«Λάθος»: ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν άσκησε την πιο σκληρή κριτική του μέχρι τώρα στον τρόπο που διεξάγει η κυβέρνηση του ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Λωρίδα της Γάζας, ενώ η τελευταία έχει κληθεί να δώσει αργότερα σήμερα απαντήσεις στο Ανώτατο Δικαστήριο για το πώς χειρίζεται το ζήτημα των παραδόσεων ανθρωπιστικής βοήθειας στον παλαιστινιακό θύλακο, που απειλείται από λιμό.
Έξι μήνες και πλέον αφότου ξέσπασε ο πόλεμος, με έναυσμα επίθεση της Χαμάς στο νότιο Ισραήλ, οι επιχειρήσεις αυτές συνεχίζονται και κατά τη διάρκεια της νύχτας, αυτόπτες μάρτυρες έκαναν λόγο για πολύνεκρα αεροπορικά πλήγματα στο βόρειο και στο κεντρικό τμήμα του θυλάκου, την ημέρα που ο μουσουλμανικός κόσμος θεωρητικά γιορτάζει το Έιντ αλ Φιτρ, το τέλος του Ραμαζανιού.
Στο Κάιρο, οι χώρες που μεσολαβούν στις έμμεσες διαπραγματεύσεις -Κατάρ, Αίγυπτος, ΗΠΑ- έβαλαν προ ημερών στο τραπέζι νέα πρόταση τριών σταδίων.
Το πρώτο προβλέπει κατάπαυση του πυρός για έξι εβδομάδες, την απελευθέρωση 42 ισραηλινών ομήρων και σε αντάλλαγμα 800 ως 900 Παλαιστινίων που βρίσκονται σε ισραηλινές φυλακές, την είσοδο 400 ως 500 φορτηγών με τρόφιμα στον θύλακο καθημερινά και την επιστροφή στα σπίτια τους κατοίκων της βόρειας Γάζας που αναγκάστηκαν να τα εγκαταλείψουν εξαιτίας του πολέμου, εξήγησε πηγή του Γαλλικού Πρακτορείου στη Χαμάς.
Το παλαιστινιακό ισλαμιστικό κίνημα ανακοίνωσε πως «μελετά» την πρόταση και αναμένεται πλέον να δώσει απάντηση στους μεσολαβητές. Τόνισε ωστόσο πως το Ισραήλ «δεν ικανοποίησε κανένα» από τα αιτήματα του ιδίου κι άλλων παλαιστινιακών οργανώσεων. Ο Λευκός Οίκος δεν βρήκε «πολύ ενθαρρυντικά» τα σχόλια αυτά.
«Αυτό που ζητάω είναι οι Ισραηλινοί να κηρύξουν κατάπαυση του πυρός» και «να επιτρέψουν τις έξι ή τις οκτώ επόμενες εβδομάδες πλήρη πρόσβαση στα τρόφιμα και στα φάρμακα που μεταφέρονται» στον θύλακο, είπε ο κ. Μπάιντεν κατά τη διάρκεια συνέντευξης που παραχώρησε στο ισπανόφωνο τηλεοπτικό δίκτυο Univision.
«Θεωρώ ότι αυτό που κάνει είναι λάθος. Δεν συμφωνώ με την προσέγγισή του», είπε εξάλλου ο πρόεδρος των ΗΠΑ ερωτηθείς σχετικά με τον τρόπο που διεξάγονται οι στρατιωτικές επιχειρήσεις του Ισραήλ.
Αργότερα σήμερα, το συμβούλιο εθνικής ασφαλείας του πρωθυπουργού Νετανιάχου αναμένεται να συνεδριάσει για να εξετάσει το σχέδιο κατάπαυσης του πυρός.
«100 χρόνια πίσω»
Παρά τις προειδοποιήσεις από ξένες πρωτεύουσες, συμπεριλαμβανομένης της Ουάσιγκτον, του κυριότερου συμμάχου του Ισραήλ, ο κ. Νετανιάχου επιμένει να δηλώνει αποφασισμένος να διατάξει χερσαία επίθεση ευρείας κλίμακας στη Ράφα, που παρουσιάζει ως το τελευταίο οχυρό της Χαμάς, η οποία ασκεί την εξουσία στη Λωρίδα της Γάζας από το 2007.
Στην πόλη αυτή, πάνω στα κλειστά σύνορα με την Αίγυπτο, έχουν καταφύγει κάπου ενάμισι εκατομμύριο άνθρωποι, στην πλειονότητά τους εκτοπισμένοι -πολλοί πάνω από μια φορά- από άλλους τομείς του θυλάκου. Εκφράζονται φόβοι πως ο ήδη πολύ βαρύς απολογισμός των θυμάτων στις τάξεις των αμάχων θα χειροτερέψει ακόμα περισσότερο σε περίπτωση που προχωρήσει η προαναγγελθείσα επίθεση ευρείας κλίμακας.
Την Κυριακή, το Ισραήλ ανακοίνωσε πως απέσυρε τα στρατεύματά του από τη γειτονική Χαν Γιούνις, που έχει ισοπεδωθεί σχεδόν όλη έπειτα από πολύμηνους βομβαρδισμούς και άγριες μάχες.
«Γυρίσαμε 100 χρόνια πίσω. Όπως μπορείτε να διαπιστώσετε, δεν έχουμε πια ασφαλή στέγη, ούτε ρούχα, ούτε τρεχούμενο νερό, ούτε δρόμους, ο κόσμος προσπαθεί να χειριστεί αυτή την κατάσταση», είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Σαλίμ Σουράμπ, κάτοικος που επέστρεψε στην πόλη του.
