«Θερμά συγχαρητήρια για τη διοργάνωση του συνεδρίου και θα ήθελα να προσυπογράψω αυτό το οποίο είπε ο κ. Χατζηνικολάου ως προς την ποιότητα των ομιλητών που θα συμμετάσχουν στα πάνελ, επισημαίνοντας ότι ακριβώς η ποικιλία των θεματικών αναδεικνύει και την πολυπλοκότητα του προβλήματος του δημογραφικού, τη συνθετότητά του», ανέφερε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης μιλώντας στο συνέδριο «Δημογραφικό 2023 – Ώρα για δράση».
Τόνισε ότι πρόσφατα η Ελληνική Στατιστική Αρχή σήμανε ίσως τον πιο ηχηρό συναγερμό όλων των τελευταίων ετών για το δημογραφικό, που με βάση τα εξαιρετικά αποκαρδιωτικά στοιχεία του 2022 η χώρα κατέγραψε ουσιαστικά μία γέννηση ανά δύο θανάτους, μιλώντας για ένα αρνητικό ισοζύγιο το οποίο δυστυχώς κλιμακώνεται εδώ και σχεδόν μισό αιώνα. «Σίγουρα έπαιξε το ρόλο της και η πανδημία, όμως πρέπει να βλέπουμε τις διαχρονικές τάσεις και αυτές είναι εξαιρετικά ανησυχητικές», είπε χαρακτηριστικά.
Το συνέδριο, όπως είπε «έρχεται να εξετάσει έναν εθνικό κίνδυνο ο οποίος βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, έναν κίνδυνο που όμως δεν πρέπει να γίνει καθεστώς». Πρόσθεσε ότι πρόκειται για ένα πρόβλημα που απασχολεί τη Δύση, σχεδόν όλες τις ανεπτυγμένες κοινωνίες, συνδέεται με τον σύγχρονο τρόπο ζωής. «Στη δικιά μας πατρίδα όμως επιβαρύνεται κι από άλλες ιδιαιτερότητες. Η αλήθεια είναι ότι ο λαός μας είναι σήμερα από τους πιο γερασμένους στην Ευρώπη. Την τελευταία πενταετία οι Ελληνίδες ηλικίας 20-40 ετών μειώθηκαν κατά 150.000 ως αποτέλεσμα μιας πτώσης των γεννήσεων που ουσιαστικά ξεκίνησε τη δεκαετία του ’80. Επιπλέον πρέπει να τονίσουμε ότι αυτή η πληθυσμιακή υποχώρηση δεν εκδηλώνεται ισομερώς στην επικράτεια. Έχει εξάρσεις σε συγκεκριμένες περιοχές και αυτό σημαίνει ότι δεν αρκούν μόνο εθνικές στρατηγικές αλλά απαιτούνται και συγκεκριμένες τοπικές πρόνοιες, με τη συνολική πάντως δημογραφική κατάρρευση να καθίσταται κυριολεκτικά ένα υπαρξιακό στοίχημα για το μέλλον μας. Και μάλιστα σε μία συγκυρία όπου πολλοί άλλοι δείκτες το προδιαγράφουνε εξαιρετικά ευοίωνο. Γιατί πράγματι η πατρίδα μας έχει σήμερα αφήσει για τα καλά πίσω της την οικονομική κρίση, σημειώνει πολύ υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, μειώνοντας την ανεργία, παρά τις δυσκολίες το διαθέσιμο εισόδημα εξακολουθεί να στηρίζεται, όμως τι νόημα θα έχει μια τέτοια ελπιδοφόρα, αισιόδοξη φωτεινή πορεία εάν παράλληλα η σκιά της συρρίκνωσης απλώνεται πάνω στους πρωταγωνιστές της, πάνω στις Ελληνίδες και τους Έλληνες του αύριο. Και σε αυτό ακριβώς το μεγάλο στοίχημα απαντά η ίδρυση του υπουργείου Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας ώστε η χώρα να μπορέσει επιτέλους να ενοποιήσει τις προτεραιότητές της σε ένα εθνικό σχέδιο για το βασικό κύτταρο της κοινωνίας, την οικογένεια, συντονίζοντας καλύτερα τα μέτρα που προωθεί η πολιτεία σε πολλά διαφορετικά επίπεδα».
Τόνισε ότι σε πολλά επίπεδα απλώνεται και ο κίνδυνος μείωσης του πληθυσμού μας με συνέπειες γεωστρατηγικές για ένα έθνος σε μια κομβική περιοχή του χάρτη ενώ συνδέεται άμεσα και με την παραγωγικότητα του τόπου, με την πρόοδο των πολιτών, με τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού μας συστήματος, κυρίως όμως συνδέεται με την ευημερία των επόμενων γενιών».
Ο πρωθυπουργός υπογράμμισε πως γνωρίζουμε ότι δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις ούτε επιλογές που μπορούν να φέρουν γρήγορα αποτελέσματα. Το δημογραφικό συνεπάγεται μια πολύχρονη και συχνά άνιση προσπάθεια και βεβαίως προϋποθέτει πολλούς συμμάχους, από το κράτος και τις επιχειρήσεις μέχρι τους ίδιους τους πολίτες γιατί κι εκείνοι συμμετέχουν προφανώς στις εξελίξεις ως φορείς συγκεκριμένων αντιλήψεων και συμπεριφορών.
«Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σε ολόκληρο τον κόσμο βρισκόμαστε πια στο μεταίχμιο της λεγόμενης δεύτερης δημογραφικής μετάβασης», επεσήμανε και έδωσε τα χαρακτηριστικά της εικόνας που διαμορφώνεται στον αναπτυγμένο κόσμο.
«Ταυτόχρονα αλλάζει και το προσωπικό όραμα ευτυχίας των νέων ανθρώπων. Το ίδιο και το μοντέλο της σύγχρονης οικογένειας το οποίο είναι πια πιο απαιτητικό αλλά και μερικές φορές πιο απρόσιτο», πρόσθεσε τονίζοντας ότι η άμυνα απέναντι σ’ αυτά τα νέα δεδομένα σίγουρα δεν μπορεί να αναζητηθεί σε όσα ίσχυαν πριν από κάποιες δεκαετίες.
Μίλησε για την ανάγκη εναρμονισμού της επαγγελματικής με την οικογενειακή ζωή, τη φροντίδα της δημόσιας υγείας ώστε η τρίτη ηλικία να παραμένει ενεργή και τη δημιουργία πολλών καλών θέσεων εργασίας για νέους με στόχους να μπορούν με καλές προοπτικές να φτιάχνουν τη ζωή τους στον τόπο τους.
Στο σημείο αυτό ανέφερε ότι καθώς βρισκόμαστε στην αρχή της δεύτερης θητείας της κυβέρνησης με νωπή ισχυρή λαϊκή εντολή, δεν έχουμε ξεκινήσει από το μηδέν καθώς τα τέσσερα προηγούμενα χρόνια αυξήθηκε το αφορολόγητο για νοικοκυριά με παιδιά, κάτι που μεγαλώνει τώρα κατά 1.000 ευρώ για κάθε παιδί, ενώ μία από τις πρώτες αποφάσεις της κυβέρνησης το 2019 ήταν η χορήγηση εφάπαξ επιδόματος 2.000 ευρώ για κάθε νέα γέννηση στην πατρίδα μας και ήδη αιχμή των αυξημένων μισθών στο Δημόσιο από 1η Ιανουαρίου του 2024 είναι η οικογένεια η οποία στηρίζεται με πρόσθετες μισθολογικές αυξήσεις ενώ όλα τα βρεφικά και παιδικά είδη έχουν μεταφερθεί στο χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ. Αναφέρθηκε και σε άλλα μέτρα όπως η επέκταση των γονικών αδειών γιατί όπως είπε οι οικονομικοί όροι είναι η μία πλευρά του ζητήματος, ενώ η άλλη αφορά τις γενικότερες συνθήκες. Επεσήμανε ακόμη ότι την τεκνοποίηση ευνοούν και άλλες πρωτοβουλίες όπως ο εκσυγχρονισμός της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής που δρομολογήθηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση.
Ο δισταγμός νέων ζευγαριών να κάνουν παιδιά είναι πολυπαραγοντικός είπε ακόμη και τόνισε ότι σε αυτή την παράμετρο ευθύνονται δράσεις όπως το πρόγραμμα «Σπίτι μου» για την πρώτη κατοικία 150.000 νέων, ή ο θεσμός του Πρώτου Ενσήμου που ευνοεί την είσοδο στην εργασία χωρίς προϋπηρεσία. Τόνισε ότι αν και γενναίες ούτε αυτές οι πρωτοβουλίες αρκούν καθώς καραδοκεί το παράλληλο μέτωπο της γήρανσης του πληθυσμού.
«Έχουμε ανάγκη από πολλά περισσότερα παιδιά. Έχουμε ανάγκη όμως κι από υγιείς πολίτες μεγαλύτερης ηλικίας», είπε τονίζοντας τη σημασία των πολιτικών της δημόσιας υγείας στο επίπεδο της θεραπείας αλλά και της πρόληψης.
Πρόσθεσε ότι πρόσφατα για πρώτη φορά αποφασίστηκε σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ότι το ζήτημα της γήρανσης του ευρωπαϊκού πληθυσμού είναι μια κρίσιμη προτεραιότητα την οποία πρέπει να αναδείξουμε σε επίπεδο ευρωπαϊκών πολιτικών.
Υπογράμμισε τον καθοριστικό ρόλο της εργασίας που θα χρηματοδοτεί τις επιλογές των νέων ανθρώπων στους σημαντικούς σταθμούς της ζωής τους και τόνισε ότι γίνεται καθοριστικός ο ρόλος της ανάπτυξης σε όλες της τις εκφράσεις, από τις επενδύσεις που θα φέρουν θέσεις εργασίας μέχρι την αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας. Και από την αντιστροφή του brain drain ή την ενσωμάτωση μέρους των μεταναστών μέχρι τους καλύτερους μισθούς.
«Αντίμετρο λοιπόν στη μείωση του συνολικού πληθυσμού αποτελεί και η μείωση του οικονομικά ενεργού πληθυσμού», είπε και τόνισε πως δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι όσα γίνονται στη χώρα αρκούν για να αλλάξουν τα δραματικά δεδομένα ούτε για να αντιστρέψουν τάσεις δεκαετιών. Είπε πως δεν τρέφει αυταπάτες αλλά και πως για τη δημογραφική ανάταξη, η οποία βέβαια θα πάρει καιρό και τα αποτελέσματά της θα τα δούμε σε βάθος δεκαετιών χρειαζόμαστε ένα συνεκτικό σχέδιο, συνεκτικά μέτρα και εφαρμογή τους σε βάθος χρόνου.
Ο πρωθυπουργός έκλεισε την παρέμβασή του με την ευχή το συνέδριο να είναι παραγωγικό, γόνιμο και χρήσιμο και για την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου αλλά και με την ευχή η αντιμετώπιση του δημογραφικού να μπορέσει να ενώσει όλες τις πολιτικές δυνάμεις σε μια κοινή διαδρομή χωρίς λαϊκίστικες και χωρίς εθνικιστικές κορώνες. Δεν πρόκειται εξάλλου για κομματικό χρέος, πρόκειται για εθνικό χρέος και σας βεβαιώνω ότι η κυβέρνηση θα υπηρετήσει αυτό το εθνικό σχέδιο, έτοιμη να εμπλουτίσει τις θέσεις της με κάθε θετική πρόταση και με χρήσιμες ιδέες που είμαι σίγουρος ότι θα ακουστούν εδώ».
