Για «υστερία και σύγχυση», που κυριαρχεί στην ευρωπαϊκή ενεργειακή αγορά, έκανε λόγο ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν, υποστηρίζοντας κατά τη διάρκεια τηλεδιάσκεψης με στελέχη της ρωσικής κυβέρνησης, ότι κάποιοι επιδιώκουν να κερδοσκοπήσουν εκμεταλλευόμενοι την κλιματική αλλαγή.
«Βλέπετε τι συμβαίνει στην Ευρώπη, επικρατεί υστερία και κάποια σύγχυση στις αγορές. Γιατί; Μα διότι κανείς δεν αντιμετωπίζει σοβαρά το θέμα, κάποιος κερδοσκοπεί επί των προβλημάτων των κλιματικών αλλαγών, κάποιος υποτιμά κάτι, κάποιος αρχίζει να μειώνει τις επενδύσεις στους εξορυκτικούς κλάδους», είπε ο Ρώσος ηγέτης, σημειώνοντας ότι η Ρωσία μπορεί να μεταβεί ομαλά στην οικονομία χωρίς υδρογονάνθρακες.
«Η χώρα μας έχει κάθε δυνατότητα, ώστε να αποφύγει παρόμοια λάθη. Βλέπουμε πού οδηγούν ορισμένες μη ισορροπημένες αποφάσεις, η μη ισορροπημένη ανάπτυξη και οι απότομες ανακατατάξεις. Σήμερα είναι καλώς ορατά αυτά στην ενεργειακή αγορά της Ευρώπης», πρόσθεσε ο Β.Πούτιν, υποστηρίζοντας ότι η Ρωσία κατέχει ηγετικές θέσεις παγκοσμίως στην ενέργεια, που δεν προέρχεται από υδρογονάνθρακες.
«Το μερίδιο της ενέργειας από ατομικούς σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, υδροηλεκτρικούς σταθμούς, ανεμογεννήτριες και ηλιακούς ηλεκτρικούς σταθμούς ξεπερνά το 37% στη χώρα μας», δήλωσε ο Ρώσος πρόεδρος καλώντας την κυβέρνησή του να αυξήσει περαιτέρω τους ρυθμούς υλοποίησης σχεδίων κατασκευής πυρηνικών σταθμών, μικρών υδροηλεκτρικών έργων, καθώς και σταθμών εκμετάλλευσης της παλίρροιας, ειδικά στη ρωσική ‘Απω Ανατολή, χωρίς να υποτιμάται η αειφόρος ανάπτυξη των μονάδων, που χρησιμοποιούν υδρογονάνθρακες.
Σύμφωνα με τις περισσότερες αναλύσεις στα ρωσικά ΜΜΕ οι λόγοι της ραγδαίας αύξησης της χρηματιστηριακής τιμής του φυσικού αερίου στην Ευρώπη, που έφθασε στο ιστορικό μέγιστο των 1455 δολ. ΗΠΑ/τόνο, είναι η μείωση των αποθεμάτων στις ευρωπαϊκές δεξαμενές αποθήκευσης αερίου, λόγω της διαρκώς αυξανόμενες ζήτησης, που δεν μπορεί να καλυφθεί από τις αυξημένες εξαγωγές από τη Ρωσία, καθώς την ίδια στιγμή μειώνονται οι εισαγωγές υγροποιημένου αερίου στην Ευρώπη.
Σύμφωνα με τον Νορβηγό αναλυτή Σίντρε Κνούτσον της εταιρείας συμβούλων Rystad Energy, τον οποίο επικαλείται το πρακτορείο «Ρωσία σήμερα», οι ευρωπαϊκές δεξαμενές «περιέχουν σήμερα κατά 20% λιγότερο φυσικό αέριο σε σχέση με τα τελευταία πέντε έτη και δεν υπάρχουν δείγματα βελτίωσης της κατάστασης, γεγονός, που οδηγεί τις τιμές μόνο προς τα πάνω».
Κατά κάποιες εκτιμήσεις οι ευρωπαϊκές τιμές του αερίου μπορούν να φθάσουν έως το τέλος του χρόνου το επίπεδο των ασιατικών αγορών, δηλαδή 1.500-2000 δολ. ΗΠΑ/τόνο, καθώς «δεν σώζουν την Ευρώπη ούτε οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, γιατί οι ανεμογεννήτριες δεν επαλήθευσαν τις ελπίδες, που υπήρχαν, λόγω των μη ισχυρών ανέμων και της ξηρασίας, καθώς αυξάνεται απότομα η ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια», σύμφωνα με την Νατάλια Μιλτσακόβα του κέντρου αναλύσεων «Αλπάρι».
Κατά την ίδια αναλύτρια «το ρεκόρ αύξησης της τιμής του αερίου στην Ευρώπη υποχρεώνει να θυσιαστεί το προαναγγελθέν πέρασμα στην “πράσινη” ενέργεια και την πιο δραστήρια χρήση του πετρελαίου και του άνθρακα, που έχει ως αποτέλεσμα η αυξανόμενη ζήτηση να οδηγεί στην αύξηση και των δικών τους τιμών».
Κατά τους ειδικούς, που φιλοξενούνται στα ρωσικά ΜΜΕ, σταθεροποίηση της κατάστασης στην ενεργειακή αγορά θα μπορούσε να επέλθει με την έναρξη λειτουργίας του αγωγού Nord Stream-2, που καταλήγει στη Γερμανία, είτε με την αύξηση των εξαγωγών της ρωσικής Gazprom μέσω των υπαρχουσών δικτύων, εφόσον η ΕΕ ή μεμονωμένες χώρες απευθυνθούν στη ρωσική πλευρά με σχετικά αιτήματα, όπως έπραξε πρόσφατα η Ουγγαρία.