Δεκτό έγινε από την Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο.
«Μετά από σχεδόν μια δεκαετία αδιεξόδου, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε υπέρ της υιοθέτησης του Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Άσυλο – την πλήρη αναθεώρηση της νομοθεσίας της ΕΕ για τη μετανάστευση. Η Ευρώπη θα διαχειριστεί τη μετανάστευση με ομαλό τρόπο και με τους δικούς μας όρους» ανέφερε ο αντιπρόεδρος της Επιτροπής Μαργαρίτης Σχοινάς.
Από την πλευρά της, η επίτροπος Εσωτερικών Υποθέσεων, Ίλβα Γιόχανσον σημείωσε ότι η σημερινή ψήφος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είναι ένα μεγάλο επίτευγμα. «Θα μπορέσουμε να προστατεύσουμε καλύτερα τα εξωτερικά μας σύνορα, τους ευάλωτους και τους πρόσφυγες, θα επιστρέφονται γρήγορα όσοι δεν δικαιούνται παραμονή, με υποχρεωτική αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών».
Φον ντερ Λάιεν: Είναι μια ιστορική ημέρα
Την υιοθέτηση του Συμφώνου Μετανάστευσης και Ασύλου από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, χαιρέτησαν σήμερα οι Πρόεδροι της Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Ρομπέρτα Μέτσολα, χαρακτηρίζοντάς τη σημερινή ημέρα «ιστορική».
«Σήμερα όντως είναι μια ιστορική ημέρα. Έπειτα από χρόνια έντονης δουλειάς το Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου γίνεται πραγματικότητα. Είναι ένα τεράστιο επίτευγμα για την Ευρώπη», τόνισε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν σε δηλώσεις της προς τους δημοσιογράφους, λίγο μετά την κρίσιμη ψηφοφορία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Δεν παρέλειψε, μάλιστα, στην αρχή της ομιλίας της να ευχαριστήσει τον Αντιπρόεδρο για τον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής, Μαργαρίτη Σχοινά και την Επίτροπο Εσωτερικών υποθέσεων, Ίλβα Γιόχανσον. «Εσείς και τα επιτελεία σας εργαστήκατε άοκνα όλα αυτά τα χρόνια για να κάνετε το Σύμφωνο πραγματικότητα. Τώρα τα καταφέρατε», ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Η μετανάστευση είναι μια ευρωπαϊκή πρόκληση που πρέπει να αντιμετωπιστεί με μια (ενιαία) ευρωπαϊκή λύση», ανέφερε στη συνέχεια η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, τονίζοντας ότι το Σύμφωνο που υιοθετήθηκε σήμερα είναι αποτελεσματικό, δίκαιο και σταθερό. Εξήγησε ότι οι νέοι κανόνες θα καταστήσουν τα ευρωπαϊκά σύνορα πιο ασφαλή, καθώς θα ελέγχονται και θα καταγράφονται αυτοί που θα τα διασχίζουν, διασφαλίζοντας παράλληλα την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Πρόσθεσε, επίσης, ότι οι διαδικασίες για τους αιτούντες άσυλο θα είναι πιο αποτελεσματικές, κάτι το οποίο σημαίνει ότι όσοι δεν έχουν δικαίωμα ασύλου δεν θα παραμένουν στην ΕΕ, ενώ όσοι ξεφεύγουν από τον πόλεμο θα έχουν την προστασία που χρειάζονται.
Όσον αφορά την πτυχή της «αλληλεγγύης», η Πρόεδρος της Επιτροπής τόνισε ότι όταν τα κράτη-μέλη πρώτης εισόδου δεχτούν μεταναστευτικές πιέσεις, όλα τα υπόλοιπα κράτη θα πρέπει να μοιραστούν το βάρος, επιλέγοντας με ποιόν τρόπο θέλουν να το κάνουν.
«Θα συνεχίσουμε ανταποκρινόμαστε σε όλες τις κρίσεις: από τη Λαμπεντούζα, μέχρι τα σύνορα της Φινλανδίας και από τα Κανάρια νησιά μέχρι την Κύπρο», είπε η Πρόεδρος της Επιτροπής, τονίζοντας ότι η ΕΕ θα αποφασίζει ποιος και υπό ποιους όρους θα εισέρχεται στο έδαφος της.
Καταλήγοντας, η Πρόεδρος της Επιτροπής αναφέρθηκε στις συνεργασίες που αναπτύσσει η ΕΕ με τις χώρες προέλευσης και διέλευσης, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι βαθύτερες αιτίες της μετανάστευσης και τέλος πρόσθεσε: «Είμαι περήφανη που τώρα έχουμε μια ευρωπαϊκή λύση, όμως η δουλειά δεν σταματάει εδώ».
Από την πλευρά της, η Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τόνισε ότι το Σύμφωνο διασφαλίζει τη σωστή ισορροπία μεταξύ αλληλεγγύης και υπευθυνότητας. Παραδέχτηκε ότι δεν επιλύει όλα τα ζητήματα «εν μία νυκτί», αλλά είναι ένα «γιγαντιαίο βήμα προς τα εμπρός», διότι διασφαλίζει ότι αυτοί που χρήζουν προστασίας θα την έχουν.
Ο πρωθυπουργός του Βελγίου, Αλεξάντερ ντε Κρο ανέφερε ότι το μεταναστευτικό ζήτημα είναι σύνθετο φαινόμενο όλων των εποχών και δεν υπάρχει μαγική λύση, αλλά όπως είπε αυτό το Σύμφωνο παρέχει στα κράτη-μέλη τα κατάλληλα εργαλεία να ελέγξουν και να διαχειριστούν τις μεταναστευτικές ροές. Τόνισε, ότι τα βασικά στοιχεία του Συμφώνου είναι η καλύτερη προστασία των εξωτερικών συνόρων, ο καλύτερος επιμερισμός των βαρών μεταξύ κρατών-μελών και η διασφάλιση ότι στην Ευρώπη θα παραμένουν μόνο οι αιτούντες άσυλο που χρήζουν διεθνούς προστασίας.