Σε ένα ντιμπέιτ χωρίς ευτράπελα, που κράτησε 90 λεπτά, ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ κατάφερε να κερδίσει το επικοινωνιακό προβάδισμα στην κούρσα προς τις εκλογές του Νοεμβρίου, σε αντίθεση με τον εν ενεργεία πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, ο οποίος με την απόδοση του δημιούργησε αμφιβολίες στους Δημοκρατικούς για τη νοητική του διαύγεια αλλά και για την υποψηφιότητα του γενικότερα.
«Οι Δημοκρατικοί είναι σε πανικό», είναι ο τίτλος που μετέδωσαν τα αμερικανικά μέσα μετά τη λήξη του ντιμπέιτ. Όπως αναφέρει η Washinton Post: «η έκπληξή από την αρνητική εικόνα του Αμερικανού προέδρου ήταν μεγάλη στις αίθουσες του Κογκρέσου, ανάμεσα στους χορηγούς της εκστρατείας, στα προπύργια του κόμματος σε όλη τη χώρα, στα μπαρ και στα σαλόνια όπου συγκεντρώθηκαν οι Δημοκρατικοί για να υποστηρίξουν τον υποψήφιό τους Μπαιντεν».
Είναι γεγονός ότι ο πρόεδρος Μπάιντεν που υστερεί εως τώρα από τον Τραμπ στις δημοσκοπήσεις χρειαζόταν απεγνωσμένα να χρησιμοποιήσει το ντιμπέιτ για να καθησυχάσει τους σκεπτικιστές ψηφοφόρους ότι η ηλικία του δεν αποτελεί ζήτημα για την επανεκλογή του και ότι έχει τη σωματική και ψυχική αντοχή για να ηγηθεί του έθνους. Αντιθέτως, ο Μπάιντεν από το ξεκίνημα του ντιμπέιτ είχε ασταθή απόδοση, η οποία βελτιώθηκε στη μέση της βραδιάς, ωστόσο ήταν αρκετή για να ανησυχήσει τους Δημοκρατικούς.
Τα αμερικανικά ΜΜΕ μεταδίδουν ότι ο Μπάιντεν είχε βραχνιασμένη, αδύναμη φωνή και η εικόνα του δεν μπορούσε να συγκριθεί με την πύρινη ομιλία που απηύθυνε στον αμερικανικό λαό τον Μάρτιο για την Κατάσταση της Ένωσης.
Από την άλλη πλευρά, ο πολιτικός του αντίπαλος, ο Ντόναλντ Τραμπ, απέφυγε πολλές ερωτήσεις των παρουσιαστών και αναφέρθηκε σε πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα του παρελθόντος με ανακρίβειες και ψευδείς και παραπλανητικούς χαρακτηρισμούς για την εγκληματικότητα και τη μετανάστευση στη χώρα.
«Είναι ξεκάθαρο ότι αυτό που θα θυμούνται πολλοί ψηφοφόροι είναι η εντυπωσιακή αντίθεση μεταξύ της ενέργειας και της ζωτικότητας του Τραμπ και του αγώνα του Μπάιντεν να εκφράσει τις απόψεις του με συνοπτικό και κατανοητό τρόπο», αναφέρει η Washington Post.
Ωστόσο, η δήλωση του Τραμπ για την μη αποδοχή των εκλογικών αποτελεσμάτων του Νοεμβρίου και ο σχολιασμός του στην επίθεση της 6ης Ιανουαρίου 2021 στο Καπιτώλιο, την οποία αρνήθηκε να καταδικάσει, υπενθύμισαν σε πολλούς ψηφοφόρους γιατί δεν θέλουν να τον ψηφίσουν.
