Δάνειο – «γέφυρα» ύψους 380 εκατομμυρίων ευρώ θα εγγυηθούν η ομοσπονδιακή κυβέρνηση και η κυβέρνηση της Έσσης για την αεροπορική εταιρία Condor, την γερμανική θυγατρική της Thomas Cook, ανακοίνωσαν ο υπουργός Οικονομίας Πέτερ Αλτμάιερ και η ίδια η εταιρία. Στο μεταξύ την αίτηση υπαγωγής σε καθεστώς εκκαθάρισης ανακοίνωσε πριν από λίγο και η γερμανική θυγατρική της Thomas Cook.
Ο γερμανικός αερομεταφορέας, ο οποίος μέχρι τώρα ήταν κερδοφόρος, σκοπεύει να συνεχίσει κανονικά τα δρομολόγιά του παρά την χρεοκοπία της μητρικής βρετανικής εταιρίας και είχε ζητήσει κρατική βοήθεια προκειμένου να συνεχίσει να λειτουργεί και να διατηρήσει τις περισσότερες από τις 5.000 θέσεις εργασίας του. «Η Condor είναι κερδοφόρα επιχείρηση και επομένως η απόφασή μας βασίζεται σε οικονομικούς παράγοντες, όχι σε πολιτικά κριτήρια», δήλωσε νωρίτερα ο υπουργός Οικονομίας Πέτερ Αλτμάιερ, τονίζοντας ότι η απόφαση συνεπάγεται ότι πολλοί από τους εργαζόμενους θα καταφέρουν να διατηρήσουν την θέση τους, αλλά και ότι 240.000 Γερμανοί θα μπορέσουν να επιστρέψουν χωρίς προβλήματα από τις διακοπές τους. Σύμφωνα μάλιστα με τον υφυπουργό Οικονομίας Ούλριχ Νουσμπάουμ, η εταιρία μπορεί πολύ σύντομα να εξυγιανθεί και να προσελκύσει επενδυτές, προκειμένου να αποπληρωθεί και το δάνειο.
Η απόφαση για την βοήθεια προς την Condor θα πρέπει, όπως διευκρίνισε ο υπουργός, να εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Κατόπιν τα χρήματα θα εκταμιευθούν από την ομοσπονδιακή Τράπεζα Επενδύσεων KfW. Το 50% της οικονομικής βοήθειας θα προέλθει από το κρατίδιο της Έσσης, όπου βρίσκεται η έδρα της εταιρίας και οι περισσότερες θέσεις εργασίας της.
«Θα υποβάλουμε άμεσα αίτημα διαδικασίας προστασίας», δήλωσε ο Διευθύνων Σύμβουλος της Condor Ραλφ Τέκεντρουπ, εξηγώντας ότι στόχος της εταιρίας είναι να προχωρήσει σε διαδικασίες εκκαθάρισης και οικονομικής αναδιάρθρωσης εν λειτουργία και με δική της διοίκηση, προκειμένου να αποφύγει την εμπλοκή στην υπόθεση της Thomas Cook, την οποία η βρετανική κυβέρνηση αποφάσισε να μην διασώσει.
Οικονομική βοήθεια είχε λάβει το 2017 και η γερμανική αεροπορική εταιρία Air Berlin, η οποία οδηγήθηκε σε χρεοκοπία όταν ο βασικός της μέτοχος, η εταιρία Etihad, ανέστειλε την χρηματοδότησή της. Η ομοσπονδία διέθεσε τότε δάνειο 150 εκατομμυρίων ευρώ με σκοπό η εταιρία να συνεχίσει να λειτουργεί και να βρει αγοραστή. Στο μεταξύ η Air Berlin, σύμφωνα με την εφημερίδα BILD, έχει αποπληρώσει το σύνολο του δανείου της.
