Οι ελληνικές επιχειρήσεις κατάφεραν να διευρύνουν το αποτύπωμά τους στο εξωτερικό το εννεάμηνο του 2022, διατηρώντας και επεκτείνοντας το δίκτυο διανομής τους, παρά τις διεθνείς δυσμενείς συνθήκες. Παράλληλα, αναζήτησαν διέξοδο σε νέες αγορές και εκμεταλλεύτηκαν τις ευκαιρίες που αναδύονται για να διοχετεύσουν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους.
Αυτά προκύπτουν, σύμφωνα με ανάλυση του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων και του Κέντρου Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών (ΚΕΕΜ), από τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, που δείχνουν ότι οι εξαγωγές, για το διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου του 2022, αυξήθηκαν συνολικά κατά 41,4% και ανήλθαν σε 40,08 δισ. ευρώ. Οι εισαγωγές στο ίδιο διάστημα, αυξήθηκαν κατά 49,4%, με τη συνολική τους αξία να διαμορφώνεται στα 66,40 δισ. ευρώ. Βέβαια, ως αποτέλεσμα των παραπάνω κινήσεων, το εμπορικό έλλειμμα ενισχύθηκε κατά 63,5% και άγγιξε το εννεάμηνο του 2022 τα 26,32 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, η Ιταλία εξακολουθεί και κατά το πρώτο εννεάμηνο του 2022 να αποτελεί το σημαντικότερο προορισμό των ελληνικών εξαγωγών ενώ μεγάλη έκπληξη αποτελεί η Βουλγαρία, η οποία καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση, σε σχέση με την 6η που κατείχε, για το εξεταζόμενο διάστημα του 2021. Ακολουθεί η Γερμανία, οποία παρά την αύξηση των εξαγωγών ελληνικών προϊόντων (κατά 24,7%), το εννεάμηνο του 2022, κατέβηκε στην 3η από την 2η θέση και μετά η Κύπρος η οποία καταλαμβάνει την 4η από την 3η θέση που κατείχε. Ακολουθούν οι ΗΠΑ οι οποίες βρίσκονται στην 5η από την 7η θέση που κατείχαν το εννεάμηνο του 2021, προς τις οποίες καταγράφεται μεγάλη άνοδος των εξαγωγών (41,5%), η Τουρκία και το Ηνωμένο Βασίλειο στις θέσεις 6 έως 7, για τη μεν Τουρκία μία θέση πιο χαμηλά, για το δε Ηνωμένο Βασίλειο δύο θέσεις πιο ψηλά, από το αντίστοιχο περσινό διάστημα, λόγω της αύξησης των εξαγωγών κατά 84,6% προς το Ηνωμένο Βασίλειο. Στην 8η θέση βρίσκεται η Ισπανία (από 10η) και έπεται η Λιβύη, προς την οποία σημειώθηκε διπλασιασμός των ελληνικών εξαγωγών (κατά 104,1%), με αποτέλεσμα να κατακτήσει την 9η από 12η θέση κατάταξης για το εννεάμηνο του 2022. Την πρώτη δεκάδα των κυριότερων προορισμών των ελληνικών εξαγωγών, συμπληρώνει η Ρουμανία, η οποία βρισκόταν στην 8η θέση κατά το αντίστοιχο διάστημα του 2021.
Πλην της πρώτης δεκάδας των χωρών-πελατών των ελληνικών προϊόντων για το εννεάμηνο 2022, αξίζει να σημειωθεί, η σημαντικότατη πτώση στην κατάταξη της Γαλλίας (13η θέση από 4η), της Νότιας Κορέας (21η από 14η) και της Κίνας (32η από 15η) σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2021 και η άνοδος της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας (11η από 16η) και της Μάλτας (19η θέση από 29η).
Ως προς τους προορισμούς των ελληνικών εξαγωγών ανά οικονομική ένωση, σημειώνεται αύξηση κατά 41,9% προς την ΕΕ.
Όσον αφορά στις κατηγορίες προϊόντων, καύσιμα, βιομηχανικά προϊόντα και τρόφιμα αποτελούν τους απόλυτους «πρωταγωνιστές» στον αγώνα της εξωστρέφειας.
Σχολιάζοντας τα παραπάνω η πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων, Χριστίνα Σακελλαρίδη ανέφερε: «Η διαρκής αναζήτηση νέων ευκαιριών επέκτασης αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της στρατηγικής των Ελλήνων εξαγωγέων. Η στασιμότητα, άλλωστε, σε ένα ρευστό περιβάλλον που συνεχώς μεταβάλλεται ισοδυναμεί με θανάσιμο κίνδυνο για τη βιωσιμότητα των εξαγωγικών επιχειρήσεων. Η στροφή σε νέες περιοχές, οι οποίες μπορεί να αποδειχθούν ιδιαίτερα κερδοφόρες, επιβάλλεται, όπως και η διερεύνηση ευκαιριών στις υφιστάμενες αγορές που δραστηριοποιούνται οι εξαγωγείς. Τη λογική αυτή ακολουθούν εδώ και πάρα πολλά χρόνια οι ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις, οι οποίες συνεχίζουν ακάθεκτες στον δρόμο της ανάπτυξης παρ’ όλες τις αντιξοότητες. Ενεργειακή κρίση, αύξηση επιτοκίων, υψηλός πληθωρισμός, ακριβότερες πρώτες ύλες σε συνδυασμό με έντονη αβεβαιότητα συνθέτουν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ που χρήζει ιδιαίτερης προσοχής. Για ακόμη μια χρονιά -όπως όλα δείχνουν- οδηγούμαστε προς ένα ακόμη ιστορικό ρεκόρ εξωστρέφειας, στέλνοντας ισχυρό μήνυμα για τις δυνατότητες των ελληνικών εξαγωγών. Με την αρωγή της Πολιτείας, μέσα από δράσεις, όπως η μείωση των φορολογικών και ασφαλιστικών εισφορών αλλά και τον θεσμό της οικονομικής διπλωματίας, μπορούμε να πάμε ακόμη πιο ψηλά και να στηρίξουμε ακόμη περισσότερο τα δημόσια ταμεία και την απασχόληση».