Το Δημοκρατικό Κόμμα εξασφάλισε την έδρα που του έλειπε στη αμερικανική Γερουσία προκειμένου να μπορέσει να διατηρήσει τον έλεγχο του σώματος, πετυχαίνοντας μια αποφασιστική νίκη για το υπόλοιπο της θητείας της κυβέρνησης Μπάιντεν.
Τέσσερις ημέρες μετά τις ενδιάμεσες εκλογές, τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης ανακοίνωσαν πως η Δημοκρατική γερουσιαστής Κάθριν Κορτές Μάστο επικράτησε οριακά του Ρεπουμπλικάνου αντιπάλου της Άνταμ Λάξαλτ (ο οποίος υποστηρίχθηκε από τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ) στην κομβικής σημασίας πολιτεία της Νεβάδα. Η επανεκλογή της ανεβάζει σε 50 τον αριθμό των Δημοκρατικών που εκλέγονται στη Γερουσία.
Από την Καμπότζη όπου βρίσκεται για την ετήσια σύνοδο ΗΠΑ-ASEAN (Ένωση Κρατών της Νοτιοανατολικής Ασίας) και τη διάσκεψη κορυφής της Ανατολικής Ασίας (East Asia Summit), ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν δεν έκρυψε την ικανοποίησή του για την διατήρηση του ελέγχου της Γερουσίας από τους Δημοκρατικούς. «Αισθάνομαι καλά και ανυπομονώ για τα επόμενα δύο χρόνια», δήλωσε. Πλέον, οι Ρεπουμπλικάνοι πρέπει να αποφασίσουν «ποιοι είναι», συμπλήρωσε.
Η προσοχή, είπε ο πρόεδρος Μπάιντεν, στρέφεται τώρα στον επαναληπτικό γύρο της 6ης Δεκεμβρίου στην Τζόρτζια για την έδρα της Γερουσίας, που θα είναι η 51η για τους Δημοκρατικούς σε περίπτωση που ο Ράφαελ Γουόρνοκ επιβληθεί του Ρεπουμπλικάνου Χέρσελ Γουόκερ.
Οι Δημοκρατικοί έχουν πάντως ήδη εξασφαλισμένο τον έλεγχο της Γερουσίας. Και αυτό γιατί εάν το 100μελές σώμα μείνει χωρισμένο ακριβώς στη μέση (50 Δημοκρατικοί, 50 Ρεπουμπλικάνοι), η ψήφος της αντιπροέδρου των ΗΠΑ Κάμαλα Χάρις είναι αυτή που λύνει τον «γόρδιο δεσμό» σε περιπτώσεις ισοψηφίας.
Ο Τσακ Σούμερ, επικεφαλής της πλειοψηφίας των Δημοκρατικών στη Γερουσία, αντέδρασε λίγα λεπτά μετά την ανακοίνωση της εξέλιξης αυτής, αναφέροντας σε ανάρτησή του στο Twitter ότι τα αποτελέσματα καταδεικνύουν τα όσα έχουν επιτύχει οι Δημοκρατικοί. Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτό δείχνει ότι οι Αμερικάνοι «απέρριψαν την αντιδημοκρατική, αυταρχική, μοχθηρή και διχαστική κατεύθυνση που οι Ρεπουμπλικάνοι MAGA ήθελαν η χώρα μας να ακολουθήσει», σε μια αναφορά στη φράση του Ντόναλντ Τραμπ ‘Make America Great Again’ (MAGA) («Ας ξαναδώσουμε στην Αμερική το μεγαλείο της»).
Πάνω από 100 υποψήφιοι των Ρεπουμπλικάνων που είχαν αμφισβητήσει τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών του 2020 εξελέγησαν, σύμφωνα με τις προβλέψεις των αμερικανικών μέσων ενημέρωσης, αν και ορισμένοι από τους προστατευόμενους του Τραμπ δεν τα κατάφεραν.
