Εβδομάδα αποφάσεων σε ό,τι αφορά την επαναλειτουργία της κοινωνικής και οικονομικής ζωής ξεκίνησε σήμερα για την Γερμανία, καθώς η κυβέρνηση, όπως έχει ήδη προαναγγείλει, αρχίζει αύριο την διαβούλευση σχετικά με τον χρόνο έναρξης της χαλάρωσης των μέτρων για τον κορονοϊό, αλλά κυρίως με τους όρους και τις προϋποθέσεις για την – μερική, έστω – άρση των περιορισμών. Ο δημόσιος διάλογος έχει ήδη ξεκινήσει και αναμένεται ιδιαίτερα έντονος.
Στην τελευταία δημόσια παρέμβασή της, την προηγούμενη Πέμπτη, η Καγκελάριος ‘Αγγελα Μέρκελ τόνισε ότι βάση για τις αποφάσεις που θα ληφθούν θα αποτελέσει η έκθεση της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών «Leopoldina», η οποία, όπως είχε υπογραμμίσει η κυρία Μέρκελ, εκπονήθηκε όχι μόνο από γιατρούς και βιολόγους, αλλά και από ψυχολόγους, νομικούς και κοινωνιολόγους, προκειμένου να ληφθούν υπ’ όψιν όλες οι παράμετροι της ζωής των πολιτών.
Σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες, 26 επιστήμονες της Leopoldina, σε 19 σελίδες, προβλέπουν πρακτικά μέτρα για την σταδιακή επαναλειτουργία της χώρας, «ζυγίζοντας» ιατρικά, οικονομικά, κοινωνιολογικά και νομικά δεδομένα. Κοινή συνισταμένη των πρακτικών που προτείνονται είναι η αυστηρή τήρηση όρων ασφαλείας και κανόνων υγιεινής και η εκτεταμένη χρήση προστατευτικής μάσκας. Οι συντάκτες της έκθεσης περιγράφουν τις προτάσεις τους σε λεπτομέρειες, αλλά αφήνουν μάλλον ασαφή τον χρόνο έναρξης της εφαρμογής τους. «Σύντομα», είναι ο όρος που χρησιμοποιούν και η κυβέρνηση θα πρέπει από την πλευρά της να συνεκτιμήσει τους υγειονομικούς και οικονομικούς κινδύνους, αλλά και τα μέσα που διαθέτει. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά το περιοδικό «Der Spiegel», τις αποφάσεις θα λάβει η πολιτική ηγεσία, «θα πρέπει όμως πρώτα να έχει λύσει ένα πρακτικό ζήτημα. Τις μάσκες που θα χρειαστούν. Και δεν πρόκειται για εκατομμύρια, αλλά για δισεκατομμύρια», αναφέρει χαρακτηριστικά το περιοδικό. Δικαίως, αφού στην έκθεση αναφέρεται ότι «όλοι οι πολίτες θα πρέπει να έχουν μαζί τους μάσκα και να την φορούν οπουδήποτε δεν τηρείται η ελάχιστη απόσταση», όπως στα σούπερ μάρκετ ή στα γραφεία και σίγουρα στα Μαζικά Μέσα Μεταφοράς.
Οι επιστήμονες – ανάμεσά τους ο επικεφαλής της Επιτροπής των «Σοφών» της οικονομίας Λαρς Φελντ, η καθηγήτρια Ηθικής Κλαούντια Βίσμαν και ο καθηγητής Φιλοσοφίας του Δικαίου Ράινχαρντ Μέρκελ – τονίζουν ότι «είναι σημαντικό να αναπτυχθούν κριτήρια και στρατηγικές για μια σταδιακή επιστροφή στην ομαλότητα, πέρα από τους έντονους περιορισμούς των θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως η ελεύθερη κυκλοφορία». Σύμφωνα με τον Πρόεδρο της Ακαδημίας και επικεφαλής του Ινστιτούτου «Μαξ Πλανκ» Γκέραλντ Χάουγκ, «στόχος ήταν να υιοθετήσουμε μια ήρεμη και ισορροπημένη στάση σε ένα περιβάλλον αναστάτωσης, αλλά να δείξουμε στους πολίτες και μια αισιόδοξη προοπτική – η κορυφαία προτεραιότητα είναι η προστασία της υγείας και ο βασικός κανόνας είναι να συνεχίσουν να τηρούνται οι αποστάσεις και τα μέτρα υγιεινής».
