Τη βεβαιότητα ότι «στη Νέα Δημοκρατία θα πέσει το βαρύ φορτίο να βγάλει την Ελλάδα από την παρούσα κρίση», εξέφρασε στη χθεσινοβραδινή ομιλία του στο Επιμελητήριο Έβρου, ο βουλευτής και τομεάρχης Θράκης της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Νίκος Δένδιας, που πραγματοποιεί διήμερη περιοδεία στον Έβρο.
Απηύθυνε κάλεσμα στους Θρακιώτες, μέσα από διαλογικές διαδικασίες «?να καταλήξουμε μαζί με την Τοπική Αυτοδιοίκηση, με τους τοπικούς φορείς, με τον πρόεδρό μας, στη βέλτιστη πρόταση την οποία θα υποβάλλουμε στην κοινωνία της Θράκης, ενόψει των ερχόμενων βουλευτικών εκλογών». Διευκρίνισε ότι σκοπός της επίσκεψης είναι, μέσω των συναντήσεων τόσο με τους τοπικούς παράγοντες όσο και με τα τοπικά στελέχη «να κατανοήσουμε τι η κοινωνία θέλει από τη Νέα Δημοκρατία?Δεν ήρθα για να απαγγείλω λόγους ή να εξαγγείλω υποσχέσεις. Ήρθα για να μιλήσω, να καταλάβω, να κοστολογήσω, να εισηγηθώ και να καταλήξουμε όλοι μαζί στο δέον γενέσθαι μέσα στα πλαίσια της λογικής, για να μην επαναλάβουμε λάθη του παρελθόντος».
Με αυτοκριτική διάθεση δήλωσε πως «δεν υπήρξαμε σαν ΝΔ πάντοτε τέλειοι και αναμάρτητοι. Όμως έχουμε διδαχθεί από τα λάθη του παρελθόντος. Έχουμε αλλάξει το μοντέλο επικοινωνίας».
Αναφέρθηκε στη συνάντηση που είχε, από κοινού με τον βουλευτή Έβρου της ΝΔ Αναστάσιο Δημοσχάκη, με τους γονείς των δύο συλληφθέντων στρατιωτικών στην Ορεστιάδα, τονίζοντας ότι αυτή έγινε «χωρίς κάμερες, χωρίς, ανακοινώσεις, χωρίς την παραμικρή προσπάθεια πολιτικής εκμετάλλευσης».
Επικαλούμενος την ιδιότητα του πρώην υπουργού ‘Αμυνας, του πρώην υπουργού Προστασίας του Πολίτη και νυν κοινοβουλευτικού εκπροσώπου, απεύθυνε μήνυμα στη γείτονα χώρα λέγοντας χαρακτηριστικά «ότι θα κάνει ένα τεράστιο σφάλμα αν επιχειρήσει να εκμεταλλευτεί οποιοδήποτε επεισόδιο, διότι η Ελληνική Δημοκρατία δεν πρόκειται να επιτρέψει να ταπεινωθεί. Απαιτούμε από τη γείτονα χώρα να επιστρέψει τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων στην πατρίδα μας και στις οικογένειές τους?».
Σημείωσε πως «τέτοιο επεισόδιο δεν έχει υπάρξει τα τελευταία 30 χρόνια και, επίσης, τέτοια επεισόδια λύνονταν σε επίπεδο τοπικών διοικητών, δεν έφταναν καν εις γνώση του διοικητή σχηματισμού, πόσο μάλλον του υπουργού και της κυβέρνησης. Αυτή λοιπόν η κλιμάκωση δεν ωφελεί τις σχέσεις μας με τη γείτονα χώρα, τις σχέσεις της γείτονος χώρας με την Ευρώπη και τον κόσμο». Αναφερόμενος στο κατά πόσο υπάρχουν ευθύνες της κυβέρνησης δήλωσε πως «δεν είναι η ώρα τώρα να μιλήσουμε για τις ευθύνες της κυβέρνησης. Κατά την άποψή μας βεβαίως υπάρχουν, γι’ αυτές θα μιλήσουμε μετά».
Ο κ. Δένδιας εξαπέλυσε δριμύ κατηγορώ στην κυβέρνηση υποστηρίζοντας: «δεν θυμάμαι ποτέ, ούτε από την εμπειρία μου, ούτε από τη γνώση μου της ιστορίας, να έχει ο τόπος μας χειρότερη κυβέρνηση, όχι μόνο ως προς την οικονομία…Σε όλους τους τομείς η κυβέρνηση αυτή παρουσιάζεται απολύτως ανίκανη».
Έκανε λόγο για αφήγημα «της δήθεν καθαρής εξόδου και της επιστροφής στην κανονικότητα», για «απόλυτη έλλειψη της οποιασδήποτε πολιτικής βούλησης για ν’ αντιμετωπιστεί το έγκλημα, η βία, οι πράξεις τρομοκράτησης που έχουν γίνει πια καθημερινότητα», για πρακτικές μετάθεσης ευθυνών από την πολιτική ηγεσία στα στελέχη της αστυνομίας τη στιγμή που δεν τους έχει δοθεί η πολιτική κατεύθυνση. Εξέφρασε την εκτίμηση ότι η Δημόσια Διοίκηση «δεν έχει ζήσει χειρότερες στιγμές», ενώ αναφερόμενος στην Παιδεία είπε ότι «το καλό, η επιτυχία, η αριστεία, η κινητροδότηση της νέας γενιάς έχει γίνει κάτι το αρνητικό και ο ίδιος ο υπουργός Παιδείας επιδιώκει την εξομοίωση προς τα κάτω, όπως και ο προκάτοχός του».
Τέλος, ειδική αναφορά έκανε ο κ. Δένδιας στο μεταναστευτικό λέγοντας πως επί κυβέρνησης Νέας Δημοκρατίας «το ξέφραγο αμπέλι μέσα σε έξι μήνες ξανάγινε μια οργανωμένη και σοβαρή χώρα, με φύλαξη των συνόρων, με περιορισμό όσων παράνομα είχαν μπει στην πατρίδα μας και με το καλύτερο πρόγραμμα επιστροφών στην Ευρώπη?.Η τωρινή κυβέρνηση με την εκλογή της εγκατέλειψε πλήρως οποιοδήποτε σχεδιασμό και μετέτρεψε την πατρίδα μας ξανά σ’ ένα ξέφραγο αμπέλι, εκθέτοντάς μας στους εταίρους μας και εκθέτοντας σε κίνδυνο όχι μόνο την ελληνική κοινωνία αλλά και τις ζωές των ανθρώπων αυτών που παραπλανημένοι από ψευδές υποσχέσεις, επέλεξαν να περάσουν τα σύνορα ελπίζοντας σ΄ένα καλύτερο μέλλον στην Ευρώπη που συνήθως δεν έρχεται».