Αισιόδοξη είναι η δημοσιονομική εικόνα του πρώτου τριμήνου, όπως αποτυπώνεται στα μηνιαία στοιχεία του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή. Το πρωτογενές αποτέλεσμα τριμήνου είναι σχεδόν στα ίδια επίπεδα με πέρσι (οριακή υστέρηση 79 εκατ. ευρώ) και αναμένεται να αντιστραφεί τον επόμενο μήνα καθώς όπως αναφέρεται “η μείωση των φορολογικών εσόδων οφείλεται στο μέρισμα της Τράπεζας της Ελλάδος (614 εκατ. ευρώ) που καταγράφεται ως «Φόροι επί της παραγωγής» και ενώ το 2018 καταβλήθηκε τον Φεβρουάριο (και περιλαμβάνεται μαζί με τα ANFAs και SMPs στο αποτέλεσμα του τριμήνου), φέτος καταβλήθηκε τον Απρίλιο (και δεν περιλαμβάνεται στο τρίμηνο)”.
Ακολουθεί ολόκληρη η ανακοίνωση των στοιχείων του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή:
Ο Κρατικός Προϋπολογισμός παρουσιάζει μειωμένο ταμειακό πρωτογενές αποτέλεσμα κατά 436 εκατ. ευρώ σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Στην πλευρά των εσόδων, εμφανίζονται μειωμένα τα φορολογικά έσοδα κατά 518 εκατ. ευρώ και τα έσοδα του ΠΔΕ κατά 178 εκατ. ευρώ.
Στην πλευρά των δαπανών του Κρατικού Προϋπολογισμού παρατηρείται αύξηση κατά 1.094 εκατ. ευρώ σε σχέση με το αντίστοιχο πρώτο τρίμηνο του προηγούμενο έτος, η οποία αποδίδεται στην αύξηση των πρωτογενών δαπανών κατά 146 εκατ. ευρώ, στην αύξηση των δαπανών για τόκους κατά 751 εκατ. ευρώ και στην αύξηση των δαπανών ΠΔΕ κατά 197 εκατ. ευρώ.
Αναφορικά με τους υπόλοιπους υποτομείς της Γενικής Κυβέρνησης, τα Νομικά Πρόσωπα εμφανίζουν αυξημένα έσοδα κατά 47 εκατ. ευρώ και μειωμένες δαπάνες κατά 4 εκατ. ευρώ, καταλήγοντας σε ένα ταμειακό πρωτογενές πλεόνασμα αυξημένο κατά 53 εκατ. σε σχέση με πέρσι. Η αύξηση των εσόδων των Νομικών Προσώπων οφείλεται κατά κύριο λόγο στην αύξηση των μεταβιβάσεων από τον κρατικό προϋπολογισμό κατά 170 εκατ. ευρώ.
Οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης καταγράφουν μειωμένα έσοδα κατά 137 εκατ. ευρώ και μειωμένες δαπάνες κατά 167 εκατ. ευρώ, με συνέπεια το πρωτογενές αποτέλεσμά τους να είναι αυξημένο κατά 28 εκατ. ευρώ σε σχέση με πέρυσι. Η μείωση των εσόδων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης οφείλεται κυρίως στις μειωμένες μεταβιβάσεις από τον Κρατικό Προϋπολογισμό κατά 141 εκατ. ευρώ.
Οι Οργανισμοί Κοινωνικής Ασφάλισης καταγράφουν μειωμένα έσοδα κατά 69 εκατ. ευρώ και αυξημένες δαπάνες κατά 111 εκατ. ευρώ, με συνέπεια την μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος κατά 179 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2018. Η μείωση των εσόδων των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης οφείλεται κυρίως στην μείωση των μεταβιβάσεων από τον Κρατικό Προϋπολογισμό κατά 221 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον αντίστοιχο τρίμηνο του 2018, ενώ οι ασφαλιστικές εισφορές αυξήθηκαν κατά 125 εκατ. ευρώ.
Τέλος, η μεγαλύτερη αύξηση των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων της Γενικής Κυβέρνησης κατά 176 εκατ. ευρώ το τρίμηνο Ιανουαρίου-Μαρτίου του 2019 έναντι μικρότερης αύξησης κατά 106 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο τρίμηνο του 2018 είχε μεγαλύτερη αρνητική επίπτωση στο πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης το 2019.
Μεθοδολογικές Διευκρινίσεις
Τα στοιχεία του Κρατικού προϋπολογισμού προέρχονται από το μηνιαίο δελτίο εκτέλεσης Κρατικού Προϋπολογισμού ενώ τα στοιχεία των λοιπών υποτομέων της Γενικής Κυβέρνησης από το μηνιαίο δελτίο της Γενικής Κυβέρνησης όπως δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Οικονομικών. Σημειώνεται ότι το δελτίο εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού έχει αλλάξει από τον Ιανουάριο του 2019 στα πρότυπα του νέου Λογιστικού Σχεδίου.
