Ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν ζήτησε σήμερα από τον κινέζο ομόλογό του Σι Τζινπίνγκ να παρέμβει στον ρώσο ηγέτη Βλαντίμιρ Πούτιν προκειμένου να πειστεί να σταματήσει την «κλιμάκωση» στην Ουκρανία και να επιστρέψει στο «τραπέζι των διαπραγματεύσεων», ανακοίνωσε το Ελιζέ.
«Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας ζήτησε η Κίνα να συμβάλει να περάσουν στον πρόεδρο Πούτιν μηνύματα προκειμένου να αποφύγει την κλιμάκωση και να επιστρέψει σοβαρά στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων», ανέφεραν οι υπηρεσίες της γαλλικής προεδρίας.
Ο κ. Σι από την πλευρά του εξέφρασε την «υποστήριξή του στις ευρωπαϊκές προσπάθειες μεσολάβησης», ειδικά αυτές του γάλλου προέδρου, και «επανέλαβε την σθεναρή αντίθεσή του στη χρήση ατομικών όπλων» από τη Ρωσία στο έδαφος της Ουκρανίας, πάντα σύμφωνα με το Ελιζέ.
«Επαναβεβαίωσε επίσης την υποστήριξή του στην αποκλιμάκωση, στην κήρυξη κατάπαυσης του πυρός και τη βούλησή του να τερματιστεί αυτή η σύρραξη», συμπλήρωσε η γαλλική προεδρία.
Κατά την άποψη του Παρισιού, «οι γραμμές έχουν αρχίσει να μετακινούνται» σε ό,τι αφορά την Κίνα, καθώς το Πεκίνο αναζητεί «ισορροπία» όσον αφορά τον πόλεμο στην Ουκρανία.
«Ο Σι Τζινπίνγκ είπε καθαρά πως αυτή η περίπλοκη κατάσταση πρέπει να αντιμετωπιστεί με επείγοντα τρόπο», ανέφερε σύμβουλος του γάλλου προέδρου.
Παράλληλα, οι δυο ηγέτες εξέφρασαν τη βούλησή τους να «προχωρήσουν μπροστά» σε πολλά θέματα διμερούς ενδιαφέροντος, που εκτείνονται από τον αγροδιατροφικό τομέα ως την αεροναυτική βιομηχανία, κατά την ίδια πηγή.
Ο κ. Μακρόν θα ήθελε να επισκεφθεί την Κίνα στις αρχές του 2023, εάν το επιτρέπουν οι επιδημιολογικές συνθήκες, με δεδομένη την πολιτική «zero COVID» του Πεκίνου, διευκρίνισε το Ελιζέ.
Καθώς άρχιζε η συνάντηση των δύο ηγετών στο Μπαλί, στο περιθώριο της G20, ο κ. Μακρόν κάλεσε τον κ. Σι οι δύο χώρες να «ενώσουν» τις «δυνάμεις» τους εναντίον του πολέμου στην Ουκρανία, υπογραμμίζοντας ότι η παγκόσμια «σταθερότητα» είναι επίσης προς το «συμφέρον» της Κίνας.
Η Κίνα έχει αποφύγει να καταδικάσει την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία που άρχισε την 24η Φεβρουαρίου, και συνεχίζει να διστάζει, όπως πολλές χώρες του λεγόμενου παγκόσμιου Νότου, συμπεριλαμβανομένης της Ινδονησίας, να επικρίνει τη Μόσχα.