Διαβεβαιώσεις ΕΚΤ και SSB για τις αντοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών

Οι ευρωπαϊκές τράπεζες διαθέτουν αντοχές καθώς και ισχυρή κεφαλαιακή βάση και ρευστότητα, διαβεβαίωσαν πριν από λίγο ο εποπτικός βραχίονας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας,SSM σε κοινή ανακοίνωση που εξέδωσαν με το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης (Single Resolution Board ), σήμερα μετά τις χθεσινές αποφάσεις που ελήφθησαν για τη διάσωση της Credit Suisse.

Όπως αναφέρουν, το πλαίσιο εξυγίανσης που εφαρμόζεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ενσωματώσει τις μεταρρυθμίσεις που συνέστησε το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας μετά τη Μεγάλη Χρηματοπιστωτική Κρίση. Αυτό, μεταξύ άλλων, προβλέπει ότι το βάρος της εξυγίανσης μίας προβληματικής τράπεζας πρέπει να το φέρουν οι μέτοχοι και οι πιστωτές της.

Ειδικότερα, οι κοινοί μετοχικοί τίτλοι είναι οι πρώτοι που απορροφούν τις ζημίες και μόνο μετά την πλήρη χρήση τους θα απαιτείται η απομείωση των ομολόγων ΑΤ 1 (Αdditional Tier 1 bonds).

Αυτή η προσέγγιση έχει εφαρμοστεί με συνέπεια σε προηγούμενες περιπτώσεις και θα συνεχίσει να καθοδηγεί τις ενέργειες της τραπεζικής εποπτείας του SRB και της ΕΚΤ σε παρεμβάσεις κρίσεων.

Το πρόσθετο Tier 1 υπογραμμίζεται στην ανακοίνωση, είναι και θα παραμείνει σημαντικό στοιχείο της κεφαλαιακής διάρθρωσης των ευρωπαϊκών τραπεζών.

 

Ενισχύονται τα ομόλογα, υποχωρούν οι αποδόσεις τους, μετά την διάσωση της Credit Suisse

Θετικά αντιδρά από το πρωί η αγορά ομολόγων μετά την χθεσινή ανακοίνωση του σχεδίου διάσωσης της Ελβετικής Τράπεζας Credit Suisse.

Οι επενδυτές στρέφονται στα κρατικά ομόλογα, τα οποία αποτελούν ασφαλές καταφύγιο με αποτέλεσμα οι τιμές τους να κινούνται ανοδικά και οι αποδόσεις τους να υποχωρούν.

Είναι ενδεικτικό ότι στην εγχώρια δευτερογενή αγορά η απόδοση του 10ετούς ομολόγου κυμαίνονταν πριν από λίγο στο 4,05%, από 4,19% που ήταν την Παρασκευή.

Αντιστοίχως κινούνται και οι αποδόσεις των περισσοτέρων ομολόγων της Ευρωζώνης με εκείνη του 10ετούς Γερμανικού ομολόγου να υποχωρεί στο 2,06%..

Ειδικότερα, όσον αφορά στα ελληνικά ομόλογα η σημερινή τους άνοδος οφείλεται εν μέρει και στην επί τα βελτίω αναθεώρηση των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας, στην οποία προχώρησε την Παρασκευή ο οίκος αξιολόγησης Moody’s.

Υπενθυμίζεται ότι η Moody’s διατήρησε την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας αμετάβλητη στο Ba3. Ωστόσο αναθεώρησε ως θετικές τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.

Ο βασικός μοχλός για την αλλαγή των προοπτικών σε «θετικές» είναι η πρόβλεψη για μία περίοδο υψηλότερης αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ από ό,τι την περασμένη δεκαετία, εν μέρει ως αποτέλεσμα της βελτίωσης στη διακυβέρνηση και προηγούμενων μεταρρυθμίσεων του οικονομικού και τραπεζικού τομέα που αποδίδουν πιο εμφανώς καρπούς, αναφέρει ο Moody’s.

Οι εξελίξεις αυτές σε συνδυασμό με την υψηλότερη αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ θα συμβάλλουν σε σημαντική μείωση του χρέους της χώρας τα επόμενα χρόνια, σύμφωνα με την Moody’s.

