Την ενοχή της 46χρονης και την απαλλαγή της 19χρονης για τη δολοφονία του 49χρονου οδηγού ταξί, πρώην συζύγου της πρώτης και πατέρα της δεύτερης, που αποκαλύφθηκε τον Ιούνιο του 2020 στον Εύοσμο, πρότεινε προς τους τακτικούς και λαϊκούς δικαστές του Κακουργιοδικείου Θεσσαλονίκης, η εισαγγελέας της έδρας.
Συγκεκριμένα, η εισαγγελέας πρωτοδικών Δήμητρα Τσιαρδακλή ζήτησε να κηρυχθεί ένοχη η 46χρονη για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και να αθωωθεί η 19χρονη κόρη της από την πράξη που της αποδίδεται (ανθρωποκτονία με δόλο από κοινού).
«Είχε και κίνητρο, και δύναμη να σκοτώσει τον άνδρα, αλλά και να επιρρίψει στη συνέχεια την ευθύνη στο παιδί της», ανέφερε η εισαγγελική λειτουργός για την κατηγορούμενη μητέρα, απορρίπτοντας στο σύνολό τους, τους υπερασπιστικούς της ισχυρισμούς- μεταξύ αυτών τα περί υποτιθέμενης σεξουαλικής κακοποίησης που φέρεται να υφίστατο η θυγατέρα της από το θύμα. Εντόπισε δε, σωρεία αντιφάσεων της 46χρονης τόσο κατά την ανακριτική της απολογία όσο και κατά την απολογία της στο δικαστήριο, τονίζοντας ότι τα όσα είπε ήταν για να απομειώσει τη συμμετοχή της στην τέλεση του εγκλήματος.
Αναφερόμενη στο κίνητρό της, είπε ότι αυτό ήταν οι «κάκιστες σχέσεις με τον σύζυγό της». Επρόκειτο για σχέση «μίσους», ανέφερε χαρακτηριστικά, σχολιάζοντας πάντως τη «δίχως αμφιβολία» κακοποιητική συμπεριφορά που υπέστη τα προηγούμενα χρόνια από τον πρώην άνδρα της.
Όσον αφορά τη 19χρονη, η εισαγγελέας είπε ότι δεν είχε κανένα κίνητρο να τελέσει τη δολοφονία, απορρίπτοντας ακόμη και τον ισχυρισμό της πολιτικής αγωγής, ότι στόχευε στα περιουσιακά στοιχεία του πατέρα της. «Δεν αντέχει στη λογική ένα παιδί χωρίς κανένα άλλο κίνητρο να σκοτώσει τον πατέρα του για να πάρει την κληρονομιά, την οποία ούτως ή άλλως αποποιήθηκε», ανέφερε.
Η εισαγγελέας περιέγραψε τις δύσκολες συνθήκες που βίωνε η 19χρονη εξαιτίας των εντάσεων και των καθημερινών καβγάδων ανάμεσα στους γονείς της και σε αυτές τις συνθήκες, η συμμετοχή της στις πανελλαδικές εξετάσεις που θα ακολουθούσαν μία εβδομάδα μετά την τέλεση του εγκλήματος ήταν «όνειρο ζωής και σημαντικό γεγονός για να ξεφύγει από αυτή την παθολογική κατάσταση», όπως ανέφερε η εισαγγελέας της έδρας, υπερθεματίζοντας στο θέμα της έλλειψης κινήτρου.
Τεκμηριώνοντας την άποψή της ότι ουδέποτε υπέστη βιασμό από τον πατέρα της, η ίδια ανέφερε τα εξής: «Τα παιδιά θύματα σεξουαλικής κακοποίησης περιγράφουν με σαφήνεια και ακρίβεια τα πραγματικά περιστατικά. Εδώ βλέπουμε ένα παιδί να χρησιμοποιεί όρους, όπως ασέλγεια, αλλά καθόλου πραγματικά περιστατικά, ενώ κι ο υποτιθέμενος χρόνος τέλεσης αυτών των ενεργειών δεν μπορεί να είναι αληθής, αφού κατά το επίμαχο διάστημα δεν ζούσε στην οικία του πατέρα της (σ.σ. είχαν φύγει για κάποιο διάστημα, πριν επιστρέψουν αργότερα στην οικογενειακή στέγη)».
Η δίκη συνεχίζεται με τις αγορεύσεις των συνηγόρων πολιτικής αγωγής και υπεράσπισης, ενώ στη συνέχεια αναμένεται να εκδοθεί η απόφαση του Δικαστηρίου.
Μάνα και κόρη, στις απολογίες τους την περασμένη Τετάρτη, αλληλοκατηγορήθηκαν, παρουσιάζοντας εκ διαμέτρου αντίθετη θέση ως προς το στυγερό έγκλημα, σε μία προσπάθεια να απαλλαγούν από τις ποινικές ευθύνες. Το θύμα είχε βρεθεί κατακρεουργημένο στο κρεβάτι του, φέροντας 17 θανατηφόρες μαχαιριές στον λαιμό και άλλες τέσσερις μαχαιριές στο πρόσωπο. Την ώρα του εγκλήματος, ο 49χρονος κοιμόταν, ενώ στον οργανισμό του ανιχνεύθηκαν ουσίες.