Η Ελλάδα είναι σε τροχιά για την πλήρη άρση φέτος των περιορισμών που έχουν απομείνει στις κινήσεις κεφαλαίων, δήλωσε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, σήμερα.
«Είμαστε σε καλό δρόμο για την πλήρη άρση των ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων (capital controls) φέτος», είπε ο κεντρικός τραπεζίτης στο Reuters, στο περιθώριο επενδυτικού συνεδρίου στην Αθήνα.
Τα capital controls επιβλήθηκαν τον Ιούνιο του 2015 και έκτοτε μειώθηκαν σταδιακά οι περιορισμοί στις κινήσεις κεφαλαίων. Το πλαφόν στις αναλήψεις μετρητών καταργήθηκε τον Οκτώβριο του 2018, αλλά υπάρχουν ακόμη περιορισμοί στις μεταφορές χρημάτων στο εξωτερικό.
Στο 2,9% του ΑΕΠ φέτος το πρωτογενές πλεόνασμα
Την μείωση των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα μέχρι το 2022 σε συνεννόηση με τους Ευρωπαίους εταίρους, και την υιοθέτηση ενός μίγματος δημοσιονομικής πολιτικής με χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές και χαμηλότερες εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, έθεσε ως προϋποθέσεις ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρα προκειμένου ν΄αυξηθούν οι επενδύσεις και η ανάπτυξη. Για φέτος επανέλαβε την πρόβλεψη που είχε διατυπώσει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ για υποχώρηση του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 2,9% του ΑΕΠ έναντι 3,5% που είναι ο στόχος.
Παράλληλα υπογράμμισε την ανάγκη για ταχύτερη προώθηση και όχι αναστολή και κατάργηση των μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη η χώρα. Ο ίδιος υποστήριξε ότι οι τελευταίες εξελίξεις στην αγορά ομολόγων είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικές, με σημαντική μείωση των αποδόσεων των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου. Οπως είπε, εφόσον συνεχιστούν (κάτι το οποίο απαιτεί την άσκηση μίας συνεπούς οικονομικής πολιτικής προσανατολισμένης στη δημοσιονομική υπευθυνότητα σε συνδυασμό με την τήρηση όλων των προϋποθέσεων που προαναφέρθηκαν για την εδραίωση ενός εξωστρεφούς αναπτυξιακού προτύπου) το επιχείρημα αυτό ενισχύεται.
Μιλώντας σε συνέδριο για τις άμεσες ξένες επενδύσεις (2nd InvestGR Forum 2019: Foreign Investments in Greece) επεσήμανε ότι η μείωση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα σε πιο ρεαλιστικό επίπεδο σε σχέση με το ισχύον 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2022, εφόσον συνδυαστεί με περισσότερες μεταρρυθμίσεις και ιδιωτικοποιήσεις, δεν συνεπάγεται υψηλότερο δημόσιο χρέος αλλά πιθανότατα χαμηλότερο: διότι, όταν το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι 180%, τότε 1% υψηλότερος ρυθμός ανάπτυξης (ο οποίος μπορεί να προκύψει εάν η μείωση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα επιτευχθεί με μείωση φόρων και εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, σε συνδυασμό με περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις και μεταρρυθμίσεις) ή/και 100 μονάδες βάσης χαμηλότερο κόστος δανεισμού (που έχει ήδη προκύψει σε σχέση με το σενάριο βάσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής), είναι 1,8 φορές πιο αποτελεσματικά για τη μείωση του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ από ότι μία ποσοστιαία μονάδα του ΑΕΠ πρωτογενές πλεόνασμα.
Προυποθέση για την αύξηση των επενδύσεων αποτελεί ακόμη η μείωση των κόκκινων δανείων. Οπως ανέφερε ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ανήλθαν σε 80 δισ. ευρώ στο τέλος Μαρτίου του 2019, μειωμένα κατά 27,2 δισ. ευρώ από το ανώτατο επίπεδό τους το Μάρτιο του 2016. Ωστόσο, ο λόγος μη εξυπηρετούμενων δανείων παρέμεινε υψηλός, στο 45,2% το Μάρτιο του 2019.
Ο κ. Στουρνάρας διαπίστωσε ότι οι επενδύσεις παραμένουν σε πολύ χαμηλό επίπεδο με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του αποθέματος κεφαλαίου της οικονομίας, ενώ και το επιχειρηματικό περιβάλλον δεν θεωρείται ακόμη αρκετά φιλικό προς τις ιδιωτικές επενδύσεις. Οπως εξήγησε οι επενδύσεις το 2019 θα έπρεπε να αυξηθούν κατά 41,6% έναντι 10,1% που προβλέπει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις εαρινές προβλέψεις του 2019. Ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου (σε τρέχουσες τιμές) μειώθηκε από 26% του ΑΕΠ το 2007 σε 11,1% του ΑΕΠ το 2018. Το μεγαλύτερο ποσοστό της μείωσης αυτής (10,1 από τις 14,9 ποσοστιαίες μονάδες) οφείλεται σε συρρίκνωση των επενδύσεων σε κατοικίες, η οποίες από 10,8% του ΑΕΠ το 2007 διαμορφώθηκαν σε 0,7% του ΑΕΠ το 2018.
Οπως ανέφερε ο ιδιος οι εκτιμήσεις του ΣΕΒ ανεβάζουν το επενδυτικό κενό στα 100 δισ. ευρώ. Ωστόσο σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των υπηρεσιών της Τράπεζας της Ελλάδος, το επενδυτικό κενό είναι ελαφρώς χαμηλότερο και συνεπώς μπορεί να καλυφθεί ταχύτερα.
Γεωργία και τουρισμός απειλούνται από την κλιματική αλλαγή
Η γεωργία είναι ο τομέας που αναμένεται να πληγεί περισσότερο από την κλιματική αλλαγή στην Ελλάδα, ενώ οι επιπτώσεις στον τουρισμό και τα παράκτια συστήματα θα επηρεάσουν σημαντικά το εισόδημα των νοικοκυριών και την οικονομία συνολικά. Ιδιαίτερη σημασία έχει επίσης ο τομέας των υδάτινων αποθεμάτων, από τα οποία εξαρτάται τόσο η γεωργία όσο και η ύδρευση. Τα παραπάνω επεσήμανε μεταξύ άλλων, ο διοικητής της ΤτΕ Γ. Στουρνάρας, μιλώντας σε επετειακή εκδήλωση του Συμβουλίου ΣΕΒ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη.
Όπως ανέφερε ο ίδιος Η σωστή εκτίμηση και εποπτεία των χρηματοοικονομικών κινδύνων που πηγάζουν από τη μετάβαση σε μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία, είναι σημαντικός παράγοντας για την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης και τη διαφύλαξη της ομαλής λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Τέλος, ο κ. Στουρνάρας υπογράμμισε ότι οι τρέχουσες εξελίξεις και η επιστημονική έρευνα επιβεβαιώνουν ότι απαιτείται μια δυναμική στρατηγική και ένα ισχυρό πλαίσιο δράσης για την αντιμετώπιση των σημερινών προκλήσεων της κλιματικής κρίσης και της αειφορίας συνολικά. Στο πλαίσιο αυτό, όπως είπε, το Συμβούλιο του ΣΕΒ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη αποτελεί έναν φορέα με σημαντικό ρόλο στην προώθηση της αειφορίας στην ελληνική επιχειρηματική πραγματικότητα και στο διάλογο ανάμεσα στην κοινωνία, την πολιτεία και τις επιχειρήσεις.