονομική Διπλωματία και την Εξωστρέφεια Κώστας Φραγκογιάννης σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων και τη δημοσιογράφο Σοφία Αραβοπούλου.
Ο κ. Φραγκογιάννης μιλά επίσης για τις οικονομικές σχέσεις που αναπτύχθηκαν περαιτέρω το τελευταίο διάστημα ανοίγοντας νέες προοπτικές με το Ισραήλ, τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Ειδικότερα για το Ισραήλ εκτιμά ότι το πρόσφατο ταξίδι του “προσέφερε ακόμα μια ψήφο εμπιστοσύνης στην Ελλάδα, ως αξιόπιστου συνομιλητή και ασφαλούς επενδυτικού προορισμού”. Επισημαίνει την άριστη και συστηματική συνεργασία που έχει αναπτυχθεί με τον “αξιόπιστο συνομιλητή και φίλο πλέον” Σαουδάραβα υπουργό Επενδύσεων Khalid Al Faleh” με οδικό χάρτη που έχουν συγκεκριμενοποιήσει οι δύο πρόσφατες αμφίδρομες επιχειρηματικές αποστολές σε Ριάντ και Αθήνα.
Αναφέρεται, επίσης, λεπτομερώς στην “κοινή επιθυμία” Αθήνας-Ντουμπάι “να προσδώσουμε ακόμα μεγαλύτερο βάθος στην πραγματικά στρατηγική εταιρική μας σχέση”. Γεγονός που αποδεικνύεται εμπράκτως και από τη διήμερη επίσκεψη την προσεχή Τετάρτη στην Αθήνα του υπουργού Βιομηχανίας και Προηγμένης Τεχνολογίας των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων Dr Sultan Al Jaber, ο οποίος και θα εγκαινιάσει το Ελληνο-Εμιρατινό επιχειρηματικό φόρουμ με τη συμμετοχή δεκάδων εμιρατινών επιχειρήσεων από τον τουρισμό, την ενέργεια, την αγροτοβιομηχανία, την υγεία και φαρμακοβιομηχανία, τις μεταφορές και υποδομές, τη διαχείριση αποβλήτων.
Τέλος, ο υφυπουργός Εξωτερικών δίνει μία συνολική εικόνα για το πώς και πού βαδίζει η χώρα μας στον καίριο τομέα της Οικονομικής Διπλωματίας, των στρατηγικών επενδύσεων, και τις άμεσες περαιτέρω προοπτικές του. Στο πλαίσιο αυτό εκφράζει την αισιοδοξία του ότι “θα φτάσουμε τον στόχο που έχουμε θέσει για αύξηση των ‘Αμεσων Ξένων Επενδύσεων στο 4% του ΑΕΠ μέχρι το 2023 – από το 1,8% που ήταν το 2019 – και ότι θα μπορούμε σύντομα να θέτουμε και ακόμα πιο φιλόδοξους στόχους”.