Η επιβράδυνση της ανάπτυξης και του πληθωρισμού θα είναι, σύμφωνα με τις προβλέψεις των διεθνών οργανισμών και των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης, οι δύο βασικές εξελίξεις που θα «σφραγίσουν» την ευρωπαϊκή και την ελληνική οικονομία το νέο έτος.
Οι πληθωριστικές πιέσεις, οι οποίες άρχισαν να καταγράφονται από το καλοκαίρι του 2021 λόγω των προβλημάτων που δημιουργήθηκαν στην εφοδιαστική αλυσίδα από τον κορονοϊό και της αύξησης της ζήτησης, έλαβαν νέα δυναμική μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και την ενεργειακή κρίση που αυτή προκάλεσε.
Οι αυξήσεις των τιμών συγκράτησαν το 2022 την κατανάλωση και αναμένεται να την επιβραδύνουν περισσότερο το 2023. Παράλληλα, οι αυξήσεις των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για την καταπολέμηση του πληθωρισμού, οι οποίες θα συνεχισθούν και το 2023, αναμένεται να επηρεάσουν αρνητικά τόσο την κατανάλωση όσο και τις επενδύσεις.
Με τις φθινοπωρινές προβλέψεις της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτίμησε ότι η οικονομία της Ευρωζώνης θα ξεφύγει οριακά από την ύφεση το 2023, προβλέποντας μία αύξηση του ΑΕΠ κατά μόλις 0,3% έναντι αύξησης 3,2% το 2022. Για τη γερμανική οικονομία, τη μεγαλύτερη της Ευρωζώνης, προβλέπει μάλιστα ότι δεν θα αποφύγει την ύφεση.
Ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί αλλά να παραμείνει σε αρκετά υψηλά επίπεδα και συγκεκριμένα στο 6% σε μέσα επίπεδα από 8,5% το 2022, καθώς οι αυξήσεις τιμών έχουν διαχυθεί σε όλους σχεδόν τους κλάδους της οικονομία.
Για την Ελλάδα, τόσο η Κομισιόν όσο και ο ΟΟΣΑ και το ΔΝΤ αναμένουν επίσης σημαντική επιβράδυνση της ανάπτυξης, η οποία όμως θα παραμείνει θετική και αρκετά υψηλότερη από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο. Βασικοί μοχλοί της ανάπτυξης αναμένεται να είναι οι επενδύσεις, με τις δράσεις του Ταμείου Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας να είναι σε πλήρη εξέλιξη και οι εξαγωγές. Θετικά θα συμβάλουν επίσης τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης – όπως οι φορολογικές ελαφρύνσεις, η επιδότηση της τιμής του ρεύματος και άλλα – τα οποία έχουν ενσωματωθεί στον κρατικό προϋπολογισμό.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα αυξηθεί 1% το 2023 μετά από έναν υψηλό ρυθμό ανάπτυξης 6% που εκτιμά για το 2022 και τον ακόμη υψηλότερο 8,4% που σημειώθηκε το 2021. Στην έκθεση του Οκτωβρίου για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας, το ΔΝΤ προβλέπει για το 2023 ανάπτυξη 1,8% όσο ακριβώς και ο κρατικός προϋπολογισμός που ψηφίστηκε από τη Βουλή. Ο ΟΟΣΑ προβλέπει ανάπτυξη 1,6% στην έκθεση του Νοεμβρίου, ενώ στο εύρος μεταξύ 1,1% και 1,8% κινούνται και οι προβλέψεις των διεθνών οίκων αξιολόγησης Moody’s, Standard & Poor’s και Scope Ratings. Εξαίρεση αποτελεί ο Fitch, ο οποίος προβλέπει μία οριακή μείωση του ΑΕΠ κατά 0,2%, ως συνέπεια του αδύναμου carry over από το 2022.
