Διαφορετικές προσεγγίσεις για το πώς πρέπει η Ευρώπη να χειριστεί την Τουρκία ανέπτυξαν οι Φρανσουά Ολάντ και Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, αναπαράγοντας κατ’ ουσίαν τις θέσεις των κυβερνήσεων των χωρών τους. Μιλώντας στο πρώτο πάνελ του Συνεδρίου του Economist, ο μεν τ. Πρόεδρος της Γαλλίας ζήτησε η Τουρκία να πληρώσει τίμημα, αφ’ ης στιγμής «έχει ηγεμονικές βλέψεις τουλάχιστον σε ένα τμήμα της ευρωπαϊκής ηπείρου», την ώρα που ο τ. αντικαγκελάριος της Γερμανίας υποστήριξε ότι οι κυρώσεις δεν αποτελούν λύση αντιπροτείνοντας τη «στρατηγική υπομονή».
Σε μια προσπάθεια να εξηγήσει τη στάση της Δύσης έναντι της Άγκυρας, ο Φρ. Ολάντ παρέθεσε σειρά ερμηνειών, και πρώτα ότι, όπως υποστήριξε, «οι ΗΠΑ πιστεύουν ότι η Τουρκία πρέπει να μείνει εντός του πλαισίου (του ΝΑΤΟ). Και, πολλά κράτη της Ευρώπης που θέλουν να διατηρούν καλές σχέσεις με τις ΗΠΑ -γιατί θέλουν να έχει μέλλον το ΝΑΤΟ- προτιμούν να μην είναι απαιτητικοί έναντι του Προέδρου Ερντογάν. Αυτή είναι η πρώτη εξήγηση.
Η δεύτερη εξήγηση είναι ότι υπάρχουν κάποια κράτη που είναι υπό την επιρροή της Τουρκίας σε εμπορικό και οικονομικό επίπεδο. Δεν θα τα αναφέρω, αλλά είναι τα κράτη που δεν δέχονται να επιβληθούν κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας», επισήμανε ο τ. Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας.
Μια τρίτη ερμηνεία έχει να κάνει με το ότι «υπάρχουν οι Τούρκοι που ζουν στην Ευρώπη, τη Γαλλία, τη Γερμανία -κι αυτό βαραίνει στις αποφάσεις των κυβερνήσεών τους. Νομίζω ότι πολύ καιρό ανεχτήκαμε τη δημιουργία τέτοιων επιρροών μέσα στην Ευρώπη. Ο Ερντογάν πραγματοποιεί προεκλογικές εκδηλώσεις στην Ευρώπη, στη Γερμανία, τη Γαλλία, -κι αυτό εμείς το έχουμε ανεχθεί», δήλωσε εμφατικά επίσης.
«Η Ευρώπη», συνέχισε, «θα πρέπει να αντιληφθεί ότι η Τουρκία έχει ηγεμονικές βλέψεις τουλάχιστον σε ένα τμήμα της ευρωπαϊκής ηπείρου. Η Τουρκία βιώνει σημαντική ύφεση, (ο Ρ. Τ. Ερντογάν) είναι λιγότερο δημοφιλής στη χώρα του, έχει κάνει διάφορες (στρατιωτικές) επιχειρήσεις στη Συρία, πάντα σε σύγκρουση με τους Κούρδους, κρατά διαφωνούντες και διανοούμενους στη φυλακή».
«Η μόνη λύση του Ερντογάν», σύμφωνα με την προσέγγιση Ολάντ, είναι «να ξαναδημιουργήσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία και να αξιοποιήσει τον εθνικισμό. Θα πρέπει ο Πρόεδρος Ερντογάν και η Τουρκία να πληρώσουν το τίμημα για αυτήν την πολιτική», ζήτησε επίσης ο ομιλητής εξηγώντας συγχρόνως το «γιατί»:
«Αν αυτό ισχύει για τον Πούτιν, ισχύει και για τον Ερντογάν Αν αυτοί οι ηγέτες αντιμετωπίσουν κυρώσεις και περιορισμούς που τους δημιουργούν πρόβλημα στην κοινή τους γνώμη, τότε θα μειώσουμε την επιθετικότητά τους».