Αν υπήρξαν καλές στιγμές για τον Μπάιντεν, ήταν όταν η συζήτηση στράφηκε στη δημοκρατία, στην εξέγερση στο Καπιτώλιο και στα νομικά προβλήματα του Τραμπ, όπου ο Αμερικανός πρόεδρος επεσήμανε τις πρόσφατες καταδίκες του για κακούργημα. Ο Τραμπ, μετά τις πιέσεις του Μπάιντεν, ένιωσε υποχρεωμένος να αρνηθεί ότι είχε σεξουαλική επαφή με τη Στόρμι Ντάνιελς. «Δεν έκανα σεξ με μια πορνοστάρ, Νο. 1» είπε και η δήλωση του έγινε σε δευτερόλεπτα viral στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Τα αμερικανικά μέσα σχεδόν στο σύνολο τους αναφέρουν ότι ο Τραμπ δεν έδωσε καλές απαντήσεις, έκανε υπερβολές και απέφυγε να απαντήσει σε κρίσιμα ερωτήματα για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, όπως το «αν θα υποστήριζε τη δημιουργία Παλαιστινιακού κράτους». Όμως, αναφέρουν, ο Τραμπ επιτέλους τοποθετήθηκε για το σπουδαίας σημασίας θέμα των αμβλώσεων, τονίζοντας ότι εγκρίνει το χάπι μιφεπριστόνης για την άμβλωση, που ενέκρινε και το Ανώτατο Δικαστήριο
«Συμφωνώ με την απόφασή τους να το κάνουν αυτό και δεν θα το εμποδίσω», είπε ο Τραμπ. Είναι μια σημαντική δήλωση, δεδομένου ότι οι Δημοκρατικοί έχουν προειδοποιήσει ότι μια δεύτερη κυβέρνηση Τραμπ θα μπορούσε να ακυρώσει το χάπι για τις αμβλώσεις χρησιμοποιώντας έναν απαρχαιωμένο ομοσπονδιακό νόμο.
Oσον αφορά στις δημοσκοπήσεις, έμειναν σταθερές με τον Τραμπ να προηγείται του Μπάιντεν και στις 7 αμφίρροπες πολιτείες (Νεβάδα, Αριζόνα, Ουισκόνσιν, Β. Καρολίνα, Πενσιλβάνια, Τζόρτζια και Μίσιγκαν)
Μάλιστα, σε δημοσκόπηση του CNN που διεξήχθη αμέσως μετά τη λήξη του ντιμπέιτ με το ερώτημα «ποιον θα ψήφιζατε στις εκλογές» το 48% των Αμερικανών πολιτών απάντησαν τον Τραμπ, το 40% τον Μπάιντεν, το 2% και τους δύο, ενώ το 11% απάντησε κανέναν.
Στην εκστρατεία του Μπάιντεν, οι αξιωματούχοι παραδέχθηκαν ότι ο πρόεδρος αγωνίστηκε στο ντιμπέιτ. Υποστήριξαν ότι του πήρε λίγο χρόνο για να «ζεσταθεί» και στη συνέχεια βελτιώθηκε, αλλά αναγνώρισαν ότι ο Μπάιντεν είχε αρνητική απόδοση.
Πηγές στους Δημοκρατικούς αναφέρουν στα αμερικανικά μέσα ότι κρίσιμη ημερομηνία για το μέλλον των Δημοκρατικών στις επερχόμενες εκλογές θα είναι η 19η Αυγούστου, οπότε θα διεξαχθεί το Συνέδριο των Δημοκρατικών.
Η επίδοση του Μπάιντεν εγείρει εκ νέου ερωτήματα για την ικανότητά του να διεκδικήσει δεύτερη θητεία στην προεδρία
Η επίδοση του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν στο χθεσινό ντιμπέιτ ήταν μάλλον αδύναμη και αναποτελεσματική απέναντι σε έναν Ντόναλντ Τραμπ που του επιτιθόταν συνεχώς για διάφορα ζητήματα, λέγοντας συχνά ανακρίβειες.
Οι δύο άνδρες αντιπαρατέθηκαν για την άμβλωση, τη μετανάστευση, τον πόλεμο στην Ουκρανία και τη Γάζα, τη διαχείριση της οικονομίας, ακόμη και το γκολφ καθώς προσπαθούσαν να κερδίσουν πόντους και ψηφοφόρους, την ώρα που οι δημοσκοπήσεις τους δείχνουν εδώ και μήνες να δίνουν μάχη στήθος με στήθος.