Συγκεκριμένα, η Moody’s αναμένει ότι τα επόμενα χρόνια η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ της Ελλάδας θα υποστηριχθεί από επενδύσεις, τόσο μέσω κεφαλαίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και ιδιωτικών επενδύσεων. Μαζί με τις επιπτώσεις των προηγούμενων μεταρρυθμίσεων -οι οποίες συμβάλλουν στη δημιουργία ενός βελτιωμένου επιχειρηματικού περιβάλλοντος – και τις συνεχείς διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένης της βελτίωσης της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα και της δικαιοσύνης, αυτό είναι πιθανό να ανεβάσει τη δυνητική ανάπτυξη σε 2% έως 3% τα επόμενα πέντε χρόνια.

 

Εξαγορά της Credit Suisse από την UBS

Νωρίτερα οι τραπεζικές μετοχές και τα ομόλογα κατρακύλησαν μετά τη συμφωνία εξαγοράς της Credit Suisse από την UBS με τη στήριξη του ελβετικού κράτους, σε μία προσπάθεια να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στον τραπεζικό κλάδο. Η μετοχή της Credit Suisse έκανε βουτιά 62% στις συναλλαγές πριν την έναρξη της αγοράς και πριν λίγο διαπραγματευόταν με απώλειες 58% στα 0,78 ελβετικά φράγκα. Η μετοχή της UBS κατρακυλούσε πριν λίγο 10% στα 15,34 φράγκα.

Οι μεγάλες αυτές απώλειες ήρθαν μετά τις μεγάλες πωλήσεις στις ασιατικές χρηματοπιστωτικές αγορές καθώς η πρώτη αισιοδοξία των επενδυτών για την ανάσχεση της τραπεζικής κρίσης εξατμίστηκε γρήγορα.

Ειδικότερα, η προσοχή των επενδυτών μετατοπίστηκε στο μεγάλο πλήγμα που θα δεχθούν ορισμένοι ομολογιούχοι της Credit Suisse μετά την εξαγορά από την UBS, το οποίο προστέθηκε στις ανησυχίες για άλλους βασικούς κινδύνους, όπως της μετάδοσης, της εύθραυστης κατάστασης των αμερικανικών περιφερειακών τραπεζών και των προκλήσεων για τις κεντρικές τράπεζες που προσπαθούν να μειώσουν τον πληθωρισμό και τους χρηματοπιστωτικούς κινδύνους.

«Θα πρέπει να είναι ξεκάθαρο ότι μετά από τον τραπεζικό πανικό εδώ και περισσότερο από μία εβδομάδα και δύο παρεμβάσεις που οργανώθηκαν από τις Αρχές, αυτό το πρόβλημα δεν φεύγει, αντίθετα έχει γίνει παγκόσμιο», δήλωσε ο επικεφαλής αναλυτής αγορών της Jones Trading.

«Τα δημοσιεύματα ότι η UBS εξαγοράζει την Credit Suisse θα μεγεθύνει πιθανόν τα προβλήματα, μετατοπίζοντάς τα στην UBS», πρόσθεσε.

Με βάση τη συμφωνία, οι ελβετικές ρυθμιστικές Αρχές αποφάσισαν να μηδενισθεί η αξία ομολόγων additional tier 1 (AT1) της Credit Suisse, τα οποία είχαν ονομαστική αξία 17 δις. δολαρίων, εξοργίζοντας κάποιους κατόχους των τίτλων αυτών, οι οποίοι θεωρούσαν θα ήταν καλύτερα προστατευμένοι από τους μετόχους με τη συμφωνία που ανακοινώθηκε χθες το βράδυ.

Οι τιμές των ομολόγων ΑΤ1 της Credit Suisse βυθίστηκαν στην έναρξη της διαπραγμάτευσης στην ευρωπαϊκή αγορά, με μία σειρά δολαριακών ομολόγων να προσφέρονται έναντι 2 σεντς στο δολάριο, σύμφωνα με στοιχεία της Tradeweb.

H βουτιά της μετοχής της ελβετικής τράπεζας ήταν το «κερασάκι» στην πτώση των τραπεζικών μετοχών καθώς οι επενδυτές αγνόησαν τις δεσμεύσεις των κεντρικών τραπεζών το σαββατοκύριακο για την παροχή ρευστότητας σε δολάρια προκειμένου να σταθεροποιηθεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Οι μετοχές των τραπεζών Standard Chartered και HSBC έκαναν βουτιά πάνω από 6% η κάθε μία σε χαμηλά δύο μηνών και πλέον στο Χονγκ Κονγκ σήμερα, με την HSBC να αντιμετωπίζει την πιθανότητα να καταγράψει τη μεγαλύτερη ημερήσια πτώση της εδώ και έξι μήνες.

Ο δείκτης MSCI για τις χρηματοπιστωτικές μετοχές στην Ασία (εκτός της Ιαπωνίας) μειώθηκε 1,3%.