Το φαινόμενο της μεταφοράς αφρικανικής σκόνης, που βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη, αναμένεται να συνεχιστεί με μειωμένη ένταση έως μεθαύριο, 29 Μαρτίου, επηρεάζοντας κυρίως την κεντρική και τη νότια Ελλάδα. Σημαντικά αυξημένες συγκεντρώσεις σκόνης είναι πιθανό να πλήξουν κυρίως το ανατολικό τμήμα της Κρήτης αύριο, Τετάρτη.
Αυτές είναι οι εκτιμήσεις της εθνικής ερευνητικής υποδομής ΠΑΝΑΚΕΙΑ, στην οποία έχουν ενταχθεί οι κύριοι σταθμοί παρακολούθησης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που υπάγονται στα ερευνητικά και ακαδημαϊκά ιδρύματα της χώρας. Οι σταθμοί αυτοί παρακολουθούν σε συνεχή βάση και σε πραγματικό χρόνο την εξέλιξη των φαινομένων.
Όπως επισημαίνεται σε σχετική ανακοίνωση, τις τελευταίες ημέρες η ελληνική επικράτεια βρίσκεται υπό τη συνεχόμενη επίδραση ορυκτογενούς σκόνης από την έρημο της Σαχάρας. Αν και η μεταφορά ερημικής σκόνης από τις ερήμους της Β. Αφρικής και της Μέσης Ανατολής προς τη λεκάνη της Μεσογείου είναι ένα φυσικό φαινόμενο, η συχνότητα και η ένταση αυτών των φαινομένων μπορεί να χαρακτηριστούν ασυνήθιστες.
Η παρουσία σκόνης στην ατμόσφαιρα (σωματίδια ΡΜ10) της Αττικής έφθασε τα 518 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο αέρα (μg/m3) στις 25 Μαρτίου στον σταθμό του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών στο Θησείο, ενώ είχε υποχωρήσει στα 191 μg/m3 στις 26/3. Στην Κρήτη, που βρίσκεται σχεδόν υπό τη συνεχή επίδραση σκόνης από τις 22 Μαρτίου, οι τιμές στις 26/3 ανήλθαν στα 710 μg/m3 στο Ηράκλειο και στα 384 μg/m3 στο σταθμό Φινοκαλιάς, σύμφωνα με τις μετρήσεις του Πανεπιστημίου Κρήτης (μέσες τιμες πενταλέπτου).
Οι επιστήμονες τονίζουν ότι η οριακή επιτρεπτή 24ωρη τιμή είναι τα 50 μg/m3 και δεν πρέπει να παραβιάζεται πάνω από 35 φορές τον χρόνο.
Η πανελλαδική ερευνητική υποδομή ΠΑΝΑΚΕΙΑ (PANACEA- PANhellenic infrastructure for Atmospheric Composition and climatE change) συντονίζεται από το Εργαστήριο Περιβαλλοντικών Χημικών Διεργασιών του Πανεπιστημίου Κρήτης, με υπεύθυνο τον Νικόλαο Μιχαλόπουλο, καθηγητή του Τμήματος Χημείας και διευθυντή του Ινστιτούτου Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών.
Στην υποδομή συμμετέχουν το Πανεπιστήμιο Κρήτης, το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το Εθνικό Κέντρο Έρευνας Φυσικών Επιστημών «Δημόκριτος», το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, το Ινστιτούτο Επιστημών Χημικής Μηχανικής του ΙΤΕ, το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, το Ίδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών, το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Πολυτεχνείο Κρήτης, το Πανεπιστήμιο Αιγαίο, το Πανεπιστήμιο Πάτρας και το Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών.