“Δυστυχώς σήμερα διαπιστώσαμε ότι δεν ήταν δυνατό να επιτευχθεί συμφωνία και πως χρειαζόμαστε περισσότερο χρόνο”, δήλωσε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, αμέσως μετά το τέλος της συνόδου κορυφής της ΕΕ για τον επταετή προϋπολογισμό της ΕΕ.
Η διαπραγμάτευση για τον προϋπολογισμό της ΕΕ είναι πολύ δύσκολη, και ιδίως μετά την έξοδο της Μεγάλης Βρετανίας από την ΕΕ, αναγνώρισε ο Σαρλ Μισέλ.
Ούρσολα Φον ντερ Λάιεν
Από την πλευρά της, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσολα φον ντερ Λάιεν, είπε ότι είναι αναγκαίο “να συνεχιστεί η δουλειά με σφρίγος κατά τις επόμενες εβδομάδες και μήνες”. Σχολιάζοντας την αποτυχία της συνόδου, είπε ότι “Έτσι είναι η δημοκρατία”, προσθέτοντας ότι “Είναι μια καλή δημοκρατική παράδοση να συζητάς και να διαπραγματεύεσαι”.
Εμανουέλ Μακρόν
Η αποτυχία της έκτακτης συνόδου κορυφής της ΕΕ αποδεικνύει ότι “δεν χρειαζόμαστε τη Βρετανία για να επιδείξουμε την ασυμφωνία μας”, δήλωσε χαριτολογώντας ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, μετά την απότομη λήξη των διαπραγματεύσεων στις Βρυξέλλες.
Ο Γάλλος ηγέτης είπε ότι κατάφερε να πετύχει κάποιες βελτιώσεις σε ό,τι αφορά τις αγροτικές επιδοτήσεις, όμως δεν αρκούσε αυτό ώστε να επιτευχθεί σήμερα μια συμφωνία. “Η Κοινή Αγροτική Πολιτική δεν μπορεί να πληρώσει το Brexit”, τόνισε.
Άγγελα Μέρκελ
“Οι διαφορές ήταν απλώς πολύ μεγάλες”, σχολίασε από την πλευρά της η καγκελάριος της Γερμανίας Άγγελα Μέρκελ. “Ακόμη και τα πρόχειρα δεδομένα της νέας πρότασης έδειχαν ότι δεν επαρκούσε για να γεφυρωθούν οι διαφορές”, σημείωσε.
Έντονη αντιπαράθεση
Η κατάρτιση του επταετούς προϋπολογισμού υπήρξε ανέκαθεν δύσκολη, όμως αυτή τη φορά η αντιπαράθεση ήταν ακόμη εντονότερη, λόγω του κενού των 75 δισεκ. ευρώ που προέκυψε στη χρηματοδότηση λόγω της αποχώρησης της Βρετανίας από την ΕΕ, σε μια περίοδο που η Ευρώπη αντιμετωπίσει κοστοβόρες νέες προκλήσεις, από το μεταναστευτικό μέχρι την κλιματική αλλαγή. Η αντιπαράθεση αυτή και ο τρόπος με τον οποίο θα καλυφθεί το κενό φανέρωσε το βαθύ χάσμα μεταξύ των χωρών του βορρά και του νότου, της ανατολής και της δύσης, των πιο ανεπτυγμένων και των λιγότερο ανεπτυγμένων οικονομιών.
Η Δανία, η Αυστρία, η Σουηδία και η Ολλανδία, οι επονομαζόμενες “τέσσερις σφικτοχέρες”, προσήλθαν στις συζητήσεις με το αδιαπραγμάτευτο αίτημα, το συνολικό ύψος του προϋπολογισμού να μην ξεπεράσει το 1% του Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος της ΕΕ. Η συμβιβαστική πρόταση του προέδρου του Ευρωπαίκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ ήταν στο 1,069%, όμως απορρίφθηκε αμέσως όταν την έθεσε στους ηγέτες.
Kυρ. Μητσοτάκης: Δεν κατέστη δυνατή η συμφωνία επειδή κάποιοι επέμειναν ότι πρέπει να κάνουμε περισσότερα με λιγότερους πόρους
Οι προσδοκίες να πετύχουμε μια συμφωνία στην πρώτη απόπειρα ήταν εξαιρετικά περιορισμένες, σημείωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε αμέσως μετά την ολοκλήρωση της έκτακτης Συνόδου Κορυφής στις Βρυξέλλες.
«Είναι χρήσιμο να αποφεύγει κανείς την υπερβολική δραματοποίηση» τόνισε ο πρωθυπουργός εκφράζοντας την αισιοδοξία του ότι ο «χρόνος θα είναι βάλσαμο και θα μας επιτρέψει να είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι για την επίτευξη μιας συμφωνίας» σε κάποια επόμενη προσπάθεια. «Η ιστορία μας διδάσκει ότι τέτοιες σύνθετες συμφωνίες δεν επιτυγχάνονται κατά κανόνα στην πρώτη προσπάθεια. Αυτή είναι η ιστορία της Ευρώπης. Καταλήγει σε λύσεις οι οποίες μερικές φορές παίρνουν πολύ κόπο, πολύ χρόνο και πολλή προσπάθεια».
Ο κ. Μητσοτάκης επεσήμανε ότι σαφώς και έχουν τεθεί στόχοι αλλά τα πράγματα είναι πιο δύσκολα λόγω Brexit. Ωστόσο οι εθνικές προτεραιότητες παραμένουν. «Κάποιοι επέμειναν ότι πρέπει να κάνουμε περισσότερα με λιγότερους πόρους οπότε δεν κατέστη συμφωνία» διευκρίνισε ο πρωθυπουργός.
Επεσήμανε στη συνέχεια ότι παραμένουν οι προτεραιότητές μας που αφορούν το ότι είναι ανάγκη να προστατευθεί το εισόδημα των αγροτών μας, να γίνει η μετάβαση στη νέα εποχή με μεθόδους πιο φιλικές στο περιβάλλον, να έχουμε ένα εμπροσθοβαρές ΕΣΠΑ και να υπάρξουν πόροι για να καταστεί δυνατή η δίκαιη μετάβαση στην απολιγνιτοποίηση.
Πρόσθεσε επίσης πως πρέπει να στηριχθούν πολιτικές που αφορούν στη μετανάστευση, τη φύλαξη των συνόρων, τη λειτουργία της Frontex.
Ωστόσο, «δεν μπήκαμε ποτέ σε ουσιαστική συζήτηση» τόνισε ο πρωθυπουργός λόγω των έντονων διαφωνιών. Και πρόσθεσε:
«Είχαμε μία πρώτη απόπειρα επίλυσης αυτού του δύσκολου σταυρόλεξου. Οι χώρες της συνοχής (17 χώρες δηλαδή) κράτησαν μία σταθερή γραμμή διεκδικώντας το αυτονόητο και τις επόμενες εβδομάδες θα διαβουλευθούμε μεταξύ μας και με τα αρμόδια ευρωπαϊκά όργανα ώστε την επόμενη φορά που θα βρεθούμε να καταλήξουμε σε μία συμφωνία για μια Ευρώπη που μας αξίζει».
Αδιαπραγμάτευτες η ΚΑΠ και η Πολιτική Συνοχής
“Θεωρούμε αδιαπραγμάτευση τη στήριξη των δύο παραδοσιακών πυλώνων της ΕΕ, την Κοινή Αγροτική Πολιτική και την Πολιτική Συνοχής” τόνισε ο πρωθυπουργός στη συνέντευξη Τύπου. Σημείωσε περαιτέρω πως αυτές είναι πολιτικές οι οποίες αφορούν όλους τους πολίτες μας και πρέπει να εξακολουθούν να στηρίζονται και με ενισχυμένο τρόπο από τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό.
Αναφερόμενος στη διαπραγμάτευση, ο κ. Μητσοτάκης τη χαρακτήρισε εξαιρετικά δύσκολη, η οποία παρά τις φιλότιμες προσπάθειες και τις ολονύκτιες διαπραγματεύσεις δυστυχώς δεν κατέληξε σε αποτέλεσμα. Με άλλα λόγια, επισήμανε, “δεν μπορέσαμε να συμφωνήσουμε για το ύψος και την κατανομή του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού για την περίοδο 2021-2027”.
Διερωτώμενος γιατί βρεθήκαμε σε αυτή τη δύσκολη κατάσταση, ο πρωθυπουργός είπε πως από τη μια μεριά η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου στερεί από τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό μια σημαντική χώρα συνεισφοράς και συμπλήρωσε: “Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει θέσει ένα πλαίσιο εξαιρετικά φιλόδοξο πολιτικών που αφορούν το μέλλον της Ευρώπης, όπως πολιτικές που έχουν να κάνουν με τη μετάβαση σε μια οικονομία τελικά εκπομπών άνθρακα έως το 2050, πολιτικές που έχουν να κάνουν με τον ψηφιακό μετασχηματισμό των κοινωνιών μας, πολιτικές που έχουν να κάνουν με την προστασία των συνόρων μας. Και όλες αυτές οι πολιτικές χρειάζονται πρόσθετους πόρους για να μπορέσουν να χρηματοδοτηθούν”.
Σε αυτό το σύνθετο μήνυμα είπε πως προστέθηκε και η επιμονή τεσσάρων μεσαίων ευρωπαϊκών χωρών, συνεισφορέων, ότι ο ευρωπαϊκός προϋπολογισμός δεν έπρεπε με τίποτα να ξεπεράσει το 1% του Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος της ΕΕ. Με άλλα λόγια, επισήμανε πως κάποιοι επέμειναν ότι θα πρέπει να κάνουμε περισσότερα με λιγότερους πόρους.