Ενημέρωση παρείχε, σήμερα στη Διαρκή Ιερά Σύνοδο, κατά την πρώτη συνεδρίασή της, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος για τις επιστολές τις οποίες απέστειλε τόσο προς τον Μητροπολίτη Κιέβου και πάσης Ουκρανίας Επιφάνιο στις 2 Μαρτίου όσο και προς τον Πατριάρχη Μόσχας και πάσης Ρωσίας Κύριλλο στις 4η Μαρτίου, με τις οποίες εκφράζει αφενός τη θλίψη και την αγωνία για τον επιθετικό πόλεμο που διεξάγεται εις βάρος τής Ουκρανίας και αφετέρου την αρωγή και αλληλεγγύη της Εκκλησίας της Ελλάδος για την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας προς την Ορθόδοξη εν Ουκρανία Εκκλησία και ιδιαίτερα προς τους εκ του πολέμου Ουκρανούς πρόσφυγες. Αυτή την αρωγή επιβεβαίωσε ο Μακαριώτατος σε τηλεφωνική επικοινωνία του με τον προκαθήμενο της Εκκλησίας της Ουκρανίας Επιφάνιο την προηγούμενη Παρασκευή 11 Μαρτίου.
Εξάλλου, ο Μακαριώτατος ενημέρωσε τη ΔΙΣ για όλες τις εξελίξεις αναφορικά με τις ενέργειες της Εκκλησίας της Ελλάδος και τη στήριξη στον δοκιμαζόμενο λαό της Ουκρανίας.
Τα μέλη της ΔΙΣ, σύμφωνα με το ανακοινωθέν που εξεδόθη, διαπιστώνουν ότι όσα συμβαίνουν στην Ουκρανία φανερώνουν την αποτυχία μας ως ανθρώπων και ειδικότερα ως Χριστιανών να ζούμε μέσα στην ειρήνη που μας άφησε ο Χριστός (Ιω. 14:27: «Ειρήνην αφίημι υμίν, ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν»).
Η ΔΙΣ, σημειώνεται στο ανακοινωθέν, όπως έκανε στο παρελθόν κατά τον πόλεμο και τη βίαιη εισβολή στη Σερβία, το Κοσσυφοπέδιο κ.α., τονίζει ότι και στην περίπτωση της εισβολής στην Ουκρανία ο πόλεμος δεν μπορεί ποτέ να είναι λύση σε οποιεσδήποτε ανθρώπινες διαφορές, όσο σημαντικές κι αν είναι, σε κοινωνικό, εθνικό ή παγκόσμιο επίπεδο και γι’ αυτό καλεί σε πανστρατιά προσευχής για τους πολέμους.
Επιπλέον, επισημαίνεται ότι η Εκκλησία της Ελλάδος, σε αγαστή συνεργασία με το αρμόδιο υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής, έχει ήδη θέσει δομές τής Αρχιεπισκοπής και Μητροπόλεων, ξενώνες της Αστικής Μη Κερδοσκοπικής Εταιρείας «Συνύπαρξις» και του Φιλανθρωπικού Οργανισμού «Αποστολή» σε όλη την Ελλάδα στη διάθεση της Πολιτείας για τη φιλοξενία Ουκρανών προσφύγων, ιδίως παιδιών και ασυνόδευτων ανηλίκων, ενώ ταυτόχρονα πολλές Μητροπόλεις σε συνεργασία με φιλανθρωπικές οργανώσεις και φορείς προβαίνουν σε συγκέντρωση ανθρωπιστικού υλικού.
Παράλληλα, όρισε την Επιτροπή της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία αποτελείται από τους μητροπολίτες Σερρών και Νιγρίτης Θεολόγο και Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων Τιμόθεο, τον επίσκοπο Ωρεών Φιλόθεο, αρχιγραμματέα της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, τον Θεόδωρο Παπαγεωργίου, νομικό σύμβουλο της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος και γραμματέα αυτής τον β’ γραμματέα-πρακτικογράφο της Ιεράς Συνόδου, αρχιμανδρίτη Σεραπίωνα Μιχαλάκη, ώστε μαζί με την ορισθείσα αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της Κρήτης να συνεργασθούν για την επίλυση σημαντικών ζητημάτων με αρμόδια πρόσωπα της Πολιτείας.
Εν συνεχεία, η ΔΙΣ ενημερώθηκε από γράμμα τού Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου για τον διορισμό του μητροπολίτη Λαοδικείας Θεοδωρήτου ως νέου διευθυντή του Γραφείου Εκπροσώπησης του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Αθήνα.
Ολόκληρη η επιστολή του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου στον Πατριάρχη Μόσχας Κύριλλο:
«Μακαριώτατε και Αγιώτατε Πατριάρχα Μόσχας και πάσης Ρωσίας, εν Χριστώ τω Θεώ λίαν αγαπητέ και περιπόθητε αδελφέ και συλλειτουργέ της ημών Μετριότητος, κύριε Κύριλλε, την Υμετέραν Μακαριότητα εν Κυρίω κατασπαζόμενοι, υπερήδιστα προσαγορεύομεν.
