Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είχε τηλεδιάσκεψη με ανώτερα στελέχη του επιχειρηματικού οργανισμού YPO (Young Presidents’ Organization), την οποία παρακολούθησαν περίπου 1.000 διευθύνοντες σύμβουλοι και πρόεδροι επιχειρήσεων σε περισσότερες από 100 χώρες του κόσμου. Αντικείμενο της τηλεδιάσκεψης, που πραγματοποιήθηκε το απόγευμα της Τετάρτης, ήταν η επιτυχημένη αντιμετώπιση της πανδημίας του Covid-19 από την Ελλάδα και τα επόμενα βήματα για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
Ο πρωθυπουργός απάντησε σε ερωτήματα των συμμετεχόντων για τις επενδυτικές προοπτικές της Ελλάδας, τονίζοντας ότι τα θεμελιώδη προτερήματα που έχει οικοδομήσει η μεταρρυθμιστική πολιτική της κυβέρνησης παραμένουν ανέγγιχτα, και μάλιστα συμπληρώνονται πλέον από τη διεθνή αναγνώριση της αποτελεσματικής αντίδρασης έναντι του κορονοϊού.
«Η Ελλάδα είναι ακόμα καταλληλότερη για επενδύσεις από ό,τι ήταν πριν από πέντε μήνες» τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, προσθέτοντας ότι η στρατηγική της κυβέρνησης ήταν από την αρχή η αναβάθμιση του επενδυτικού περιβάλλοντος, ώστε να αναδειχθούν στο έπακρο τα πλεονεκτήματα της Ελλάδας. «Εκλέχθηκα πριν από 10 μήνες με μία πλατφόρμα αλλαγής, εστιάζοντας σε μεγάλο βαθμό στην προσέλκυση ξένων και εγχώριων ιδιωτικών επενδύσεων, στο να γίνει η Ελλάδα μια χώρα η οποία αξιοποιεί τα συγκριτικά της πλεονεκτήματά και διευκολύνει τις επενδύσεις διεθνών επενδυτών» σημείωσε.
«Έχουμε προχωρήσει πολύ σε αυτή την κατεύθυνση, έχουμε μειώσει τους φόρους, βελτιώσαμε το ρυθμιστικό πλαίσιο, η ψηφιοποίηση της δημόσιας διοίκησης έχει προχωρήσει -κάτι που πολλοί πίστευαν ότι ήταν αδύνατο. Και τώρα έχουμε το επιπρόσθετο πλεονέκτημα ότι θεωρούμαστε μία ασφαλής χώρα με μία δημόσια διοίκηση που λειτουργεί καλά», ανέφερε ο πρωθυπουργός.
Από την πλευρά του YPO, στη τηλεδιάσκεψη συμμετείχαν ο πρόεδρος τους διεθνούς επιχειρηματικού οργανισμού Τάσος Οικονόμου και ο επικεφαλής του ελληνικού παραρτήματος Θεόφιλος Βασιλειάδης. Ο κ. Οικονόμου, μιλώντας εκ μέρους ενός οργανισμού που αριθμεί 30.000 μέλη σε 130 χώρες (με κύκλο εργασιών -των επιχειρήσεων των μελών- 9 τρισ. δολάρια και πάνω από 22 εκατομμύρια εργαζόμενους), υπογράμμισε το πολύ μεγάλο ενδιαφέρον που έχουν ήδη εκφράσει πολλά μέλη του YPO να επισκεφτούν και να επενδύσουν στην Ελλάδα το οποίο εμφανίζεται ενισχυμένο μετά τους χειρισμούς της Ελλάδας σε αυτή την περίοδο παγκόσμιας κρίσης.
Δίνοντας εκ νέου το πολιτικό του στίγμα, το οποίο αποτυπώθηκε στους χειρισμούς κατά της πανδημίας, ο πρωθυπουργός επισήμανε πως είναι υπέρμαχος ενός αποτελεσματικού κράτους που προστατεύει την οικονομία όταν χρειαστεί, δίχως να υπονομεύει την παραγωγική λειτουργία του ιδιωτικού τομέα.
«Είμαι φιλελεύθερος πολιτικός, δεν είμαι νεοφιλελεύθερος. Δεν πιστεύω ότι οι αγορές έχουν πάντα τη λύση. Πιστεύω ότι το κράτος έχει ρόλο να παίξει, ειδικά σε περιόδους κρίσης. Και αυτό ακριβώς κάναμε. Παρεμβήκαμε για να αντιμετωπίσουμε μία άνευ προηγουμένου κρίση. Υποστηρίξαμε το δημόσιο σύστημα υγείας», υπογράμμισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, προσθέτοντας ότι προτεραιότητά του είναι η προστασία του κόσμου της εργασίας και η ανάγκη να δοθεί ένα χέρι βοήθειας στην επιχειρηματικότητα ώστε να μπορέσει να ανταπεξέλθει στο ξαφνικό, εξωγενές χτύπημα που προκάλεσε ο κορονοϊός.