Οι ακαδημαϊκοί επισημαίνουν μεταξύ άλλων ότι «η βέλτιστη προστασία της υγείας και η όσο το δυνατόν συντομότερη επανέναρξη της μέχρι τώρα ευρέως ακινητοποιημένης κοινωνικής ζωής δεν είναι κατ’ ανάγκη αντικρουόμενες, αλλά αλληλοεξαρτώμενες έννοιες» και τονίζουν ότι τα δραστικά μέτρα που ελήφθησαν στην αρχική φάση της πανδημίας ήταν επιβεβλημένα, ακόμη και χωρίς πλήρη επιστημονικά στοιχεία.
Τώρα όμως, όπως τονίζει η Ακαδημία, πρέπει να διερευνηθεί η μόλυνση και η κατάσταση της ανοσίας του πληθυσμού και να υπάρχει απάντηση στο ερώτημα πόσοι έχουν μολυνθεί και πόσοι έχουν θεραπευτεί. Προτείνει μάλιστα η πανδημία να παρακολουθείται, εάν είναι δυνατόν, σε «πραγματικό χρόνο» και οι προβλέψεις να αφορούν μία έως δύο εβδομάδες, προκειμένου να εκτιμάται εάν ο αριθμός των κρουσμάτων παραμένει διαχειρίσιμος ή εάν χρειάζεται αναπροσαρμογή των μέτρων. Σε αυτό το σημείο οι ακαδημαϊκοί ασκούν μάλιστα κριτική για το γεγονός ότι δεν υπάρχει ήδη αυτή η δυνατότητα και ειδικά ψηφιακά και σε εθνικό επίπεδο και εκτιμούν ως εξαιρετικά χρήσιμες τις εφαρμογές «έξυπνων» κινητών τηλεφώνων, κυρίως στην προσπάθεια ιχνηλάτησης των επαφών των κρουσμάτων. Η χρήση των εφαρμογών θα βοηθούσε στην παρακολούθηση του ποιος είχε έρθει σε επαφή με κάποιο κρούσμα ώστε να τεθεί σε καραντίνα, εξηγούν.
Σχολεία
Η Ακαδημία εισηγείται την επαναλειτουργία των σχολείων «όσο το δυνατόν συντομότερα», καθώς εκτιμά ότι η διδασκαλία από το σπίτι θα επιδεινώσει τις ήδη υπάρχουσες κοινωνικές ανισότητες στην εκπαίδευση. Προτείνουν μάλιστα να ξεκινήσουν με τις μεγαλύτερες τάξεις του Δημοτικού και μόνο με τα μαθήματα Γερμανικών και Μαθηματικών, με όχι περισσότερα από 15 παιδιά ανά τάξη και με υποχρεωτική την χρήση μάσκας. Οι μαθητές θα πρέπει και στο διάλειμμα να βγαίνουν εκ περιτροπής.
Για την επόμενη βαθμίδα και τα μεγαλύτερα παιδιά, οι επιστήμονες προτείνουν την περαιτέρω αξιοποίηση των ψηφιακών μέσων, αλλά τονίζουν την ανάγκη να μην διαταραχθεί το πρόγραμμα των απολυτηρίων εξετάσεων. Στο πανεπιστήμιο, το εξάμηνο προτείνεται να ολοκληρωθεί με διαδικασίες απομακρυσμένης διδασκαλίας. Τα νηπιαγωγεία διευκρινίζεται ότι δεν θα πρέπει ακόμη να επαναλειτουργήσουν τουλάχιστον μέχρι τις θερινές διακοπές, καθώς εκεί τα παιδιά δεν μπορούν να τηρήσουν επαρκώς τους κανόνες υγιεινής και μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο τους γονείς ή τους παππούδες και τις γιαγιάδες τους.
Εξετάζοντας και τα συνταγματικά ζητήματα που τίθενται από την παρατεταμένη επιβολή περιορισμών, η Leopoldina σημειώνει ότι, εφόσον ο αριθμός νέων κρουσμάτων παρέμενε σταθερά σε χαμηλά επίπεδα και οι ασθενείς του κορονοϊού, αλλά και όλοι οι υπόλοιποι, θα μπορούσαν να έχουν την απαιτούμενη περίθαλψη, τίποτα δεν θα εμπόδιζε την εξομάλυνση της δημόσιας ζωής, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι θα τηρούνταν οι κανόνες ασφάλειας και υγιεινής. Μεταξύ των επιχειρήσεων που θα μπορούσαν να επαναλειτουργήσουν είναι αυτές του λιανικού εμπορίου και της εστίασης, αναφέρει η έκθεση.
Καλλιτεχνικά και αθλητικά γεγονότα
Η Leopoldina τονίζει ότι όταν ξαναρχίσει η διεξαγωγή τέτοιων εκδηλώσεων, θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι οι θεατές θα είναι μόνο τόσοι όσοι απαιτούνται προκειμένου να τηρηθούν οι ενδεδειγμένες αποστάσεις. Σε κανονική λειτουργία, αυτοί οι χώροι θα μπορούν να τεθούν μόνο όταν θα υπάρχει εμβόλιο κατά του κορονοϊού, επισημαίνεται.