Μετά πολλής ανησυχίας και βαρυαλγούσης καρδίας παρακολουθούμεν τας τραγικάς εξελίξεις του πολέμου, όστις διεξάγεται κατ’ αυτάς τας ημέρας εις την χώραν της Ουκρανίας. Αι συνεχείς επιθέσεις και τα αλλεπάλληλα κύματα βομβαρδισμών, αποφάσει και εντολή της Ρωσικής ηγεσίας, καθιστώσι την ουκρανικήν γην, ημέρα τη ημέρα, «τόπον βασάνου», αφάτου θλίψεως εκ των επισυμβάντων θανάτων και ερειπίων. Δυστυχώς, ουχί μόνον ο λαός διώκεται, αλλά και ζωτικαί υποδομαί, ιστορικά κτήρια, μνημεία πολιτισμού, ακόμη και Ιεροί Ναοί, ως ο Ορθόδοξος Καθεδρικός Ιερός Ναός του Χαρκόβου, καταστρέφονται.
Η Εκκλησία της Ελλάδος αισθάνεται έντονον το χρέος να υψώση φωνήν διαμαρτυρίας υπέρ πάντων των, ως μη ώφειλε, θυμάτων του πολέμου και υπέρ πάντων των διωκομένων. Θρηνεί δι’ όσους εθανατώθησαν, αλλά και δι’ όσους εισέτι δοκιμάζονται και διώκονται εκ της κακότητος, της μισαλλοδοξίας και της βαρβαρότητος, αίτινες προέρχονται, δυστυχώς, ουχί εξ αλλοπίστων, αλλ’ εξ ομοδόξων Χριστιανών.
Η Εκκλησία της Ελλάδος, συνδεδεμένη διά μακροχρονίων και ακαταλύτων δεσμών εν Χριστώ αγάπης και φιλίας μετά της εν Ρωσία αδελφής Ορθοδόξου Εκκλησίας, απευθύνει θερμοτάτην έκκλησιν προς την Υμετέραν Μακαριότητα και σύμπασαν την Αγιωτάτην Εκκλησίαν της Ρωσίας ίνα, επ’ αφορμή και της επικειμένης ενάρξεως της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, αντισταθή εις τα πολεμικά σχέδια των κοσμικών ηγετών και εστέ βέβαιος ότι η παρέμβασις της Υμετέρας Μακαριότητος προς τον ανωτέρω σκοπόν θα αποβή καταλυτική. Η εκκλησιαστική αύτη παρέμβασις και η έμπρακτος μαρτυρία της αγάπης, της ειρήνης και της καταλλαγής, παρέχει ελπίδα διά την κατάπαυσιν του πολέμου και την απόσυρσιν των ρωσικών στρατευμάτων εκ της Ουκρανίας.
Επιπροσθέτως, η εν λόγω παρέμβασις εκ μέρους της Υμετέρας Μακαριότητος θα συμβάλη καθοριστικώς και εις την περαιτέρω αύξησιν της δυναμικής των Ορθοδόξων Εκκλησιών εν τω συγχρόνω κόσμω, καθ’ ότι ο πόλεμος μεταξύ ομοδόξων Εθνών απομειοί την φερεγγυότητα ημών ως Χριστιανών, οίτινες, καίτοι έχομεν πρωταρχικόν καθήκον να κηρύσσωμεν την ειρήνην, εν τούτοις δεν την εφαρμόζομεν εν τη πράξει, προξενούντες ποικίλας αρνητικάς συνεπείας αναφορικώς προς το κύρος και την εν γένει παρουσίαν της Ορθοδόξου Εκκλησίας, διαχριστιανικώς και παγκοσμίως.
Μακαριώτατε,
Έχοντες υπ’ όψιν την βαρύτητα του Κυριακού λόγου «ου πας ο λέγων μοι Κύριε Κύριε, εισελεύσεται εις την βασιλείαν των ουρανών, αλλ’ ο ποιων το θέλημα του πατρός μου του εν ουρανοίς» (Ματθ. 7, 21), κατακλείομεν την παρούσαν, απευθύνοντες διάπυρον παράκλησιν προς Υμάς, διά την σταθεράν συστοίχισιν Υμών τε και ημών προς τας εντολάς του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού δι’ αγάπην, φιλαδελφίαν και έμπρακτον εφαρμογήν της Αποστολικής επισημάνσεως: «υμείς δε εστέ σώμα Χριστού και μέλη εκ μέρους» (Α´ Κορ. 12, 27).
Είναι αδήριτος η ανάγκη κατ’ αυτάς τας κρισίμους ώρας να επιβεβαιώσωμεν την αυτοσυνειδησίαν ταύτην της Ορθοδόξου Εκκλησίας ως του ενός και αδιαιρέτου Σώματος του Χριστού, συμβάλλοντες εν τω συνδέσμω της αγάπης εις την επικράτησιν της ειρήνης, ήτις εστίν Αυτός ο Χριστός. Τοιουτοτρόπως η Ορθόδοξος Εκκλησία θα αναδειχθή ως ο γνησιώτερος και ισχυρότερος ειρηνοποιός παράγων μεταξύ των δύο λαών, του Ρωσικού και του Ουκρανικού, οίτινες μετέχουσι κοινών παραδόσεων αιώνων, κυρίως δ’ όμως της Ορθοδόξου Πίστεως της Μιάς, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας.
Επί δε τούτοις, και αύθις κατασπαζόμενοι την Υμετέραν πεφιλημένην Μακαριότητα φιλήματι αγίω, διατελούμεν
Αγαπητός εν Χριστώ αδελφός».