Αισιόδοξος για τις προοπτικές ανάκαμψης στην ευρωζώνη παραμένει ο κεντρικός τραπεζίτης Μάριο Ντράγκι, παρόλο που η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κατέβασε τον πήχη της ανάπτυξης για το 2018 και το 2019.
Η ΕΚΤ αναθεώρησε προς τα κάτω τις προβλέψεις της για την αύξηση του ΑΕΠ στην ευρωζώνη σε σχέση με αυτές του Ιουνίου, στο 2% για φέτος (έναντι 2,1%) στο 1,8% για το 2019 (έναντι 1,9%) και στο 1,7% για το 2020.
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ επισήμανε, μιλώντας στην καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου, ότι οι κίνδυνοι στο μέτωπο της ανάπτυξης προέρχονται κυρίως από την άνοδο του προστατευτισμού στις εμπορικές σχέσεις, την αναταραχή στις αναδυόμενες αγορές αλλά και από τις εξελίξεις στην Κίνα. Στο μέτωπο του πληθωρισμού ο κ. Ντράγκι σημείωσε ότι οι εξελίξεις είναι ενθαρρυντικές για την επίτευξη του στόχου που έχει θέσει η ΕΚΤ.
Τα παραπάνω είχαν ως αποτέλεσμα να παραμείνει αμετάβλητο το πλαίσιο νομισματικής πολιτικής και ιδιαίτερα το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE). Τούτο συνεπάγεται μείωση του μηνιαίου ορίου αγορών από τον επόμενο μήνα και τερματισμός του προγράμματος το Δεκέμβριο. Ωστόσο, για μία ακόμη φορά ο κ. Ντράγκι άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο το πρόγραμμα αυτό να συνεχιστεί στην περίπτωση που κριθεί αναγκαίο, ενώ σε κάθε περίπτωση διαβεβαίωσε ότι η νομισματική πολιτική θα παραμείνει χαλαρή και μετά το QE.
Απαντώντας σε ερώτηση σχετική με την συμπλήρωση δέκα χρόνων από την κατάρρευση της Lehman Brothers, o κ Ντράγκι ανέφερε ότι τα συμπτώματα της κρίσης είχαν γίνει ορατά πολύ νωρίτερα και συγκεκριμένα από το Σεπτέμβριο του 2007. Για το λόγο αυτό όπως συμπλήρωσε η ομάδα των G-7 προχώρησε τον Ιανουάριο του 2008 στον συντονισμό των φορέων, δημιουργώντας το FSF. Σε κάθε περίπτωση όμως διαβεβαίωσε ότι πλέον οι τράπεζες είναι πολύ πιο ισχυρές, και το πλαίσιο εποπτείας λειτουργεί πολύ πιο αποτελεσματικά, χωρίς όμως τούτο να σημαίνει ότι μπορούμε να εφησυχάσουμε. Και τούτο διότι -όπως ανέφερε- η πρόκληση για την αντιμετώπιση των κινδύνων βρίσκεται πλέον στο λεγόμενο σκιώδη τραπεζικό τομέα.