Όσον αφορά τον πληθωρισμό, οι διεθνείς οργανισμοί και οι οίκοι αξιολόγησης προβλέπουν σημαντική αποκλιμάκωση το 2023 σε ένα εύρος από 3,2% έως το 6% – με το χαμηλότερο ποσοστό να δίνει το ΔΝΤ και το υψηλότερο η Επιτροπή – έναντι του 9% έως 10% που εκτιμούν ότι διαμορφώθηκε σε μέσα επίπεδα το 2022. Ο κρατικός προϋπολογισμός κινείται μέσα στο παραπάνω εύρος, προβλέποντας μείωση του πληθωρισμού στο 5%.
Το 2023 αναμένεται, επίσης, η επιστροφή της Ελλάδας σε πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα, με τον προϋπολογισμό να προβλέπει ένα πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ και η Κομισιόν και το ΔΝΤ να το βλέπουν λίγο υψηλότερα (1,1% και 0,9%, αντίστοιχα). Ως αποτέλεσμα του πρωτογενούς πλεονάσματος και της αύξησης του ΑΕΠ προβλέπεται να συνεχισθεί η τάση μείωσης του χρέους. Οι διεθνείς οργανισμοί προβλέπουν ότι θα μειωθεί κατά 5 έως 10 ποσοστιαίες μονάδες στο 162% έως 170% του ΑΕΠ.
Εφόσον επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις για την ανάπτυξη και τη μείωση του χρέους, θα είναι εφικτή και η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας των ελληνικών ομολόγων μέσα στο νέο έτος.
Ήδη, τρεις οίκοι – ο Standard & Poor’s, ο DBRS και ο Scope – αξιολογούν το ελληνικό αξιόχρεο ένα μόλις σκαλοπάτι κάτω από την επενδυτική βαθμίδα.
Τα δέκα στοιχήματα για την ελληνική οικονομία το 2023
Δέκα “στοιχήματα” θέτει το τρέχον έτος το υπουργείο Οικονομικών για την ελληνική οικονομία, η οποία καλείται να κινηθεί σε ένα περιβάλλον έντονης ρευστότητας και επιδείνωσης των μακροοικονομικών προοπτικών σε μεγάλο μέρος της παγκόσμιας οικονομίας. Και όπως δηλώνει στο ΑΠΕ- ΜΠΕ ο υπουργός Χρήστος Σταϊκούρας, «έχοντας, μάλιστα, ως πρόταγμα τη συνετή δημοσιονομική διαχείριση, με τη βέλτιστη αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων, θα αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά την αβεβαιότητα της περιόδου και θα κατακτήσουμε τον κεντρικό εθνικό στόχο για το 2023 στο πεδίο της οικονομίας, ο οποίος είναι η επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας».
Όπως επισημαίνει ο υπουργός Οικονομικών, τα “στοιχήματα” αφορούν:
-στη διασφάλιση της υφιστάμενης δημοσιονομικής υπευθυνότητας,
-στην υλοποίηση παρεμβάσεων για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων των πολυεπίπεδων κρίσεων,
-στη συνέχιση και ενίσχυση των φοροελαφρύνσεων για νοικοκυριά και επιχειρήσεις- κυρίως για τη μεσαία τάξη,
-στη στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών,
-στην ενίσχυση της κοινωνικής στέγης και της κατοικίας,
-στη συνέχιση της υλοποίησης διαρθρωτικών αλλαγών,
-στην εμπροσθοβαρή αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και τη βέλτιστη εκτέλεση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων,
-στην αντιμετώπιση του υψηλού, συσσωρευμένου ιδιωτικού χρέους και τον περιορισμό του κινδύνου, εξαιτίας των εξωγενών κρίσεων, δημιουργίας νέου χρέους,
-στην ενίσχυση της Εθνικής ‘Αμυνας,
-στην ενεργό συμμετοχή της χώρας, όπως γίνεται τα τελευταία 3,5 χρόνια, στη διαμόρφωση της νέας ευρωπαϊκής οικονομικής αρχιτεκτονικής.