Αναλυτικά κατά την ομιλία του στο συνέδριο «Δημογραφικό 2023 – Ώρα για δράση», ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε:
«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι στην Κυβέρνηση και στη Βουλή, νέε εκλεγμένε Περιφερειάρχη Αττικής κ. Χαρδαλιά, κ. Χατζηνικολάου, κ. Καραβία, κυρίες και κύριοι,
Καταρχάς θερμά συγχαρητήρια στους διοργανωτές του σημερινού συνεδρίου και θα ήθελα να προσυπογράψω αυτό το οποίο είπε ο κ. Χατζηνικολάου ως προς την ποιότητα των ομιλητών που θα συμμετάσχουν στα πάνελ τα οποία έχουν προγραμματιστεί μετά την εναρκτήρια συνεδρίαση.
Είναι πραγματικά εξαιρετικά, όπως είχα την ευκαιρία να τα διατρέξω, και νομίζω ότι ακριβώς αυτή η ποικιλία των θεματικών που θα αναδειχθούν στη συνέχεια των συζητήσεων αναδεικνύει και την περιπλοκότητα του προβλήματος του δημογραφικού, τη συνθετότητά του και επιτρέψτε μου, σε αυτήν την κατεύθυνση, να μοιραστώ μαζί σας λίγες εισαγωγικές σκέψεις.
Όπως είπε και ο κ. Χατζηνικολάου, πολύ πρόσφατα η Ελληνική Στατιστική Αρχή σήμανε ίσως τον πιο ηχηρό συναγερμό όλων των τελευταίων ετών για το δημογραφικό. Τα στοιχεία του 2022 ήταν όντως εξαιρετικά αποκαρδιωτικά. Η χώρα κατέγραψε ουσιαστικά μία γέννηση ανά δύο θανάτους. Είναι ένα αρνητικό ισοζύγιο, το οποίο όμως, δυστυχώς, κλιμακώνεται εδώ και σχεδόν μισό αιώνα.
Σίγουρα έπαιξε τον ρόλο της και η πανδημία, όμως πρέπει να βλέπουμε τις διαχρονικές τάσεις και αυτές είναι εξαιρετικά ανησυχητικές. Έρχεται, λοιπόν, το σημερινό συνέδριο να εξετάσει έναν εθνικό κίνδυνο ο οποίος βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, έναν κίνδυνο που όμως δεν πρέπει να γίνει καθεστώς.
Πρόκειται, βεβαίως, για ένα πρόβλημα το οποίο απασχολεί όλη τη Δύση, απασχολεί σχεδόν όλες τις ανεπτυγμένες κοινωνίες, συνδέεται με τον σύγχρονο τρόπο ζωής. Στη δική μας πατρίδα, όμως, επιβαρύνεται και από άλλες ιδιαιτερότητες.
Η αλήθεια είναι ότι ο λαός μας είναι σήμερα από τους πιο γερασμένους στην Ευρώπη. Την τελευταία πενταετία οι Ελληνίδες ηλικίας 20 έως 40 ετών μειώθηκαν κατά 150.000, ως αποτέλεσμα μιας πτώσης των γεννήσεων που ουσιαστικά ξεκίνησε τη δεκαετία του ‘80.
Επιπλέον, πρέπει να τονίσουμε ότι αυτή η πληθυσμιακή υποχώρηση δεν εκδηλώνεται ισομερώς στην επικράτεια, έχει εξάρσεις σε συγκεκριμένες περιοχές. Αυτό σημαίνει ότι δεν αρκούν μόνο εθνικές στρατηγικές, αλλά απαιτούνται και συγκεκριμένες τοπικές πρόνοιες, με τη συνολική, πάντως, δημογραφική κατάρρευση να καθίσταται κυριολεκτικά ένα υπαρξιακό στοίχημα για το μέλλον μας.
Και μάλιστα, σε μια συγκυρία όπου πολλοί άλλοι δείκτες το προδιαγράφουν εξαιρετικά ευοίωνο. Γιατί, πράγματι, σήμερα η πατρίδα μας έχει αφήσει πίσω της για τα καλά την οικονομική κρίση. Σημειώνει πολύ υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, μειώνοντας την ανεργία. Παρά τις δυσκολίες, το διαθέσιμο εισόδημα εξακολουθεί να στηρίζεται.
