Για τη Βαρσοβία, η σύνδεση του κράτους δικαίου με τα ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι απαράδεκτη, λέει ο Πολωνός υπουργός Άμυνας
Για την Πολωνία, η σύνδεση του κράτους δικαίου με τα κεφάλαια της ΕΕ είναι απαράδεκτη, δήλωσε σήμερα ο πολωνός υπουργός Άμυνας Μάριους Μπλάζακ, επαναλαμβάνοντας τη θέση της χώρας του καθώς η Πολωνία και η Ουγγαρία επιμένουν στο βέτο τους στον προϋπολογισμό της ΕΕ και στο ταμείο ανάκαμψης από τον κορονοϊό.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται ένα σινιάλο από την Πολωνία και την Ουγγαρία ότι θα αποσύρουν το βέτο τους στον προϋπολογισμό της ΕΕ και στο ταμείο ανάκαμψης, διαφορετικά η ένωση θα πρέπει να στήσει το ταμείο αυτό χωρίς τα δύο κράτη μέλη, δήλωσε χθες, Δευτέρα, ένας ανώτερος ευρωπαίος διπλωμάτης.
«Ο μηχανισμός των προϋποθέσεων στην τωρινή μορφή του είναι απαράδεκτος για την Πολωνία», δήλωσε ο Μπλάζακ μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα του δημόσιου ραδιοσταθμού Polskie Radio.
Αμετακίνητες Βουδαπέστη και Βαρσοβία στο βέτο
Η Ουγγαρία και η Πολωνία διατηρούν το βέτο τους ενάντια στην υιοθέτηση του προϋπολογισμού της ΕΕ για το 2021-2027 και του Ταμείου Ανάκαμψης, δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών της Ουγγαρίας, Πέτερ Σζιτζάρτο, μετά από συνάντησή του με τον Πολωνό ομόλογό του στις Βρυξέλλες.
“Επιβεβαιώσαμε ότι στεκόμαστε ο ένας στο πλευρό του άλλου”, δήλωσε ο Ούγγρος ΥΠΕΞ σε ένα βίντεο που κοινοποίησε στο Facebook. “Δεν θα δώσουμε χώρο σε καμία προσπάθεια που αποσκοπεί στη διάλυση αυτής της συνεργασίας.”
Ο υφυπουργός Εξωτερικών της Πολωνίας, Πάβελ Γιαμπλόνσκι ανέφερε στον ιδιωτικό ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό Polsat News ότι ούτε η χώρα του αλλάζει τη στάση της.
“… Ο πρωθυπουργός κατέστησε ιδιαίτερα σαφές ότι δεν θα συμφωνήσουμε σε καμία λύση που δεν θα εγγυάται τον σεβασμό των δικαιωμάτων μας, δεν θα μας προσφέρει μια εγγύηση ότι είμαστε ασφαλείς, ότι τα δικαιώματα που ορίζονται στη συνθήκη της ΕΕ τηρούνται”, είπε.
“Εάν υπάρξει μια συμφωνία που εγγυάται αυτά τα δικαιώματα, τότε θα συμφωνήσουμε. Το βέτο είναι ένα εργαλείο”, συνέχισε.
Πρωθυπουργός Πολωνίας Ματέους Μοραβιέτσκι:Το βέτο προστατεύει από την κηδεμονία των Βρυξελλών
Ο πρωθυπουργός της Πολωνίας Ματέους Μοραβιέτσκι εξέφρασε την υποψία πριν από τη Σύνοδο κορυφής των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης την Πέμπτη και την Παρασκευή ότι ο μηχανισμός του κράτους δικαίου αποσκοπεί στη μη ενεργοποίηση του Ταμείου ανάκαμψης και στην κηδεμονία των Βρυξελλών
Η προσπάθεια εισαγωγής του μηχανισμού (ελέγχου των αρχών) του κράτους δικαίου στη διαδικασία κατανομής των κονδυλίων του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρά το βέτο της Ουγγαρίας και της Πολωνίας «θα μπορούσε να είναι ένα παιχνίδι που παίζουν ορισμένοι εμπλεκόμενοι, ώστε το ευρωπαϊκό Ταμείο ανάκαμψης να μην ενεργοποιηθεί. Μήπως οι παίκτες αυτού του παιχνιδιού οι οποίοι είναι στην πραγματικότητα οι μεγαλύτεροι ωφελημένοι της κοινής εσωτερικής αγοράς, δεν έχουν καμία διάθεση να πληρώνουν στο κοινό Ταμείο;», γράφει ο πολιτικός του κυβερνώντος εθνικο-λαϊκιστικού κόμματος «Νόμος και Δικαιοσύνη» (PiS) σε άρθρο του το οποίο φιλοξενείται στο αυριανό φύλλο της οικονομικής εφημερίδας «Handelsblatt».
Πριν από τον αποφασιστικό γύρο για τον μελλοντικό προϋπολογισμό της ΕΕ και το Ταμείο ανάκαμψης της ΕΕ, ύψους 750 δισεκατομμυρίων ευρώ, ο πρωθυπουργός της Πολωνίας εγείρει σοβαρές κατηγορίες εναντίον των μεγάλων χωρών της ΕΕ. Το βέτο της Πολωνίας και της Ουγγαρίας το υπερασπίζεται ο Μοραβιέτσκι ως «βαλβίδα ασφαλείας χωρίς την οποία δεν μπορεί να υπάρξει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Εξυπηρετεί την αναζήτηση ενός συμβιβασμού και προστατεύει τους πιο αδύναμους από την κηδεμονία των σημερινών ισχυρών», συνεχίζει.
Ταυτόχρονα, ο Πολωνός πρωθυπουργός αναζητά συμμάχους για τη στάση του, υποστηρίζοντας ότι «αρχικά θα μπορούσε η Πολωνία να επηρεαστεί από τις περικοπές χρηματοδότησης από την ΕΕ λόγω φερόμενων παραβιάσεων του κράτους δικαίου. Μετά, όμως, θα μπορεί να πλήξει κάθε άλλο κράτος της ΕΕ εάν δεν είναι έτοιμο να υποκύψει στη βούληση των Βρυξελλών. Ο επιδιωκόμενος μηχανισμός (ελέγχου των αρχών του) κράτους δικαίου είναι ένα μέσο αυθαιρεσίας, τον οποίο αποφάσισαν σημαντικά λιγότερο δημοκρατικά νομιμοποιημένοι θεσμοί από τα εθνικά κοινοβούλια», τονίζει στο άρθρο του.
Πηγή: Handelsblatt