Περίπου 11 μήνες μετά τη θριαμβευτική πορεία στο Τόκιο και την κατάκτηση του ασημένιου Ολυμπιακού μεταλλίου, η εθνική υδατοσφαίρισης των ανδρών βρίσκεται ενώπιον μίας νέας πρόκλησης, μίας νέας απάτητης κορυφής.
Μετά από τέσσερις χαμένους ημιτελικούς στο παρελθόν, η «γαλανόλευκη» θα επιδιώξει σήμερα (1/07) να προκριθεί για πρώτη φορά στον τελικό ενός Παγκοσμίου Πρωταθλήματος, αντιμετωπίζοντας στις 5 μ.μ. την Ιταλία, στο εμβληματικό κολυμβητήριο «Αλφρεντ Χάγιος» της Βουδαπέστης.
Μία νίκη, θα εξασφαλίσει στην ελληνική ομάδα το τρίτο της μετάλλιο στην ιστορία της διοργάνωσης, μετά τα χάλκινα του 2005 και του 2015, και θα τη φέρει ένα βήμα μακριά από την κορυφή του κόσμου.
Η αλήθεια είναι ότι οι παίκτες το… ψιθύριζαν πριν καν αναχωρήσουν για την Ουγγαρία, όμως ύστερα από ένα δεκαήμερο και με εικόνα πλέον από όλες τις ομάδες (κάποιες εκ των οποίων είναι αρκετά ανανεωμένες μετά το Τόκιο), οι ψίθυροι έγιναν μετά τον προημιτελικό με τις ΗΠΑ ξεκάθαρες κουβέντες:
«Χρειάζεται να κάνουμε δύο ακόμα καλά παιχνίδια για να πάρουμε το μετάλλιο που λείπει από την εθνική ομάδα, ένα χρυσό σε Παγκόσμιο Πρωτάθλημα», είπε ο Αγγελος Βλαχόπουλος.
«Θέλουμε δύο νίκες στους επόμενους δύο αγώνες, ανεξαρτήτως αντιπάλου, και θα προσπαθήσουμε να τις πάρουμε», πρόσθεσε ο -συνήθως μετρημένος- Θοδωρής Βλάχος. Χωρίς να λέει κανείς ότι η είσοδος στην τετράδα και η πιθανή κατάκτηση ενός μεταλλίου είναι μικρή υπόθεση, οι διεθνείς έχουν βάλει τον πήχη πολύ ψηλά.
Ο τραυματισμός του Μάνου Ζερδεβά ήταν μία απροσδόκητη «αναποδιά» για την εθνική, αλλά ο Παναγιώτης Τζωρτζάτος έχει την ικανότητα να καλύψει το κενό, εφόσον αυτή τη φορά είναι έτοιμος ψυχολογικά (κάτι που δεν ίσχυσε απέναντι στους Αμερικανούς).
Για να φτάσει βέβαια στην κορυφή η εθνική, θα χρειαστεί πρώτα να «εκθρονίσει» την κάτοχο του τίτλου Ιταλία στον ημιτελικό. Αν και αλλαγμένη κατά το ήμισυ σε σχέση με το 2019, η ομάδα του Σάντρο Καμπάνια απέδειξε για άλλη μία φορά το πόσο αξιόμαχη είναι, «λυγίζοντας» με 11-10 τους οικοδεσπότες Ούγγρους στον προημιτελικό.
Ο Φραντσέσκο Ντι Φούλβιο θύμισε απέναντι στους Μαγυάρους ότι παραμένει ένας από τους κορυφαίους σύγχρονους πολίστες, ο Μάρκο Ντελ Λούνγκο είναι εγγύηση κάτω από τα δοκάρια και από κει πέρα οι «σετεμπέλο» συνδυάζουν την εμπειρία παικτών όπως ο Γκονζάλο Ετσενίκε, ο Νίκολας Πρεσούτι, ο Αντρέα Φοντέλι και ο Λούκα Νταμόντε με τον ενθουσιασμό των νεότερων, όπως ο Τζιάκομο Κανέλα και ο Ματέο Ιόκι Γκράτα.
Εκτός του ηγέτη Ντι Φούλβιο, που είναι και πρώτος σκόρερ της ομάδας στο τουρνουά με 11 γκολ, καθοριστικό ρόλο παίζει επίσης ο πολυσύνθετος Εντοάρντο Ντι Σόμα, που έχει πετύχει 10 τέρματα και «βουλώνει τρύπες» σε άμυνα και επίθεση.