Όμως, τι νόημα θα έχει μια τέτοια ελπιδοφόρα, αισιόδοξη, φωτεινή πορεία, εάν παράλληλα η σκιά της συρρίκνωσης απλώνεται πάνω στους πρωταγωνιστές της, πάνω στις Ελληνίδες και τους Έλληνες του αύριο.
Σε αυτό ακριβώς το μεγάλο στοίχημα απαντά η ίδρυση του Υπουργείου Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, ώστε η χώρα να μπορέσει επιτέλους να ενοποιήσει τις προτεραιότητές της σε ένα εθνικό σχέδιο για το βασικό κύτταρο της κοινωνίας: την οικογένεια. Συντονίζοντας καλύτερα τα μέτρα που προωθεί η Πολιτεία σε πολλά διαφορετικά επίπεδα: στην οικονομία, στην εργασία, στη στέγη, στην παιδεία, αλλά και στην καθημερινή ζωή.
‘Αλλωστε, σε πολλά πεδία απλώνεται και ο κίνδυνος μείωσης του πληθυσμού μας. Έχει προφανώς συνέπειες γεωστρατηγικές, για ένα έθνος σε μια κομβική περιοχή του χάρτη, και αυτό αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία.
Συνδέεται, όμως, άμεσα και με την παραγωγικότητα του τόπου, με την πρόοδο των πολιτών. Συνδέεται άμεσα, όπως ακούσαμε και στην εισαγωγή του κ. Χατζηνικολάου και θα ακούσουμε και στη συνέχεια, με τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού μας συστήματος. Κυρίως, όμως, συνδέεται με την ευημερία των επόμενων γενιών.
Ξέρουμε φυσικά -και θέλω να το ξεκαθαρίσω εξ αρχής- ότι εδώ δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις, ούτε υπάρχουν επιλογές οι οποίες μπορούν να φέρουν γρήγορα αποτελέσματα. Το δημογραφικό συνεπάγεται μια πολύχρονη και συχνά άνιση προσπάθεια. Και, βεβαίως, προϋποθέτει πολλούς συμμάχους: το κράτος και τις επιχειρήσεις μέχρι τους ίδιους τους πολίτες, γιατί και εκείνοι συμμετέχουν προφανώς στις εξελίξεις, ως φορείς συγκεκριμένων αντιλήψεων και συμπεριφορών.
Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σε ολόκληρο τον κόσμο βρισκόμαστε πια στο μεταίχμιο της λεγόμενης «δεύτερης δημογραφικής μετάβασης». Τα ζευγάρια κάνουν οικογένειες σε μεγαλύτερες ηλικίες, κάνουν όμως ταυτόχρονα και λιγότερα παιδιά από παλιά. Με πιο πολλές πια -και αυτή είναι η θετική πτυχή της εξέλιξης της κοινωνικής στον ανεπτυγμένο κόσμο- εργαζόμενες γυναίκες, αλλά όχι κατ’ ανάγκη ισομερές μοίρασμα της οικογενειακής φροντίδας.
Αλλά, φυσικά, και μία άλλη θετική εξέλιξη: την αύξηση του προσδόκιμου ζωής που συντείνει στη γήρανση των δυτικών λαών. Ταυτόχρονα, αλλάζει και το προσωπικό όραμα ευτυχίας των νέων ανθρώπων. Το ίδιο και το μοντέλο της σύγχρονης οικογένειας, το οποίο πια είναι πιο απαιτητικό. Αλλά είναι και μερικές φορές πιο απρόσιτο καθώς συμπιέζεται σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο εργασιακό και κοινωνικό περιβάλλον, με την ανασφάλεια συχνά να κυριαρχεί στην ψυχολογία πολλών νέων ανθρώπων.
Ενώ, η άμυνα απέναντι σε αυτά τα νέα δεδομένα σίγουρα δεν μπορεί να αναζητηθεί σε όσα ίσχυαν πριν από κάποιες δεκαετίες. Μιλάμε, με άλλα λόγια, για μία εξαιρετικά σύνθετη πρόκληση, που παραπέμπει σε πολύμορφες δράσεις, αφαιρώντας εμπόδια για όσους θέλουν να γίνουν γονείς, εναρμονίζοντας την οικογενειακή με την επαγγελματική ζωή, φροντίζοντας τη δημόσια υγεία, ώστε η τρίτη ηλικία να παραμένει ενεργή και δημιουργώντας πολλές καλές νέες θέσεις εργασίας για νέους, με στόχο να μπορούν να φτιάχνουν με προοπτικές τη ζωή τους στον τόπο τους.