Υπάρχουν δύο ιδιαιτερότητες στη χρήση των δελτίων για τις ανάγκες του παρόντος πίνακα. Η πρώτη αφορά το ταμειακό αποτέλεσμα του κράτους στο δελτίο της Γενικής Κυβέρνησης που δεν είναι ίδιο με εκείνο που δημοσιεύεται στο δελτίο του Κράτους. Για λόγους απλούστευσης, τα ταμειακά στοιχεία που παρουσιάζουμε προέρχονται από το δελτίο του Κράτους και περιλαμβάνουν την επίπτωση του προγράμματος εξόφλησης υποχρεώσεων παρελθόντων ετών και εκκρεμών αιτήσεων συνταξιοδότησης. Επιπρόσθετα, δεν περιλαμβάνουμε τα έσοδα από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) στα μη Φορολογικά και μη Τακτικά έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού, αλλά τα εμφανίζουμε ως ξεχωριστή κατηγορία εσόδων.
Η δεύτερη αφορά τους ενδοκυβερνητικούς τόκους, δηλαδή τους τόκους που καταβάλλει το κράτος στους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης που κατέχουν κρατικούς τίτλους – κυρίως repos. Αυτοί έχουν μεν εξουδετερωθεί από το πρωτογενές αποτέλεσμα του κράτους (αφού συμπεριλαμβάνονται στις δαπάνες για τόκους), παραμένουν όμως στα έσοδα των υποτομέων. Το ύψος τους ισούται με το άθροισμα των πρωτογενών αποτελεσμάτων των επιμέρους υποτομέων, μείον το ενοποιημένο πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης. Η ενοποίηση των ενδοκυβερνητικών τόκων γίνεται μαζί με τις υπόλοιπες τελικές προσαρμογές.
Οι υπόλοιπες προσαρμογές είναι η μεταβολή των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων της Γενικής Κυβέρνησης (προσεγγιστικό μέγεθος για τη μεταβολή των απλήρωτων υποχρεώσεων), τα έσοδα από ANFAs και SMPs (περιλαμβάνονται κατά ESA αλλά εξαιρούνται από τη μεθοδολογία της ενισχυμένης εποπτείας) και οι πωλήσεις πάγιων περιουσιακών στοιχείων (υπολογίζονται κατά ESA αλλά εξαιρούνται με τη σύμβαση ενισχυμένης εποπτείας). Επιπρόσθετα, μια επιπλέον προσαρμογή για το τρέχον έτος με τίτλο «Προσαρμογές αναδρομικών» αφορά τις αναδρομικές αποδοχές των ειδικών μισθολογίων που καταβλήθηκαν το 2019 αλλά επιβαρύνουν δημοσιονομικά το 2018 σε δεδουλευμένους όρους.
Σημειώνεται, τέλος, ότι το Ενοποιημένο Πρωτογενές Αποτέλεσμα με Προσαρμογές που παρουσιάζουμε είναι μια εκτίμηση που διευκολύνει τη σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του προηγούμενου έτους (που έχει υπολογιστεί με την ίδια μεθοδολογία) και επιτρέπει την παρακολούθηση της δημοσιονομικής πορείας κατά το τρέχον έτος. Τονίζουμε, ωστόσο, ότι δεν είναι συγκρίσιμο με το αποτέλεσμα που δημοσιεύει η ΕΛΣΤΑΤ ακολουθώντας τη μεθοδολογία ESA ούτε με εκείνο που δημοσιοποιεί το ΓΛΚ ακολουθώντας τη μεθοδολογία της ενισχυμένης εποπτείας. Αυτά τα τελευταία είναι τα μόνα επίσημα αποτελέσματα και περιλαμβάνουν επιπλέον προσαρμογές όπως η χρονική μεταχείριση επιμέρους φορολογικών εσόδων, ο υπολογισμός clawback/rebate, η διαφορά πληρωμών από φυσικές παραλαβές εξοπλιστικών, η διαφορά εισπράξεων από αιτήματα πληρωμής (claims) ΠΔΕ, τα οριστικά στοιχεία μεταβολής των απλήρωτων υποχρεώσεων και εκκρεμών επιστροφών φόρων κ.λπ.
Οι αποκρατικοποιήσεις έχουν ιδιαίτερη δημοσιονομική μεταχείριση. Αν πρόκειται για χρηματοοικονομικές συναλλαγές, όπως η αγοραπωλησία μετοχών, τότε δεν καταγράφονται καθόλου στο αποτέλεσμα. Αν πρόκειται για πωλήσεις μη χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, όπως ακίνητα, τότε καταγράφονται στο αποτέλεσμα κατά ESA αλλά όχι στο αποτέλεσμα της ενισχυμένης εποπτείας. Αν τέλος, πρόκειται για έσοδα από εκμετάλλευση δημόσιων περιουσιακών στοιχείων με διατήρηση της ιδιοκτησίας από το κράτος, δηλαδή παραχωρήσεις, τότε καταγράφονται και στο αποτέλεσμα κατά ESA και στο αποτέλεσμα της ενισχυμένης εποπτείας. Ωστόσο, το αντίτιμο της παραχώρησης δεν καταγράφεται εξολοκλήρου στο έτος είσπραξης, αλλά κατανέμεται στα έτη διάρκειας της παραχώρησης με όρους παρούσας αξίας, δηλαδή τα ποσά στα πρώτα έτη είναι σχετικά χαμηλά και αυξάνονται στα επόμενα.