Κέρδη μετά από φόρους 89,5 εκατ. ευρώ για το 2017 ανακοίνωσε το απόγευμα της Τρίτης 20-3-2018 η Alpha Bank. Σε δηλώσεις του με αφορμή την ανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων της τράπεζας, ο διευθύνων σύμβουλος της Alpha Bank, Δημήτριος Π. Μαντζούνης, επισήμανε ότ το έτος 2017 ήταν ιδιαίτερα σημαντικό για την Alpha Bank, καθώς τα ετήσια αποτελέσματα παρουσίασαν περαιτέρω βελτίωση σε όλους τους τομείς.
“Οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας ενισχύθηκαν, η χρηματοδότησή μας από τις κεντρικές τράπεζες μειώθηκε, ενώ επετεύχθη περαιτέρω περιορισμός του κόστους. Με στόχο τη διαρκή αναβάθμιση της εξυπηρετήσεως των πελατών μας, προσφέρουμε ένα ολοκληρωμένο δίκτυο υπηρεσιών, το οποίο περιλαμβάνει εφαρμογή για κινητά τηλέφωνα, ηλεκτρονική τραπεζική και τηλεφωνική εξυπηρέτηση, παράλληλα με τις υπηρεσίες που παρέχει το δίκτυο καταστημάτων”, αναφέρει ο κ. Μαντζούνης.
Προσθέτει επίσης, ότι “κατά το 2017, συνεχίσαμε να στηρίζουμε την Ελληνική Οικονομία, καθώς οι εκταμιεύσεις δανείων προς τον ιδιωτικό τομέα ανήλθαν σε 2,1 δισ. ευρώ. Παράλληλα, με σκοπό την περαιτέρω εξυγίανση του ισολογισμού, η τράπεζα προέβη σε σειρά αξιοσημείωτων πρωτοβουλιών, τις οποίες εφήρμοσε επιτυχώς. Στη Ρουμανία ολοκληρώθηκε η πώληση χαρτοφυλακίου μη εξυπηρετουμένων δανείων άνω των 400 εκατ. ευρώ, ενώ στην Ελλάδα, η Τράπεζα συνήψε οριστική συμφωνία για την πώληση χαρτοφυλακίου μη εξυπηρετουμένων και άνευ εξασφαλίσεων δανείων λιανικής ύψους 3,7 δισ.ευρώ, με θετική επίπτωση επί των κεφαλαιακών δεικτών”.
” Οι εν λόγω συναλλαγές αναδεικνύουν την προσήλωση του ομίλου στην εξυγίανση του δανειακού χαρτοφυλακίου του και στην επίτευξη των στόχων του επιχειρησιακού μας σχεδίου. Κατά το έτος 2018, θα συνεχίσουμε τις προσπάθειες για μείωση των μη εξυπηρετουμένων ανοιγμάτων, σύμφωνα με τον επιχειρησιακό μας σχεδιασμό, καθώς και για την πλήρη εξάλειψη του Εκτάκτου Μηχανισμού Ρευστότητας, την αύξηση των εσόδων που δεν προέρχονται από τόκους, παράλληλα με την περαιτέρω βελτίωση της αποδοτικότητος του δικτύου μας», αναφέρει ο Δ.Μαντζούνης.
Με βάση τα αποτελέσματα που ανακοινώθηκαν, οι κύριες εξελίξεις είναι οι ακόλουθες:
– Ισχυρή κεφαλαιακή βάση με Δείκτη Κεφαλαίων Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 (CET1) 18,3%. Τα Ενσώματα Ίδια
Κεφάλαια διαμορφώθηκαν σε 9,2 δισ.ευρω, τα υψηλότερα μεταξύ των ελληνικών τραπεζών. Λαμβανομένης υπ’ όψιν
της εκτιμωμένης επιπτώσεως ύψους 1,1 δισ. ευρώ από την εφαρμογή του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής
Πληροφορήσεως 9, βάσει των μεταβατικών διατάξεων για το 2018, ο Δείκτης CET1 διαμορφώνεται σε 18,3%.
– Περαιτέρω βελτίωση στην ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου με μείωση των Μη Εξυπηρετουμένων Ανοιγμάτων
στην Ελλάδα κατά 2,6 δισ. σε ετήσια βάση και 1,8 δισ. ευρώ το δ΄ τρίμηνο 2017.
– Τα υπόλοιπα καταθέσεων για τον Όμιλο αυξήθηκαν κατά 1,9 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση και 1 δισ. ευρώ το δ΄ τρίμηνο
και διαμορφώθηκαν στο τέλος Δεκεμβρίου 2017 σε 34,9 δισ.ευρώ.
– Σημαντική μείωση της χρηματοδοτήσεως από τις Κεντρικές Τράπεζες κατά 8,2 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση. Η χρηματοδότηση της Τραπέζης μέσω του Εκτάκτου Μηχανισμού Ρευστότητας της Τραπέζης της Ελλάδος (ELA)
μειώθηκε σε 7 δισ. στο τέλος Δεκεμβρίου 2017 έναντι 13,2 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2016.
– Το Κύριο Αποτέλεσμα προ Προβλέψεων, παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο παρά τη συνεχιζόμενη απομόχλευση του
Ισολογισμού και ανήλθε σε 1,2 δισ.ευρώ.
– Ο Δείκτης Εξόδων/Εσόδων μειώθηκε σε 47,6% το 2017 έναντι 48,2% το 2016, επίδοση που επιβεβαιώνει τη
συνεχιζόμενη βελτίωση της αποδοτικότητας.
– Οι προβλέψεις για την κάλυψη πιστωτικού κινδύνου ανήλθαν σε 1 δισ. ευρώ, μειωμένες κατά 13,9% σε ετήσια βάση και
αντιστοιχούν σε 172 μονάδες βάσεως, έναντι 191 μονάδων βάσεως το 2016.
– Τα κέρδη μετά από φόρους από συνεχιζόμενες δραστηριότητες, ανήλθαν το 2017 σε 89,5 εκατ.ευρώ, έναντι 19,5
εκατ. ευρώ το 2016. Συμπεριλαμβανομένης της επιπτώσεως των ζημιών από διακοπείσες δραστηριότητες, τα κέρδη μετά
από φόρους διαμορφώνονται σε 21,1 εκατ.ευρώ.
– Τον Μάρτιο του 2018, η Alpha Bank προχώρησε στη σύναψη οριστικής συμφωνίας για την πώληση Χαρτοφυλακίου Μη
Εξυπηρετουμένων και άνευ Εξασφαλίσεων Δανείων Λιανικής, συνολικού υπολοίπου 3,7 δισ. ευρώ.