Για όλα αυτά θα μιλήσει πιο αναλυτικά στη συνέχεια η αρμόδια Υπουργός, η Σοφία Ζαχαράκη. Είναι μία νέα γυναίκα που κατ’ εξοχήν βρίσκεται κοντά στο αντικείμενο του χαρτοφυλακίου της, είναι όμως και ένας ανοιχτός χαρακτήρας που δεν ξέρει μόνο να πράττει και να μιλά, αλλά ξέρει και πολύ καλά να ακούει προτάσεις για τα προβλήματα του χώρου της. Όμως, επιτρέψτε μου, η δική μου παρέμβαση να είναι λίγο πιο επιτελική ως προς τον χαρακτήρα της.
Θέλω να θυμίσω, καθώς βρισκόμαστε στην αρχή της δεύτερης τετραετίας μας, με ανανεωμένη, νωπή, ισχυρή λαϊκή εντολή, ότι δεν έχουμε ξεκινήσει από το μηδέν. Τα τέσσερα προηγούμενα χρόνια, αυξήσαμε το αφορολόγητο για νοικοκυριά με παιδιά. Αυτό μεγαλώνει ξανά τώρα κατά 1.000 ευρώ για κάθε παιδί. Παράλληλα, μία από τις πρώτες αποφάσεις μας, το 2019, ήταν να χορηγήσουμε ένα εφάπαξ επίδομα 2.000 ευρώ για κάθε νέα γέννηση στην πατρίδα μας. Και ήδη, αιχμή των αυξημένων μισθών στο Δημόσιο από 1/1/2024 είναι η οικογένεια, την οποία στηρίζουμε με πρόσθετες μισθολογικές αυξήσεις, ενώ όλα τα βρεφικά και παιδικά είδη έχουν από καιρό μεταφερθεί στο χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ.
Έχει αναδιαμορφωθεί ριζικά το πλαίσιο των γονικών αδειών. Αυτές έχουν επεκταθεί πλέον στον πατέρα, έχουν αυξηθεί χρονικά στους εννέα από τους έξι μήνες, με σημαντική αύξηση των επιδομάτων που τις συνοδεύουν και με ειδικές διευκολύνσεις για γονείς διδύμων, αλλά και για μονογονεϊκές οικογένειες. Γιατί οι οικονομικοί όροι είναι η μία μόνο όψη αυτής της γενικότερης προσπάθειας, η άλλη είναι οι γενικότερες συνθήκες.
Στο ίδιο διάστημα προβλέφθηκε και η χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης για να δημιουργηθούν δεκάδες χιλιάδες θέσεις σε βρεφονηπιακούς σταθμούς, σε κέντρα δημιουργικής απασχόλησης. Στόχος είναι να λειτουργούν περισσότερες ώρες, μέχρι το απόγευμα, μαζί με την επέκταση των ολοήμερων σχολείων, για να μπορούμε να εξυπηρετούμε καλύτερα τους εργαζόμενους γονείς.
Ενώ σύντομα θα ξεκινήσει -με κάποια καθυστέρηση είναι η αλήθεια- ο θεσμός των «Νταντάδων της Γειτονιάς». Το αναθεωρημένο πλαίσιο και η αύξηση του voucher που θα φτάνει μέχρι τα 500 ευρώ το μήνα για κάθε παιδί, δείχνει την προσήλωσή μας στο στόχο της ισότητας και της εναρμόνισης της επαγγελματικής και της οικογενειακής ζωής.