Οικονομικά μέτρα
Σε ό,τι αφορά τις οικονομικές πολιτικές που πρέπει να εφαρμοστούν για την αντιμετώπιση της κρίσης που προκάλεσε η πανδημία, η Ακαδημία ζητά σειρά φορολογικών ελαφρύνσεων με στόχο την βραχυπρόθεσμη αναζωογόνηση της οικονομίας. Μεταξύ των μέτρων που προτείνει είναι και η κατάργηση του φόρου αλληλεγγύης, όχι μόνο για τα χαμηλότερα εισοδήματα, όπως προβλεπόταν, αλλά για όλα. Σε αυτό το σημείο αναμένεται η αντίδραση του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) που μέχρι τώρα απέρριπτε σταθερά το σχετικό αίτημα των Χριστιανοδημοκρατών (CDU).
Η Leopoldina εισηγείται ακόμη να μην εγκαταλειφθούν οι στόχοι για την προστασία του περιβάλλοντος και του κλίματος. Αντιθέτως, «είναι σκόπιμο η οικονομία να επανέλθει σε τροχιά ανάπτυξης, αλλά με γνώμονα τις αρχές της βιωσιμότητας, καθώς υπάρχει εκεί τεράστια δυναμική για οικονομική ανάπτυξη», αναφέρει η έκθεση, αντικρούοντας ουσιαστικά τις φωνές από τον κόσμο των επιχειρήσεων, αλλά και από το CDU, υπέρ της εγκατάλειψης των «πράσινων στόχων» προκειμένου να ξεπεραστεί γρηγορότερα η επικείμενη ύφεση της οικονομίας.
Σε ό,τι αφορά την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, οι ακαδημαϊκοί εκτιμούν ότι οι χώρες που πλήττονται θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε φθηνά δάνεια και ενισχύσεις από την ΕΚΤ και τον ΕΜΣ, αλλά δεν κάνουν κάποια αναφορά σε «κορονο-ομόλογα».
Ψυχολογικός παράγων
Οι ερευνητές της Ακαδημίας προειδοποιούν κατά της ενδεχόμενης υποτίμησης των συνεπειών από τον περιορισμό της κοινωνικής ζωής των πολιτών – τόσο στην ψυχική όσο και στην σωματική υγεία τους. «Αυτές είναι τεράστιες», αναφέρουν χαρακτηριστικά και τονίζουν ότι θα πρέπει η πολιτεία να φροντίσει να επικοινωνήσει και την προοπτική εξόδου από την κρίση, προκειμένου να περιορίσει το ψυχολογικό βάρος των ανθρώπων. Σε αυτό το σημείο μάλιστα, οι συντάκτες της έκθεσης εμφανίζονται επικριτικοί έναντι της μέχρι τώρα διαχείρισης από την κυβέρνηση.
Αντιδράσεις
Σε ανάλογο ύφος με την Εθνική Ακαδημία Επιστημών τοποθετούνται και οι πέντε «Σοφοί» της γερμανικής οικονομίας. Με άρθρο τους στην Frankfurter Allgemeine Sonntagszeitung, τάσσονται κατά του ενδεχομένου κάποιοι κλάδοι να παραμείνουν απολύτως κλειστοί και θεωρούν ότι «η πολιτική οφείλει να θέσει σαφείς κανόνες προκειμένου να επιβραδυνθεί η εξάπλωση του κορονοϊού και να αποφευχθεί η υπερφόρτωση του συστήματος υγείας», ενώ τονίζουν ότι οι επιχειρήσεις μπορούν να επαναλειτουργήσουν εφόσον θα τηρούνται οι όροι που θα τεθούν.
Το Γερμανικό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο (DIHK) ζητά από την πλευρά του επιπλέον ελαφρύνσεις για τις επιχειρήσεις που πλήττονται από την πανδημία. Ο Πρόεδρος Έρικ Σβάιτσερ εισηγήθηκε μεταξύ άλλων την επίσπευση της επιστροφής φόρου, κυρίως για εταιρίες που απασχολούν μέχρι δέκα εργαζόμενους, κάνοντας λόγο για «λίγη καλή θέληση που μπορεί να δώσει ρευστότητα σε κάποιους που την χρειάζονται επειγόντως».