Η Ιταλία παραδοσιακά βασίζεται στην πολύ δυνατή και αποτελεσματική άμυνα, ενώ όταν βρει την ευκαιρία «χτυπάει» στην κόντρα, καθώς διαθέτει ταχύτατους παίκτες (με μπροστάρη και εδώ τον Ντι Φούλβιο).
Το σημείο που μοιάζει να υστερεί είναι η θέση του φουνταριστού, καθώς οι Λορέντζο Μπρούνι και Λούκα Μαρτζιάλι δεν είναι παίκτες τοπ επιπέδου, ούτε έχουν μεγάλη εμπειρία.
Από την άλλη, το μεγάλο ατού των πρωταθλητών κόσμου είναι η σχεδόν τέλεια διαχείριση των ειδικών καταστάσεων. Αν η ομάδα του Καμπάνια αναλάβει τον έλεγχο της αναμέτρησης σε κάποιο σημείο, είναι εξαιρετικά δύσκολο να τον χάσει.
Η ψυχραιμία που θα δείξει το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα στα δύσκολα σημεία του παιχνιδιού, είναι πολύ πιθανό να αποδεχθεί το «κλειδεί» που θα ανοίξει την… πόρτα του τελικού.
Ως συνήθως, οι «σετεμπέλο» ξεκίνησαν τη διοργάνωση στο… ρελαντί. Εδωσαν μόνο δύο ματς στην Α΄ φάση (αφού στον όμιλό τους ήταν ο Καναδάς που τέθηκε εκτός λόγω κορονοϊού), όπου συνέτριψαν 22-4 την αδύναμη Νότια Αφρική, αλλά έχασαν 14-12 από την Ισπανία.
Στο χιαστί παιχνίδι επιβλήθηκαν ευκολότερα του αναμενομένου της Αυστραλίας 17-6 και στον προημιτελικό «πέταξαν» εκτός συνέχειας τους οικοδεσπότες Ούγγρους (11-10), σε ένα ματς όπου προηγήθηκαν 11-7 δύο λεπτά πριν τη λήξη.
Ελλάδα και Ιταλία έχουν συναντηθεί δέκα φορές στο παρελθόν σε Παγκόσμια Πρωταθλήματα, με την εθνική να μετράει τέσσερις νίκες (δύο εκ των οποίων το 2015 στο Καζάν, στο δρόμο για το χάλκινο μετάλλιο) και έξι ήττες, τελευταία εκ των οποίων στον προημιτελικό της Γκουανγκζού (7-6).
Συνολικά, σε 132 αγώνες μεταξύ των δύο ομάδων, η «γαλανόλευκη» έχει μόλις 26 νίκες, 12 ισοπαλίες και 94 ήττες. Ενδιαφέρον έχει πάντως ότι οι δυο ομάδες δεν έχουν αναμετρηθεί ποτέ σε ημιτελικό μεγάλης διοργάνωσης.
Στις τρεις από τις τέσσερις προηγούμενες παρουσίες της στην τετράδα ενός Παγκοσμίου Πρωταθλήματος (όπου μετράει ισάριθμες ήττες), η εθνική βρέθηκε αντιμέτωπη με την Ουγγαρία, όπως συνέβη και στους Ολυμπιακούς του Τόκιο, όμως οι Ιταλοί «χάλασαν» το σενάριο επανάληψης ενός τέτοιου ημιτελικού, νικώντας τους Μαγυάρους.
Ο τίτλος που κατέκτησε το 2019 στη Νότια Κορέα ήταν ο τέταρτος συνολικά σε Παγκόσμια Πρωταθλήματα για την Ιταλία (1978, 1994 και 2011 οι προηγούμενοι), που έχει επίσης δύο ασημένια μετάλλια κι ένα χάλκινο.
Περίοπτη θέση στο παλμαρέ των «σετεμπέλο» κατέχουν τα τρία χρυσά Ολυμπιακά μετάλλια (1948, 1960, 1992), ενώ η συλλογή τους εμπλουτίζεται από δύο ασημένια και τρία χάλκινα σε Ολυμπιακούς Αγώνες, καθώς και τρεις ευρωπαϊκούς τίτλους.
Ο δεύτερος ημιτελικός του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος της Βουδαπέστης θα φέρει ανετιμέτωπες την Ισπανία και την Κροατία, όπως και το 2019 στη Γκουανγκζού, όπου οι Ιβηρες είχαν επικρατήσει με 6-5.
Ο αγώνας αυτός θα αρχίσει στις 8:30 μ.μ. (ώρα Ελλάδας), καθώς οι Ούγγροι κράτησαν το βραδινό (22:00) ματς για την εθνική τους ομάδα, παρότι πρόκειται για αγώνα κατάταξης.