Την τεκνοποίηση, τέλος, ευνοούν και άλλες πρωτοβουλίες, όπως ο πολύ σημαντικός εκσυγχρονισμός της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής που δρομολογήθηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση. Έτσι, με δεδομένο ότι οι παραγωγικές ηλικίες των Ελληνίδων δυστυχώς μειώνονται, η κρυοσυντήρηση γενετικού υλικού και η εξωσωματική γονιμοποίηση γίνονται ακόμα ένα παράθυρο για όσες θέλουν να γίνουν μητέρες έως και τα 54 τους έτη.
Θα επαναλάβω, ωστόσο, ότι αυτή η δημογραφική συρρίκνωση οφείλεται σε πολλές αιτίες. Ο δισταγμός νέων ζευγαριών να κάνουν παιδιά είναι πολυπαραγοντικός. Σε αυτόν τον δισταγμό απευθύνονται δράσεις όπως το πρόγραμμα «Σπίτι μου», για την πρώτη κατοικία 150.000 νέων. Καταλαβαίνετε πόσο δύσκολο είναι για ένα νέο ζευγάρι να προχωρήσει στο να κάνει παιδιά ή να προχωρήσει συχνά από το πρώτο στο δεύτερο παιδί, από το δεύτερο στο τρίτο παιδί, αν αισθάνονται ανασφάλεια για το πού θα κατοικήσουν. Πόσω μάλλον σε ένα περιβάλλον όπου τα ενοίκια αυξάνονται, γι’ αυτό και το πρόγραμμα αυτό έχει τόσο μεγάλη σημασία και γι’ αυτό και υπήρξε αυτή η εντυπωσιακά θετική ανταπόκριση από τους μελλοντικούς δικαιούχους.
Ο θεσμός του «Πρώτου Ενσήμου», που ευνοεί την είσοδο στην εργασία χωρίς προϋπηρεσία. Η εργασία είναι πολύ σημαντική προϋπόθεση, κυρίως η σταθερή εργασία και η προβλεψιμότητα στην εργασία, για να πάρει κάποιος μία απόφαση να προχωρήσει στο να κάνει παιδιά.
Και αν και γενναίες, όμως ούτε και αυτές οι μεταρρυθμίσεις αρκούν, καθώς ταυτόχρονα καραδοκεί το παράλληλο μέτωπο της γήρανσης του πληθυσμού. Έχουμε προφανώς ανάγκη από πολλά περισσότερα παιδιά, έχουμε ανάγκη όμως και από υγιείς πολίτες μεγαλύτερης ηλικίας.
Γι’ αυτό και πλευρά της πολιτικής μας και για το δημογραφικό είναι και οι πολιτικές της δημόσιας υγείας, τόσο στο επίπεδο της θεραπείας, αλλά ειδικά στο επίπεδο της πρόληψης. Το δωρεάν πρόγραμμα εξετάσεων «Σπύρος Δοξιάδης» έχει εξαιρετικά μεγάλη σημασία. Είναι το πρώτο οργανωμένο εγχείρημα έγκαιρης διάγνωσης στη χώρα, το οποίο τώρα επεκτείνεται σε όλον τον πληθυσμό και για όλες τις βασικές ασθένειες.
Όμως και πρωτοβουλίες όπως ο τελευταίος νόμος για την απασχόληση των συνταξιούχων, έρχονται να καταστήσουν τη λεγόμενη τρίτη ηλικία όχι μόνο υγιή, αλλά και ενεργή. Γιατί και ο τομέας της εργασίας των πολιτών μίας χώρας αποτελεί πλέον παράγοντα ανανέωσης του αριθμού της.
Και μάλιστα, θέλω να τονίσω ότι αυτή η συζήτηση για το δημογραφικό δεν αφορά μόνο την πατρίδα μας. Πρόσφατα, για πρώτη φορά, αποφασίσαμε σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ότι το ζήτημα της γήρανσης του ευρωπαϊκού πληθυσμού είναι μια κρίσιμη προτεραιότητα, την οποία πρέπει να αναδείξουμε σε επίπεδο ευρωπαϊκών πολιτικών.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε, μάλιστα, πριν από λίγες μέρες μία πολύ ενδιαφέρουσα «δημογραφική εργαλειοθήκη» με μία λίστα πολιτικών κατευθύνσεων, αλλά και χρηματοδοτικών μέσων, ώστε τα κράτη-μέλη να μπορούν να ανταπεξέλθουν στις προκλήσεις του κοινού κινδύνου και πρωταγωνιστής εκεί είναι και πάλι η απασχόληση.