Τα κρατίδια
Η Καγκελάριος θα προεδρεύσει αύριο του «μίνι» υπουργικού συμβουλίου κορονοϊού, στο οποίο συμμετέχουν μεταξύ άλλων οι υπουργοί Υγείας, Οικονομικών και Οικονομίας, για μια πρώτη αξιολόγηση της κατάστασης και των προτάσεων της Leopoldina. Την Τετάρτη θα έχει τηλεδιάσκεψη με τους 16 Πρωθυπουργούς των ομόσπονδων κρατιδίων, προκειμένου να συντονιστούν οι μελλοντικές αποφάσεις.
Από τους πρώτους που τοποθετήθηκαν ήταν ο πρωθυπουργός της Βόρειας Ρηνανίας – Βεστφαλίας ‘Αρμιν Λάσετ, ο οποίος ζήτησε έναν «οδικό χάρτη» εξόδου, που, όπως είπε, θα εξακολουθήσει να βασίζεται σε αυστηρούς περιορισμούς. «Χρειαζόμαστε έναν οδικό χάρτη που θα μας δείχνει τον δρόμο προς μια υπεύθυνη κανονικότητα», δήλωσε ο κ. Λάσετ και πρόσθεσε ότι, «με πολλά μικρά βήματα», είναι εφικτό να μπούμε σε μια νέα φάση, με λειτουργία σχολείων, πανεπιστημίων και λιανικού εμπορίου, όπως πρότεινε ομάδα εμπειρογνωμόνων του κρατιδίου.
Υπέρ της σταδιακής χαλάρωσης των περιορισμών τάχθηκε εμμέσως και ο Πρωθυπουργός της Βαυαρίας Μάρκους Σέντερ, επισημαίνοντας ότι τα μέτρα λειτουργούν και ότι σιγά σιγά ο κορονοϊός τίθεται υπό έλεγχο. Προειδοποίησε ωστόσο για τον κίνδυνο πρόωρης χαλάρωσης των μέτρων. «Ζητώ την κατανόηση όλων. Δεν θα κάνουμε πειράματα με την υγεία μας. Δεν θα διακινδυνεύσουμε μια υποτροπή. Όσο δεν υπάρχει εμβόλιο, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί», τόνισε, προσθέτοντας ότι τώρα θα συζητηθεί η περαιτέρω πορεία. «Όταν οι λοιμωξιολόγοι μας δώσουν το πράσινο φως, μπορεί σταδιακά να υπάρξει χαλάρωση. Υπάρχουν τομείς όπου μπορεί κανείς να προχωρήσει γρηγορότερα», πρόσθεσε ο κ. Σέντερ.
Ενόψει των κρίσιμων αποφάσεων, η υπουργός ‘Αμυνας και αρχηγός του CDU ‘Ανεγκρετ Κραμπ-Καρενμπάουερ απηύθυνε σήμερα έκκληση για συμφωνία στην τηλεδιάσκεψη της Τετάρτης και κοινή στάση από τα ομόσπονδα κρατίδια σε ό,τι αφορά την στρατηγική «εξόδου» από τους περιορισμούς. «Είναι σημαντικό να έχουμε κοινούς κανόνες – στο μέτρο του δυνατού. Όλα τα άλλα προκαλούν επιπλέον ερωτηματικά», προειδοποίησε.
Η «άλλη» άποψη
Κατά της πρόωρης «λήξης συναγερμού» προειδοποιεί από την πλευρά του ο καθηγητής Ιολογίας Χέλμουτ Φίκενσερ. Ο ίδιος τονίζει ότι αυτή την στιγμή δεν βλέπει «κανέναν λόγο « για κάτι τέτοιο. «Εάν άρουμε τα μέτρα προστασίας, θα έχουμε πολύ πιθανόν σύντομα γεμάτα νοσοκομεία», εκτιμά ο επικεφαλής του Ινστιτούτου Ιατρικής των Λοιμώξεων του Πανεπιστημίου του Κιέλου και Πρόεδρος της Γερμανικής Ένωσης για την Καταπολέμηση Ιογενών Νόσων (DVV). «Το φρένο πρέπει να διατηρηθεί», τονίζει και αποδίδει την επιβράδυνση της αύξησης των κρουσμάτων στα αυστηρά μέτρα προστασίας που εφαρμόζονται. Μια συζήτηση για προσαρμογή με μικρά βήματα είναι πολύ σημαντική, προσθέτει, σημειώνοντας ότι ο διάλογος για την στρατηγική εξόδου πρέπει να διεξάγεται συνεχώς, προκειμένου να κατανοηθούν τα επιχειρήματα όλων των πλευρών. «Είναι πιθανό να γίνουν πολλά σοβαρά λάθη. Για παράδειγμα, αν κάποιος τώρα άνοιγε πλήρως όλα τα σχολεία, θα το θεωρούσα μεγάλο λάθος», καταλήγει ο γερμανός καθηγητής.