Την απόφαση της κυβέρνησης να ενισχύσει οικονομικά την Condor χαιρέτισε το συνδικάτο Πιλότων «Cockpit», επισημαίνοντας ότι το δάνειο καθιστά εφικτό η εταιρία να παραμείνει «αυτόνομα κερδοφόρα» και να δημιουργήσει ανεξάρτητα την δική της προοπτική για το μέλλον. «Γνωρίζουμε ότι αυτός ο δρόμος δεν θα είναι εύκολος, αλλά διευκολύνεται από την συνεργασία της επιχείρησης, των συνδικάτων και της πολιτικής», δήλωσε ο Πρόεδρος της «Cockpit», Μάρκους Βαλ, ενώ η συνδικαλιστική οργάνωση Ver.di εξέφρασε την πεποίθηση ότι με το κρατικό δάνειο θα διασωθούν τουλάχιστον για την ώρα οι 5.000 θέσεις εργασίας της Condor.
Ικανοποίηση για την απόφαση της κυβέρνησης εξέφρασε και η Ομοσπονδία Οργανώσεων Προστασίας Καταναλωτή (VZBV). «Το σημαντικό είναι η Condor να συνεχίσει να πετάει και έτσι να βοηθήσει εκατοντάδες χιλιάδες ταξιδιώτες, αλλά και χιλιάδες εργαζόμενους. Προϋπόθεση για την επιτυχία της προσπάθειας θα είναι ωστόσο η βοήθεια να αφορά αποκλειστικά την Condor και όχι την διαδικασία εκκαθάρισης της μητρικής Thomas Cook», δήλωσε εκπρόσωπος της Ομοσπονδίας στην Handelsblatt και τόνισε ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να προχωρήσει σε θέσπιση διαδικασίας εκκαθάρισης αεροπορικών εταιριών προκειμένου ενδεχόμενα προβλήματα να μην επηρεάζουν τους πελάτες τους.
Στο μεταξύ και η γερμανική θυγατρική της Thomas Cook ανακοίνωσε πριν από λίγη ώρα την αίτηση υπαγωγής της σε καθεστώς εκκαθάρισης στην Φρανκφούρτη, προκειμένου να αποφύγει την εμπλοκή της με τις διαδικασίες που θα ακολουθηθούν για την βρετανική μητρική εταιρία. Σύμφωνα με την επικεφαλής της γερμανικής εταιρίας Στέφανι Μπερκ, αυτή την ώρα καταβάλλονται προσπάθειες διευκόλυνσης του επαναπατρισμού των γερμανών τουριστών, σε συνεργασία με το υπουργείο Εξωτερικών της Γερμανίας, την Υπηρεσία Ασφάλισης των Ταξιδιωτών, αλλά και με συνεργάτες στους τουριστικούς προορισμούς.
Μαύρη τρύπα πάνω από 3,1 δισεκ. λίρες είχε η Thomas Cook
Ο τουριστικός όμιλος Thomas Cook είχε μία μαύρη τρύπα στον οικονομικό της ισολογισμό, ύψους πάνω από 3,1 δισεκατομμύρια λίρες, πριν ανακοινώσει την κατάρρευσή της τη Δευτέρα, αποκάλυψε ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρίας, Πίτερ Φανκχάουσερ, σε κατάθεσή του ως μάρτυρας στο ανώτατο δικαστήριο.
Μετά την ανακοίνωση της κατάρρευσης, η Τόμας Κουκ τέθηκε σε καθεστώς υποχρεωτικής ρευστοποίησης με αίτημα που κατέθεσε η εταιρία στο ανώτατο δικαστήριο και η κυβέρνηση δρομολόγησε με επείγουσες διαδικασίες προς την υπηρεσία Πτωχεύσεων του υπουργείου Επιχειρήσεων, την έρευνα για τα αίτια που την οδήγησαν στην πτώχευση. Σύμφωνα με στοιχεία που διέρρευσαν την ημέρα της ανακοίνωσης της πτώχευσης, η εταιρία φαινόταν να έχει οφειλές ύψους 1,6 δισεκατομμυρίων λιρών.