Πρόκειται για παράγοντα που διατρέχει σήμερα όλη την αλυσίδα επιλογών που έχει ένας νέος άνθρωπος. Μία διαδρομή που ξεκινά πρώτα και πάνω απ’ όλα από τη δυνατότητα να μείνει και να εργαστεί στον τόπο του. Συνεχίζεται με τον προβληματισμό τού να δημιουργήσει οικογένεια, καταλήγει στην απόφαση να κάνει παιδιά και σε όλους αυτούς τους σταθμούς καθοριστική είναι και η σημασία της εργασίας που θα τους χρηματοδοτεί.
Γίνεται, συνεπώς, καθοριστικός ο ρόλος της ανάπτυξης σε όλες τις εκφράσεις: από τις επενδύσεις που θα φέρουν θέσεις εργασίας, μέχρι την αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας και από την αντιστροφή του brain drain ή την ενσωμάτωση μέρους των μεταναστών, μέχρι τους καλύτερους μισθούς. Αντίμετρο, λοιπόν, στη μείωση του συνολικού πληθυσμού αποτελεί και η μείωση του οικονομικά ενεργού πληθυσμού.
Δεν θα ισχυριστώ, κυρίες και κύριοι, ότι όσα γίνονται στη χώρα αρκούν για να αλλάξουν τα πραγματικά δεδομένα, ούτε για να αντιστρέψουν τάσεις δεκαετιών. Το είπα και στην αρχή, δεν τρέφω αυταπάτες. Ξέρω, όμως, ότι συνώνυμα της δημογραφικής ανάταξης -η οποία, όπως σας είπα, θα πάρει καιρό- τα αποτελέσματα της σημερινής πολιτικής θα τα δούμε σε βάθος δεκαετιών. Χρειαζόμαστε, όμως, ένα συνεκτικό σχέδιο. Χρειαζόμαστε συνεκτικά μέτρα και εφαρμογή τους σε βάθος χρόνου.
Η πείρα δείχνει ότι οι υψηλοί στόχοι δεν είναι παρά μεγάλα λόγια που τελικά κρύβουν, όμως, τον δρόμο προς τη λύση. Η Ελλάδα έχει, από την άλλη, ανάγκη από μια ρεαλιστική στροφή σε συγκεκριμένες επιδιώξεις: πρώτα και πάνω απ’ όλα, η σταθεροποίηση των γεννήσεων. Αμέσως μετά, η σταδιακή αναστροφή της πτωτικής πορείας τους, με οδηγό το Εθνικό Σχέδιο Δράσης, πτυχές τού οποίου μόλις σας παρουσίασα. Με οριζόντιες πολιτικές που θα αφορούν όλα τα πεδία της δημόσιας ζωής και με κοινό νήμα που θα διαπερνά η ανάπτυξη του τόπου.
Κλείνω, με την ευχή το συνέδριό σας να είναι παραγωγικό, γόνιμο και χρήσιμο και για την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου, αλλά κλείνω και με την ευχή η αντιμετώπιση του δημογραφικού να μπορέσει να ενώσει όλες τις πολιτικές δυνάμεις σε μια κοινή διαδρομή, χωρίς λαϊκίστικες και χωρίς εθνικιστικές κορώνες. Δεν πρόκειται, εξάλλου, για κομματικό χρέος, πρόκειται για εθνικό χρέος. Και σας βεβαιώνω ότι η Κυβέρνηση θα υπηρετήσει αυτό το Εθνικό Σχέδιο, έτοιμη να εμπλουτίσει τις θέσεις της με κάθε θετική πρόταση και με χρήσιμες ιδέες που είμαι σίγουρος ότι θα ακουστούν και εδώ.
Συγχαρητήρια και πάλι για την διοργάνωση του συνεδρίου και σας εύχομαι καλή επιτυχία».