Δύο αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου δήλωσαν ότι ο Μπάιντεν ήταν κρυωμένος προκειμένου να εξηγήσουν τη βραχνάδα στη φωνή του. Αλλά η άνιση επίδοση του προέδρου προκάλεσε ανησυχία ακόμη και μεταξύ κάποιων Δημοκρατικών και ενδέχεται να ενέτεινε την ανησυχία των ψηφοφόρων ότι ο 81χρονος είναι πολύ μεγάλος για μία ακόμη προεδρική θητεία.
Η προεκλογική εκστρατεία του Δημοκρατικού και σύμμαχοί του προσπάθησαν να δείξουν ότι δεν επηρεάστηκαν από την επίδοσή του, αλλά σίγουρα αποτελεί πλήγμα για την υποψηφιότητά του, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα.
Η Αμερικανίδα αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις διαβεβαίωσε ότι ο Μπάιντεν «ξεκίνησε αργά, αλλά τελείωσε δυναμικά». «Έκανε μια δύσκολη αρχή, ήταν προφανές σε όλους, δεν το αμφισβητώ», πρόσθεσε.
Περίπου στη μέση του ντιμπέιτ σύμβουλος στρατηγικής των Δημοκρατικών, που εργάστηκε στην προεκλογική εκστρατεία του Μπάιντεν το 2020, έκανε λόγο για «καταστροφή».
«Δεν υπάρχει τρόπος να το γυρίσουμε αυτό. Η επίδοσή του τον βγάζει από την κούρσα», δήλωσε σημαντικός δωρητής των Δημοκρατικών, που θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του, μετά το ντιμπέιτ.
Ο ίδιος εκτίμησε ότι θα υπάρξουν νέες πιέσεις για αλλαγή υποψηφίου στο Εθνικό Συνέδριο των Δημοκρατικών τον Αύγουστο, όταν θα πρέπει να επικυρωθεί και επισήμως η υποψηφιότητα του Μπάιντεν.
Στην αρχή του ντιμπέιτ ο Μπάιντεν έκανε μια παύση την ώρα που μιλούσε για το Medicare και τη φορολογική μεταρρύθμιση και έμοιαζε σα να έχει χάσει τον ειρμό του.
Η φορολογική μεταρρύθμιση θα φέρει περισσότερα χρήματα «για να ενισχυθεί το σύστημα υγείας μας, ώστε να διασφαλίσουμε ότι κάθε άνθρωπος θα είναι επιλέξιμος για αυτό που κατάφερα να κάνω με, με την covid, συγνώμη, με την αντιμετώπιση όλων όσων είχαμε να κάνουμε», είπε ο Μπάιντεν, κάνοντας μια παύση για να προσθέσει «επιτέλους νικήσαμε το Medicare».
O Τραμπ σχολίασε ότι ο Μπάιντεν δεν έχει ειρμό και κάποια στιγμή είπε: «Ειλικρινά δεν ξέρω τι είπε στο τέλος αυτής της πρότασης. Νομίζω ότι ούτε ο ίδιος ξέρει».
Δημοκρατικοί κοινοβουλευτικοί ανησυχούν, δήλωσε εργαζόμενη στο Κογκρέσο. Η ίδια πρόσθεσε ότι ο γερουσιαστής για τον οποίο εργάζεται «κάθεται με άλλα σημαντικά στελέχη και πανικοβάλλεται».
Ο Ντέιβιντ Άξελροντ, βασικός σύμβουλος στρατηγικής του πρώην προέδρου Μπαράκ Ομπάμα, δήλωσε στο CNN: «Θα υπάρξουν συζητήσεις για το αν θα πρέπει να συνεχίσει».
Την ώρα που ο Μπάιντεν δυσκολευόταν να τα βγάλει πέρα, ο Τραμπ έκανε αβάσιμες και συχνά αναληθείς δηλώσεις για σειρά θεμάτων, όπως ότι οι Δημοκρατικοί στηρίζουν τις παιδοκτονίες και ότι οι μετανάστες έχουν προκαλέσει κύμα εγκληματικότητας.