Ωστόσο, η εφημερίδα Guardian δημοσιεύει σήμερα ότι o CEO της Thomas Cook αποκάλυψε στο δικαστήριο ότι εκτός από την «μαύρη τρύπα» στον ισολογισμό, η εταιρία είχε λάβει εφτά μη δεσμευτικές προσφορές για κάποια κομμάτια του συνολικού της έργου, τα οποία απορρίφθηκαν από το συμβούλιο και τους πιστωτές της Thomas Cook, επειδή δεν κρίθηκαν εμπορικά δικαιολογημένες.
Στην επισφαλή οικονομική κατάσταση της εταιρίας προστίθενται και έξοδα που αποκαλύφθηκαν, όπως πάνω από 380 εκατομμύρια προς συνεργαζόμενα ξενοδοχεία και πάνω από 270 εκατομμύρια σε άλλους εξωτερικούς προμηθευτές. Και καθώς επιδεινωνόταν η κατάσταση της εταιρίας, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών άρχισαν να λαμβάνουν μέτρα, όπως ακυρώσεις πληρωμών, προκειμένου να προστατευτούν από απώλειες, επηρεάζοντας περαιτέρω τη ρευστότητα και την οικονομική κατάσταση του τουριστικού ομίλου.
Πριν και μετά την ανακοίνωση της κατάρρευσης της εταιρίας, η βρετανική κυβέρνηση υπερασπίστηκε τη στάση της να μην βοηθήσει στην οικονομική διάσωση της εταιρίας, τονίζοντας ότι θα ήταν χαμένα χρήματα σε βάρος των φορολογουμένων, και αμφισβητώντας κατά πόσο μία κάλυψη ύψους 200 εκατομμυρίων λιρών θα επαρκούσε για να καλύψει τις ζημιές της.
Οι ρυθμιστικές αρχές και βουλευτές εξετάζουν τώρα το ενδεχόμενο να ξεκινήσουν επίσης έρευνες στους ελεγκτές και τους διευθυντές του τουριστικού ομίλου. O ανεξάρτητος φορέας για την διαφάνεια οικονομικών δραστηριοτήτων των επιχειρήσεων, FRC, που επιβλέπει τους οικονομικούς ελεγκτές, ανακοίνωσε ότι θεωρεί επείγουσα υπόθεση την διερεύνηση της πτώχευσης της Thomas Cook, και εξέφρασε ανησυχίες για κάποιου είδους «εξαιρέσεις» που φαίνεται να υπάρχουν στους ισολογισμούς της εταιρίας, αλλά και για μπόνους που λάμβαναν οι διευθυντές της.
Επιπλέον, η κοινοβουλευτική επιτροπή για τις επιχειρήσεις ανακοίνωσε επίσης ότι «υπάρχουν σοβαρά ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν» για το πως διοικείτο η εταιρία, για τις λογιστικές της πρακτικές, τις αποζημιώσεις και την διαχείριση, και ότι δεν αποκλείεται οι διευθύνοντες σύμβουλοι της εταιρίας και οι ελεγκτές της να κληθούν να απολογηθούν στο κοινοβούλιο.
Οι επιπτώσεις από την κατάρρευση της εταιρίας συνεχίζονται με χιλιάδες εργαζόμενους και προμηθευτές να βρίσκονται σε αβεβαιότητα, και πάνω από 130.000 Βρετανούς τουρίστες να περιμένουν να επαναπατριστούν στο πλαίσιο της μεγάλης επιχείρησης επιστροφής που έχει δρομολογήσει η βρετανική κυβέρνηση με την Αρχή Πολιτικής Αεροπορίας.
Σχεδόν το σύνολο των βρετανικών μμε ασχολούνταν μέχρι χθες με τις υπέρογκες πληρωμές πολλών εκατομμυρίων που λάμβαναν διευθυντικά στελέχη της εταιρίας, τη στιγμή που η επιχείρηση όδευε στον γκρεμό. Σύμφωνα με πληροφορίες που διέρρευσαν στον Τύπο, οι τρεις τελευταίοι CEO της εταιρίας λάμβαναν μπόνους πληρωμών που ανέρχονταν στο ποσό των 35 εκατομμυρίων λιρών, σε διάστημα περίπου μίας δεκαετίας.