«Ειλικρινά, δεν ξέρω πια που είναι το σπίτι μου… θέλω να πω, σε αυτή την περιοχή ήταν, αλλά πλέον δεν μπορώ να πω που ήταν ακριβώς», πρόσθεσε, ανάμεσα στα συντρίμμια.
Οι μονάδες του ισραηλινού στρατού αποσύρθηκαν από τη Χαν Γιούνις για να προετοιμαστούν να «συνεχίσουν τις αποστολές τους στη Ράφα», ανέφεραν οι ισραηλινές αρχές.
«Θα επιτύχουμε την εξάλειψη των ταγμάτων της Χαμάς, συμπεριλαμβανομένων αυτών στη Ράφα» και «καμιά δύναμη στον κόσμο δεν θα μπορέσει να μας σταματήσει», επέμεινε χθες ο πρωθυπουργός Νετανιάχου. Ωστόσο, κατά τον αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν, δεν μοιάζει να επίκειται «άμεσα» ισραηλινή επίθεση στην πόλη.
«Ριζοσπαστική αλλαγή»
Το Ισραήλ βρίσκεται αντιμέτωπο με ολοένα πιο ισχυρή διεθνή πίεση για να επιτρέψει να φθάνουν μεγαλύτερες ποσότητες ανθρωπιστικής βοήθειας στον παλαιστινιακό θύλακο, όπου ουσιαστικά όλος ο πληθυσμός διατρέχει κίνδυνο να λιμοκτονήσει, όπως προειδοποιεί ο ΟΗΕ. Στα μέσα Μαρτίου, πέντε ΜΚΟ προσέφυγαν στο Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ, με την ελπίδα να διατάξει την κυβέρνηση Νετανιάχου να «τηρήσει τις υποχρεώσεις της ως δύναμης κατοχής» παραδίδοντας τη βοήθεια που χρειάζεται απελπιστικά ο άμαχος πληθυσμός.
Έπειτα από μια πρώτη ακροαματική διαδικασία την περασμένη εβδομάδα, το δικαστήριο έδωσε προθεσμία ως σήμερα 10η Απριλίου στην κυβέρνηση για να απαντήσει σε σειρά ερωτημάτων για την πολιτική της ως προς τα ανθρωπιστικά ζητήματα στον θύλακο.
Την παραμονή, οι ισραηλινές αρχές διαβεβαίωσαν πως εισήλθαν στη Λωρίδα της Γάζας 468 φορτηγά με βοήθεια, ο υψηλότερος αριθμός μέσα σε 24 ώρες αφότου ξέσπασε αυτή η σύρραξη.
«Βλέπουμε ριζοσπαστική αλλαγή η οποία, ελπίζουμε, θα συνεχιστεί και θα επεκταθεί», σχολίασε η επικεφαλής της αμερικανικής υπηρεσίας για τη διεθνή ανάπτυξη (USAID), η Σαμάνθα Πάουερ, παροτρύνοντας τις ισραηλινές αρχές να επιτρέψουν να εισέρχονται πάνω από 500 φορτηγά την ημέρα, καθώς η κατάσταση «πλησιάζει στον λιμό», έπειτα από έξι μήνες ασταμάτητων βομβαρδισμών και μαχών.
Ο πόλεμος ξέσπασε την 7η Οκτωβρίου, όταν ο στρατιωτικός βραχίονας της Χαμάς εξαπέλυσε με ορμητήριο τη Λωρίδα της Γάζας έφοδο άνευ προηγουμένου σε νότιους τομείς της ισραηλινής επικράτειας, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 1.170 άνθρωποι, στην πλειονότητά τους άμαχοι, σύμφωνα με απολογισμό του Γαλλικού Πρακτορείου βασισμένο σε επίσημα ισραηλινά δεδομένα.
Σε αντίποινα, η ισραηλινή πολιτικοστρατιωτική ηγεσία ορκίστηκε να «αφανίσει» το παλαιστινιακό ισλαμιστικό κίνημα το οποίο χαρακτηρίζει, όπως και οι ΗΠΑ και η ΕΕ, «τρομοκρατική» οργάνωση, και στη στρατιωτική επιχείρηση που διεξάγει έχουν χάσει τη ζωή τους ως τώρα τουλάχιστον 33.360 άνθρωποι, στην πλειονότητά τους γυναίκες και παιδιά, σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας της Χαμάς.
Πάνω από 250 άνθρωποι απήχθησαν κατά την επίθεση της Χαμάς, από τους οποίους 129 βρίσκονται ακόμη στον παλαιστινιακό θύλακα – ωστόσο τουλάχιστον 34 εξ αυτών πιστεύεται πως έχουν σκοτωθεί, πάντα σύμφωνα με ισραηλινές πηγές.
Χθες, συγγενείς αμερικανοϊσραηλινών ομήρων έγιναν δεκτοί από την αμερικανίδα αντιπρόεδρο Κάμαλα Χάρις στον Λευκό Οίκο.
«Θέλουμε να δούμε αποτελέσματα. Έχουμε ανάγκη οι συγγενείς μας να επιστρέψουν στα σπίτια τους», συνόψισε μιλώντας στον Τύπο μετά τη συνάντηση η Ρέιτσελ Γκόλντμπεργκ, ο γιος της οποίας, ο Χερς, συγκαταλέγεται στους ομήρους.