«Ο Τραμπ είναι ο Τραμπ, κάθε λέξη που βγαίνει από το στόμα του είναι μ…ίες. Αλλά ο Μπάιντεν ακούγεται γέρος. Και χαμένος. Και αυτό θα μετρήσει περισσότερο από οτιδήποτε. Μέχρι στιγμής αυτό είναι ένας απόλυτος εφιάλτης για τον Μπάιντεν», δήλωσε ο Τζο Γουόλς υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών το 2020 στο Χ.
Τόσο ο Μπάιντεν όσο και ο 78χρονος Τραμπ — οι δύο γηραιότεροι υποψήφιοι για την προεδρία στην ιστορία των ΗΠΑ– δέχονται πιέσεις να αποδείξουν ότι είναι σωματικά και πνευματικά ικανοί για τα καθήκοντα του προέδρου.
Η τηλεμαχία έγινε την ώρα που οι ΗΠΑ μοιάζουν βαθιά πολωμένες, με τους ψηφοφόρους να ανησυχούν βαθιά για την αμερικανική πολιτική. Τα δύο τρίτα των ψηφοφόρων δήλωσαν σε δημοσκόπηση του Reuters/ Ipsos τον Μάιο ότι ανησυχούν ότι μετά τις εκλογές θα ξεσπάσει βία.
Αν και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν Μπάιντεν και Τραμπ στήθος με στήθος, στις πιο αμφίρροπες πολιτείες που συνήθως κρίνουν το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών προηγείται ο Ρεπουμπλικάνος.
Ωστόσο κανείς από τους δύο δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλής και πολλοί Αμερικανοί δεν έχουν αποφασίσει ακόμη ποιον θα επιλέξουν. Περίπου το ένα πέμπτο των ψηφοφόρων λέει ότι δεν έχει αποφασίσει ακόμη, ότι κλίνει προς έναν τρίτο υποψήφιο ή ότι δεν θα ψηφίσει, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη δημοσκόπηση του Reuters/ Ipsos.
Μετανάστες, πληθωρισμός, 6η Ιανουαρίου – fact check των δηλώσεων Τραμπ και Μπάιντεν
Ο Τζο Μπάιντεν και ο Ντόναλντ Τραμπ αντάλλαξαν διάφορα καρφιά στη διάρκεια του πρώτου ντιμπέιτ ενόψει των προεδρικών εκλογών. Το AFP έλεγξε την ακρίβεια κάποιων από τους ισχυρισμούς των δύο υποψήφιων σε θέματα- κλειδί.
Ο Τραμπ δήλωσε ψευδώς ότι επί προεδρίας Μπάιντεν «δεν έχουμε πλέον σύνορα» και ότι «εξαιτίας της γελοίας, παράλογης και ιδιαίτερα ηλίθιας πολιτικής του άνθρωποι έρχονται (στις ΗΠΑ) και σκοτώνουν τους συμπολίτες μας σε πρωτοφανή επίπεδα».
Αντιμέτωπος με τις επικρίσεις για τον αριθμό ρεκόρ μεταναστών που έχουν εισέλθει στις ΗΠΑ, ο Μπάιντεν υπέγραψε διάταγμα στις αρχές Ιουνίου το οποίο προβλέπει το προσωρινό κλείσιμο των συνόρων με το Μεξικό μόλις συμπληρωθεί συγκεκριμένος αριθμός αφίξεων.
Αυτό ισοδυναμεί «με ενισχυμένη εποπτεία στα σύνορα», σύμφωνα με τη Νικόλ Χάλετ διευθύντρια του Κέντρου για τα Δικαιώματα των Μεταναστών στο πανεπιστήμιο του Σικάγο.
Παρά μερικά περιστατικά που προκάλεσαν έντονη δημοσιότητα, ανάμεσά τους ο φόνος ενός φοιτητή στη Τζόρτζια, δεν υπάρχει «καμία απόδειξη» για το κύμα εγκληματικότητας των μεταναστών, για το οποίο κάνει λόγο ο Τραμπ προσθέτει η ίδια. «Η εγκληματικότητα μειώνεται σε όλη τη χώρα, αν και η μετανάστευση αυξάνεται», τονίζει.