Ενώ κατέληξε υπογραμμίζοντας το γεγονός ότι το «να έχουμε επιτρέψει, εντός του ΝΑΤΟ, στην Τουρκία να έχει αγοράσει ρωσικούς πυραύλους σε αντίθεση με το πνεύμα της Συμμαχίας, αυτό λέει πολλά για τις υποχωρήσεις ή για τις παραιτήσεις ορισμένων κρατών – μελών του ΝΑΤΟ αρχής γενομένης από τις ΗΠΑ, έναντι της Τουρκίας».
Σε ερώτηση για το προσφυγικό/μεταναστευτικό, ο κ. Ολάντ, αφού επισήμανε εισαγωγικά ότι δεν είναι «καθόλου απίθανη» μια νέα μεταναστευτική κρίση, δήλωσε ότι «ο Ερντογάν μπορεί να την χρησιμοποιήσει ως μορφή πίεσης, να αφήσει μετανάστες να έλθουν στην Ευρώπη, (και) τότε θα δούμε τα hot spots να μην μπορούν πιθανώς να δεχθούν άλλους πρόσφυγες, εκτός αν υπάρχει κατανομή των προσφύγων στην Ευρώπη. Είναι, όμως, μια πρόκληση για την Ευρωπαϊκή Ένωση», τόνισε εξάλλου.
«Μιλάμε και συζητάμε επί μακρόν για τα 400 ασυνόδευτους ανηλίκους, φαντασθείτε πόσος χρόνος θα χρειαστεί για να γίνει ο καταμερισμός 400.000 προσφύγων και μεταναστών. Θα πρέπει, λοιπόν, να προστατέψουμε τα σύνορά μας, να στηρίξουμε χώρες, όπως είναι η Ιταλία, η Ελλάδα, η Μάλτα. Θα πρέπει σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης να έχουμε εκπονήσει σχέδιο κατανομής των προσφύγων», πρότεινε κλείνοντας την ομιλία του ο τ. Πρόεδρος της Γαλλίας.
Από τη δική του πλευρά, ο Ζ. Γκάμπριελ, αφού έθεσε τον προβληματισμό, όπως είπε, ότι η Τουρκία θα είναι η επόμενη πυρηνική δύναμη στη γειτονιά μας, σημείωσε πως καμία χώρα δεν εκδιώχθηκε από το ΝΑΤΟ, ούτε και η Ελλάδα επί δικτατορίας.
Και, στον πυρήνα του προβληματισμού του, «σε περίπτωση κυρώσεων, ποια είναι η πρώτη χώρα που θα υποστεί τις συνέπειες; Η Ελλάδα. Και μετά, η Γερμανία», υποστήριξε και συνέχισε με τις προτάσεις του:
«Αυτό που μπορούμε να κάνουμε, είναι πρώτον, να βρούμε συμμάχους στους γείτονές του, έτσι ώστε μην φαίνεται ότι είναι ο ηγέτης του μουσουλμανικού κόσμου. Και δεύτερον, θα πρέπει να διαπραγματευθούμε. Η οικονομία του είναι στα πρόθυρα καταστροφής, έχει και τις εκλογές, ενώ όσο έχει έναν εξωτερικό εχθρό, ο λαός συσπειρώνεται».
Εν κατακλείδι, «σε αυτήν τη σύγκρουση η Γερμανία προσπαθεί να βρεθούν ειρηνικές λύσεις, αυτή τη στιγμή μία λύση υπάρχει: η στρατηγική υπομονή. Δεν θα βρούμε μια γρήγορη λύση με το να τον διώξουμε (σ.σ. τον Ερντογάν) από το ΝΑΤΟ ή με κυρώσεις. Ο Ρούσβελτ είχε πει κάποτε, θα πρέπει να μιλάμε σοφά, αλλά να έχουμε και ένα μεγάλο ραβδί. Η Ευρώπη λειτουργεί διαφορετικά: μιλά με βροντερή φωνή, αλλά έχουμε ένα πολύ μικρό ραβδί», έκλεισε με νόημα ο τ. αντικαγκελάριος της Γερμανίας.