«Ασφαλώς έρχονται καιροί που η κυβέρνηση πρέπει να προβεί σε δαπάνες για την έξοδο από μία βαθιά ύφεση. Αυτοί είναι καιροί που ευνοούν μία πιο κεϋνσιανή προσέγγιση. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν εξακολουθώ να πιστεύω ότι η ατμομηχανή της ανάπτυξης είναι, σταθερά, η ιδιωτική οικονομία. Κύριο μέλημά μου είναι η διάσωση θέσεων εργασίας και η παροχή μιας ανάσας στις επιχειρήσεις, ώστε να μπορέσουν να αναπτυχθούν ξανά στο μέλλον. Και πιστεύω ότι η πραγματική πρόκληση, πάντοτε σε αυτές τις περιπτώσεις, είναι το ποιος είναι ο δίκαιος επιμερισμός των βαρών» σημείωσε.
Όσον αφορά τον κρίσιμο ρόλο της Ευρώπης, ο πρωθυπουργός χαιρέτισε τη γαλλογερμανική πρόταση για σύσταση ταμείου ανάκαμψης με δύναμη πυρός 500 δισεκατομμύρια ευρώ, και κάλεσε τη Γηραιά Ήπειρο να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων.
«Η γαλλογερμανική πρόταση ήταν τολμηρή και σίγουρα ένα μεγάλο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Πεντακόσια δισεκατομμύρια με τη μορφή επιχορηγήσεων είναι σημαντικό ποσό, που θα χρηματοδοτηθεί από ένα κοινό εργαλείο χρέους που θα εκδοθεί από την ευρωπαϊκή επιτροπή. Αυτό είναι σημαντικό», είπε.
Σημείωσε, παράλληλα, ότι η προσφορά επιχορηγήσεων σε πληγείσες χώρες και περιοχές θα λειτουργήσει εξισορροπητικά για τη μεγάλη στήριξη που έχουν ήδη παράσχει πλουσιότερα κράτη-μέλη σε μεγάλες επιχειρήσεις τους, και την οποία δεν μπορούν να προσφέρουν μικρότερα κράτη-μέλη στις δικές τους.
«Αυτή τη στιγμή, η κρατική ενίσχυση που δίνεται σε κάποιες χώρες είναι γιγαντιαία και κάποιες άλλες χώρες δεν μπορούν να το ανταγωνιστούν αυτό, οι επιχειρήσεις τους τουλάχιστον δεν μπορούν να το ανταγωνιστούν», ανέφερε. «Ο μοναδικός τρόπος να το εξισορροπήσεις αυτό είναι μία μεταβίβαση με τη μορφή επιχορηγήσεων. Διαφορετικά, αν αυτό δεν γίνει, θα δείτε την διεύρυνση των περιφερειακών και γεωγραφικών ανισοτήτων».
Αντιμετωπίζοντας αποτελεσματικά τις προκλήσεις που έχει γεννήσει ο κορονοϊός η ενωμένη Ευρώπη δεν θα δώσει πολιτικό έδαφος στους λαϊκιστές και ευρωσκεπτικιστές, συμπλήρωσε ο πρωθυπουργός. Στο πλαίσιο αυτό υπενθύμισε την εμπειρία της Ελλάδας, η οποία πρώτη εξέλεξε και εν τέλει απέρριψε τους λαϊκιστές, δίνοντας στη σημερινή κυβέρνηση απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία και την πολιτική σταθερότητα που απαιτείται για την καλλιέργεια ενός ελκυστικού επενδυτικού κλίματος για τα επόμενα τρία χρόνια.
Η υγειονομική κρίση, όμως, υπογράμμισε ο κ.Μητσοτάκης, δεν έφερε μόνον αλλαγές στη ζωή των πολιτών αλλά και στη σχέση τους με το κράτος. Δόθηκε έτσι η ευκαιρία στη χώρα μας να καταρρίψει στερεότυπα για δήθεν αδυναμίες των Ελλήνων και να συνεχίσει το χτίσιμο μιας νέας εικόνας για τη χώρα, που προβάλλει τις αρετές της.
«Αυτή η κρίση ήταν επίσης καταλύτης για την εγκαθίδρυση μιας νέας σχέσης εμπιστοσύνης ανάμεσα στο κράτος και τους Έλληνες πολίτες», δήλωσε ο πρωθυπουργός, προσθέτοντας ότι ενώ στο παρελθόν υπήρχε διάχυτος σκεπτικισμός για την ικανότητα του κρατικού μηχανισμού να επιτελέσει βασικές λειτουργίες αυτή η εικόνα ανατράπηκε στην πράξη. «Τώρα, για πρώτη φορά, είδαν ένα κράτος που απέδωσε και κατά πάσα πιθανότητα είχε καλύτερη επίδοση από άλλες, καλύτερα οργανωμένες χώρες» εξήγησε.
«Υπήρχαν πολλά στερεότυπα για την Ελλάδα που αποδείξαμε ότι είναι λάθος: Ότι είμαστε πολύ εγωιστές, ότι δεν μπορούμε να συνεργαστούμε ο ένας με τον άλλον, ότι το κράτος είναι τελείως αναποτελεσματικό», τόνισε ο πρωθυπουργός, για να καταλήξει ότι αυτά έχουν πλέον διαψευστεί.