Εν μέσω υψηλού πληθωρισμού, οι Ρεπουμπλικάνοι θεωρούσαν εδώ και καιρό ότι θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν τον έλεγχο και των δύο σωμάτων κατά τις ενδιάμεσες εκλογές που παραδοσιακά θεωρούνται δύσκολες για το κυβερνών κόμμα. Οι Ρεπουμπλικάνοι φαίνεται να μπορούν να εξασφαλίσουν την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Σε κάθε περίπτωση η νίκη τους αναμένεται να είναι μικρότερη σε σχέση με τις προβλέψεις. Το δίκτυο NBC προέβλεψε μια εύθραυστη πλειοψηφία πέντε εδρών, με 220 Ρεπουμπλικάνους βουλευτές έναντι 215 Δημοκρατικών.
Τι σηματοδοτούν τα αποτελέσματα – Η επόμενη μέρα
O «λευκός καπνός» που βγήκε αργά το βράδυ του Σαββάτου από την πολιτεία της Νεβάδα σήμανε το τέλος του αγώνα για τον έλεγχο της Γερουσίας. Η νίκη της γερουσιαστή Κάθριν Κορτές Μάστο μπορεί να ήταν οριακή, ήταν, όμως, αρκετή για να εξασφαλίσει ότι τουλάχιστον το ένα από τα δύο νομοθετικά Σώματα στο Κογκρέσο θα παραμείνει στα χέρια των Δημοκρατικών. Την ίδια στιγμή, οι Ρεπουμπλικάνοι κατάφεραν να πετύχουν μια πύρρειο νίκη στη Βουλή των Αντιπροσώπων, καθώς φαίνεται ότι θα έχουν μια οριακή και συνεπώς εύθραυστη πλειοψηφία.
Αυτή η πλειοψηφία στη Βουλή θα τους επιτρέψει σίγουρα να κάνουν πιο «δύσκολη τη ζωή» του πρόεδρου Μπάιντεν κατά το δεύτερο μέρος της τετραετίας του. Στο ρεπουμπλικανικό στρατόπεδο, όμως, δεν υπάρχει χώρος για πανηγυρισμούς. Προς απογοήτευση τους και προς διάψευση των δημοσκοπήσεων, το «κόκκινο κύμα» που περίμεναν δεν έφτασε ποτέ ως την Ουάσιγκτον. Οι επιδώσεις τους κρίνονται κάτι παραπάνω από απογοητευτικές εάν αναλογιστούμε ότι παραδοσιακά οι ενδιάμεσες εκλογές τείνουν να ευνοούν το κόμμα που βρίσκεται στην αντιπολίτευση. Σε αυτό το απροσδόκητο αποτέλεσμα φαίνεται ότι έπαιξε σημαντικό ρόλο το γεγονός ότι σε ορισμένες κρίσιμες πολιτείες οι ψηφοφόροι ιεράρχησαν ιδιαίτερα ψηλά το θέμα των αμβλώσεων και της πορείας της αμερικανικής δημοκρατίας.
Για τον Λευκό Οίκο αλλά και για τον πρόεδρο Μπάιντεν προσωπικά, ο οποίος δεχόταν αμφισβήτηση τόσο από φίλους όσο και από εχθρούς, το αποτέλεσμα των εκλογών πρέπει να θεωρείται μια δικαίωση. Σε κάθε περίπτωση, ο Αμερικανός πρόεδρος βγαίνει αναπάντεχα ενισχυμένος, με δεδομένο ότι πολύ πιο δημοφιλείς πρόεδροι, όπως ο Μπαράκ Ομπάμα, είχαν υποστεί συντριπτική ήττα στις ενδιάμεσες εκλογές. Ωστόσο, δεν μπορεί να πει κανείς το ίδιο και για τον τέως πρόεδρο των ΗΠΑ, τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος κόντρα στις εισηγήσεις των συνεργατών του αποφάσισε να εμπλακεί άμεσα στις εκλογές του Νοεμβρίου. Το αποτέλεσμα σίγουρα δεν ήταν αυτό που περίμενε και έτσι αντί να κεφαλαιοποιήσει το επικείμενο «κόκκινο κύμα», βρέθηκε να συνδέεται μοιραία με τις φτωχές εκλογικές επιδώσεις των Ρεπουμπλικάνων.