Σύμφωνα με τη δήλωση του κ. Σταϊκούρα στο ΑΠΕ- ΜΠΕ, «η ανατολή του νέου έτους βρίσκει την παγκόσμια οικονομία- και ακόμη περισσότερο την ευρωπαϊκή- αντιμέτωπη με πολλαπλές, σημαντικές προκλήσεις. Προκλήσεις που απορρέουν, κυρίως, από τις πολυεπίπεδες εξωγενείς κρίσεις τις οποίες κληροδότησε η περασμένη χρονιά, καθώς και από τη συντελούμενη, διεθνώς, στροφή σε πιο συσταλτικές δημοσιονομικές και νομισματικές πολιτικές.
Σε αυτό το περιβάλλον έντονης ρευστότητας και επιδείνωσης των μακροοικονομικών προοπτικών σε μεγάλο μέρος της παγκόσμιας οικονομίας, η Ελλάδα ξεκινά τη διαδρομή της στο 2023 υπό ευνοϊκότερους όρους, σε σύγκριση με πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, καθώς, την τελευταία τριετία, έχει κατορθώσει να επιδείξει υψηλή ανθεκτικότητα, θετική πορεία και ευοίωνες προοπτικές.
Τα χαρακτηριστικά αυτά και η δυναμική της αποτυπώνονται σε όλους, σχεδόν, τους βασικούς δείκτες: στην ισχυρή και σταθερή ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, στις επενδύσεις και στις εξαγωγές που ενισχύονται σημαντικά, στην ανεργία που συρρικνώνεται, στις οικονομικές ανισότητες που μειώνονται, στα μη- εξυπηρετούμενα δάνεια των πιστωτικών ιδρυμάτων που διαμορφώνονται, πλέον, σε μονοψήφιο ποσοστό του συνόλου των δανείων, στις καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων που έχουν αυξηθεί εντυπωσιακά την τελευταία τριετία, στα δημόσια οικονομικά που σταθεροποιήθηκαν και βρίσκονται σε τροχιά περαιτέρω βελτίωσης, και, τέλος, στο ενισχυμένο κύρος και την αυξημένη αξιοπιστία της χώρας».
Προσθέτει δε, ότι: «παράλληλα, το 2022, με την ολοκλήρωση της πρόωρης αποπληρωμής των δανείων του ΔΝΤ, την έξοδο από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας και την έγκριση των τελευταίων μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, συνολικού ύψους 6 δισ. ευρώ, καταφέραμε να γυρίσουμε σελίδα, αφήνοντας πίσω μας το επώδυνο κεφάλαιο της οικονομικής κρίσης της περασμένης δεκαετίας.
Όλα αυτά τα επιτεύγματα είναι πολύ σημαντικά και καθόλου αυτονόητα. Είναι επιτεύγματα συλλογικά, της κοινωνίας και της πολιτείας, για τα οποία εργαστήκαμε μεθοδικά, συνεκτικά και υπεύθυνα, κάτω από πρωτόγνωρα δύσκολες συνθήκες.
Πλέον, το 2023, καλούμαστε να κεφαλαιοποιήσουμε περαιτέρω τα επιτεύγματα αυτά και να ξεπεράσουμε παλιές και νέες προκλήσεις».
Εφαρμόζοντας τη στρατηγική με τις δέκα προτεραιότητες, «θα διαφυλάξουμε τους καρπούς των θυσιών των προηγουμένων ετών και θα ισχυροποιήσουμε περαιτέρω την οικονομία μας και συνολικά τη χώρα μας», λέει ο υπουργός Οικονομικών. Επισημαίνοντας ότι «έτσι θα καταφέρουμε να βελτιώσουμε περαιτέρω την καθημερινότητα και τις προοπτικές κάθε Έλληνα και κάθε Ελληνίδας. Ως κυβέρνηση, συνεχίζουμε και θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε προς την κατεύθυνση αυτή, με σχέδιο, γνώση, υπευθυνότητα και αποφασιστικότητα, και είμαι βέβαιος ότι οι πολίτες θα το αποτιμήσουν θετικά με την ψήφο τους στις φετινές κάλπες».