Τα ποσοστά των βίαιων εγκλημάτων και των εγκλημάτων κατά περιουσίας βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο εδώ και δεκαετίες, σύμφωνα με τα στοιχεία του FBI για το 2022 — τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα.
«Η τεράστια πλειονότητα των βίαιων εγκλημάτων διαπράττονται από Αμερικανούς», διευκρινίζει ο Τζέφρι Φάγκαν καθηγητής στο πανεπιστήμιο Κολούμπια.
Έκθεση του ινστιτούτου Cato που δημοσιεύθηκε αυτή την εβδομάδα έδειξε ότι το 2022 Αμερικανοί πολίτες διέπραξαν αναλογικά περισσότερους φόνους απ΄ ό,τι μετανάστες.
Σύμφωνα με τη Μισέλ Μίτελστατ, διευθύντρια επικοινωνίας του Migration Policy Institute, δεν υπάρχει καμία απόδειξη για τους ισχυρισμούς του Τραμπ ότι οι κρατούμενοι και οι τρόφιμοι ψυχιατρείων συρρέουν από τα σύνορα με το Μεξικό.
Τραμπ και Μπάιντεν επέρριψαν ο ένας στον άλλο την ευθύνη για την αύξηση του πληθωρισμού.
Ο Δημοκρατικός «προκάλεσε τον πληθωρισμό – του άφησα μια χώρα σχεδόν χωρίς πληθωρισμό», κατήγγειλε ο δισεκατομμυριούχος.
Ο νυν πρόεδρος ισχυρίστηκε ότι ο προκάτοχός του «κατέστρεψε την οικονομία» στη διάρκεια των τεσσάρων ετών του στον Λευκό Οίκο.
Και οι δύο άνδρες κάνουν λάθος καθώς παραγνωρίζουν τις επιπτώσεις της covid-19 στην οικονομία.
Στο τέλος της θητείας του Τραμπ, σχεδόν έναν χρόνο μετά την έναρξη της κρίσης της πανδημίας, ο πληθωρισμός βρισκόταν περίπου στο 1,4%.
Άρχισε να αυξάνεται την άνοιξη του 2021 μέχρι που έφτασε το 9,1% τον Ιούνιο του 2022, το υψηλότερο επίπεδο εδώ και σχεδόν 40 χρόνια. Στη συνέχεια άρχισε αργά να μειώνεται και σήμερα κυμαίνεται στο 3%, υψηλότερο από τον στόχο του 2% της FED.
Πολλοί παράγοντες που συνδέονται με την πανδημία ευθύνονται για αυτό, όπως τα δισεκατομμύρια δολάρια που δόθηκαν σε προγράμματα βοήθειας και από τις δύο κυβερνήσεις, από τις δυσκολίες στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα ή και από τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Ο Ντόναλντ Τραμπ προσπάθησε να απορρίψει τις κατηγορίες σχετικά με τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου 2021, όταν εκατοντάδες υποστηρικτές του εισέβαλαν στο Καπιτώλιο για να αποτρέψουν την επικύρωση της νίκης του Τζο Μπάιντεν.
Ο πρώην πρόεδρος κατηγόρησε τη Νάνσι Πελόζι, τότε πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων. «Της προσέφερα 10.000 στρατιώτες ή την Εθνοφρουρά, αρνήθηκε», δήλωσε στο ντιμπέιτ.
Η Νάνσι Πελόζι δεν είχε τη δικαιοδοσία να απορρίψει την ανάπτυξη της Εθνοφρουράς, αν ο Τραμπ το είχε αποφασίσει, υπογραμμίζουν πολλοί ειδικοί.
Όπως αναφέρει η Εθνοφρουρά της Ουάσινγκτον στον ιστότοπό της λαμβάνει εντολές «αποκλειστικά από τον πρόεδρο».
Η κοινοβουλευτική επιτροπή που ερεύνησε την επίθεση της 6ης Ιανουαρίου είχε αναφέρει στην τελική της έκθεση ότι ο Τραμπ «δεν έδωσε ποτέ εντολή να αναπτυχθεί η Εθνοφρουρά».