Δεν είναι άλλωστε λίγοι οι αναλυτές που μιλούν για καταδίκη του ίδιου του «τραμπισμού», καθώς οι ψηφοφόροι γύρισαν την πλάτη σε όλους τους ακραίους υποψήφιους που αγκάλιασαν επισήμως τις θεωρίες συνομωσίας που αμφισβητούσαν την εγκυρότητα της εκλογικής διαδικασίας. Η ήττα αυτών των υποψηφίων, οι οποίοι κινούνταν στη γραμμή του δόγματος «πρώτα η Αμερική», αποτελεί σίγουρα τροχοπέδη στην προσπάθεια των συμμάχων του Τραμπ να ελέγξουν τον εκλογικό μηχανισμό σε μια σειρά από κρίσιμες πολιτείες πριν από τις προεδρικές εκλογές του 2024. Σε κάθε περίπτωση, το εκλογικό αποτέλεσμα του Νοεμβρίου ανοίγει για πρώτη φορά από το 2016 ένα «παράθυρο» αμφισβήτησης, το οποίο μένει να φανεί πώς θα αξιοποιηθεί από την παραδοσιακή ελίτ των Ρεπουμπλικάνων, η οποία δεν είδε ποτέ με καλό μάτι την άλωση του κόμματος από τον Τραμπ. Αυτό που πρέπει να περιμένουμε να δούμε είναι εάν θα επιλέξουν να επενδύσουν σε ένα πιο συστημικό υποψήφιο ή θα αναζητούν έναν αντικαταστάτη του Τραμπ, ο οποίος πάνω-κάτω θα μπορεί να εκφράσει τις ίδιες απόψεις αλλά με ένα πιο θεσμικό τρόπο.
Όσον αφορά την Ελλάδα, ο έλεγχος της Γερουσίας από τους Δημοκρατικούς αποτιμάται θετικά, καθώς σημαίνει ότι ο γερουσιαστής Ρόμπερτ Μενέντεζ θα συνεχίσει να είναι πρόεδρος της Επιτροπής Διεθνών Σχέσεων της Γερουσίας. Ειδικότερα για το Κογκρέσο, είναι εξίσου σημαντικό ότι όλοι οι ομογενείς βουλευτές κατάφεραν να κρατήσουν τις έδρες τους και να περάσουν αλώβητοι τον σκόπελο αυτών των εκλογών. Παρόλο που η ελληνική κοινοβουλευτική ομάδα έχασε δύο φιλέλληνες βουλευτές, την Κάρολιν Μαλόνεϊ και τον Τεντ Ντόιτς, ήρθε να προστεθεί ο πρωτοεμφανιζόμενος στον πολιτικό στίβο γιος του γερουσιαστή Μενέντεζ, ο οποίος κατάφερε να εκλεγεί με χαρακτηριστική άνεση στο Νιου Τζέρσεϊ. Για την περίπτωση του Κρις Πάππας, είναι ευχής έργο που αποφεύχθηκε ένα στραβοπάτημα που θα ανέκοπτε την πορεία του, καθώς στις επόμενες εκλογές ανοίγει μια θέση γερουσιαστή στην πολιτεία του, την οποία αναμένεται να διεκδικήσει.
Τέλος, κρίνεται ιδιαίτερη ικανοποιητική η παρουσία των ομογενών και σε πολιτειακό επίπεδο, με την επάνοδο του Αλέξη Γιαννούλια στο Ιλινόις να ξεχωρίζει, καθώς θεωρείται ένας υποσχόμενος πολιτικός που όντας μόλις 46 χρονών δεν αποκλείεται να διαγράψει τα επόμενα χρόνια μια σταθερά ανοδική πορεία προς την κεντρική αμερικανική πολιτική σκηνή.