Κέρδη μετά φόρων 5 εκατ. ευρώ για το πρώτο τρίμηνο του 2017, σε επίπεδο ομίλου, ανακοίνωσε την Τετάρτη 24/5/2017 η Εθνική Τράπεζα. Τα οργανικά κέρδη προ προβλέψεων στην Ελλάδα αυξήθηκαν κατά 13% σε τριμηνιαία βάση (και 30% σε ετήσια βάση) και διαμορφώθηκαν σε 244 εκατ. ευρώ το Α’ τρίμηνο του 2017. Να σημεωθεί ότι οι μετοχές της Εθνικής έκλεισαν την Τετάρτη 24/5/2017, με πτώση 7,58% στα 0,305 ευρώ, στη συνεδρίαση του Χρηματιστηρίου της Αθήνας.
Η ενίσχυση της οργανικής κερδοφορίας στην Ελλάδα, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της Τράπεζας, αντανακλά τη βελτίωση των οργανικών εσόδων (+2,3% σε τριμηνιαία βάση) και τη μείωση των λειτουργικών δαπανών (-7,1% σε τριμηνιαία βάση).
Παρά την αυξημένη αβεβαιότητα κατά τη διάρκεια των πρώτων μηνών του έτους, τα Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα (NPEs) μειώθηκαν για τέταρτο συνεχόμενο τρίμηνο (- 0,2 δισ. ευρώ σε τριμηνιαία βάση).
Η συνολική μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων ανέρχεται σε 3,0 δισ. ευρώ από το τέλος του 2015, υπερβαίνοντας το στόχο του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (ΕΕΜ) κατά 0,7 δισ. ευρώ.
Ο δείκτης Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων στην Ελλάδα διαμορφώθηκε σε 45,1%, στα χαμηλότερα επίπεδα του εγχώριου τραπεζικού κλάδου. Το ποσοστό κάλυψης από σωρευμένες προβλέψεις ανήλθε σε 56,6% στην Ελλάδα, το υψηλότερο του κλάδου.
Ο δείκτης δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών ανήλθε σε 33,9% στην Ελλάδα, στα χαμηλότερα επίπεδα του κλάδου. Ο δείκτης κάλυψης δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών από σωρευμένες προβλέψεις διαμορφώθηκε σε 75,2% στην Ελλάδα, στα υψηλότερα επίπεδα του κλάδου.
Στην Ελλάδα, το κόστος πιστωτικού κινδύνου διαμορφώθηκε σε 294 μβ (+42 μβ σε τριμηνιαία βάση), λόγω της ετήσιας αναπροσαρμογής στις τιμές των ακινήτων το 2016. Εξαιρώντας την εν λόγω αρνητική επίπτωση που αφορούσε το σύνολο του 2016, το εγχώριο κόστος πιστωτικού κινδύνου του τριμήνου διαμορφώνεται σε επίπεδα χαμηλότερα από αυτά του Γ τριμήνου του 2016 (περίπου 190 μβ).
Η χρηματοδότηση μέσω ΕLA παρέμεινε αμετάβλητη σε τριμηνιαία βάση στα 5,6 δισ. ευρώ το τέλος του Α’ τριμήνου του 2017, παρά τις εκροές καταθέσεων λόγω εποχικότητας και της προσωρινής αύξησης της αβεβαιότητας.
Ενισχυμένη ρευστότητα
Ύστερα από ένα ισχυρό τέταρτο τρίμηνο, εν μέρει λόγω εποχικότητας, και εν μέσω αυξημένης αβεβαιότητας, οι καταθέσεις του Ομίλου μειώθηκαν κατά 2,0% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και διαμορφώθηκαν σε 39,7 δισ. ευρώ το Α’ τρίμηνο του 2017, αντανακλώντας τις εκροές καταθέσεων, ύψους 0,8 δισ. ευρώ στην Ελλάδα. Οι καταθέσεις στη ΝΑ Ευρώπη μειώθηκαν κατά 0,9% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και διαμορφώθηκαν σε 3,6 δισ. ευρώ.
Παρά τις εκροές καταθέσεων, η εξάρτηση από τον μηχανισμό ΕLA παρέμεινε αμετάβλητη σε σχέση με το τέλος του Δ’ τριμήνου του 2016, σε μόλις 5,6 δισ. ευρώ το τέλος του Α’ τριμήνου του 2017, με τη χρηματοδότηση από το Ευρωσύστημα να μειώνεται κατά 2,1 δισ. ευρώ σε τριμηνιαία βάση σε 10,2 δισ. ευρώ κατά το ίδιο χρονικό διάστημα.
Σημειώνεται ότι η ΕΤΕ παραμένει η Τράπεζα με τη χαμηλότερη εξάρτηση από τον έκτακτο μηχανισμό ELA στην Ελλάδα, με τη χρηματοδότηση μέσω ELA προς Ενεργητικό, εξαιρουμένων των ομολόγων ΕΤΧΣ & ΕΜΣ, να διαμορφώνεται σε 8%. Η Τράπεζα είχε δυνατότητα άντλησης επιπλέον ρευστότητας από τον μηχανισμό ELA έως και 8,4 δισ. ευρώ στο τέλος του Α’ τριμήνου του 2017. Η επικείμενη ολοκλήρωση των αποεπενδύσεων από τις βουλγαρικές θυγατρικές, UBB & Interlease, καθώς και από τη SABA, αναμένεται να μειώσει την εξάρτηση της ΕΤΕ από τον μηχανισμό ELA κατά περίπου 0,8 δισ. ευρώ. Η υλοποίηση των υπολοίπων κεφαλαιακών ενεργειών, σε συνδυασμό με επιπλέον πρωτοβουλίες, καθιστά τον στόχο της Τράπεζας για την πλήρη απεξάρτηση από τον μηχανισμό ELA εφικτό.
Με την εξάρτηση από τον μηχανισμό ELA σε μόλις 5,6 δισ. ευρώ και το χαμηλότερο δείκτη Δανείων προς Καταθέσεις του ελληνικού τραπεζικού κλάδου (87% στην Ελλάδα και σε 88% σε επίπεδο Ομίλου), η ΕΤΕ διατηρεί ένα μοναδικό χρηματοδοτικό πλεονέκτημα και είναι σε θέση ισχύος ενόψει της ανάκαμψης της εγχώριας οικονομίας.
Σε δήλωση του, ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, Λεωνίδας Φραγκιαδάκης, αναφέρει:
«Τα οικονομικά αποτελέσματα του Α’ τριμήνου του 2017 καταδεικνύουν την ανθεκτικότητα της Εθνικής Τράπεζας εν μέσω της παρατεταμένης αβεβαιότητας που επικρατούσε τους πρώτους μήνες του έτους.
Σε επίπεδο κερδοφορίας, η σημαντική ανάκαμψη των οργανικών κερδών προ προβλέψεων κατά 27% σε ετήσια βάση, ήταν επαρκής για να απορροφήσει την πρόσκαιρη αύξηση στις προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις, εν μέρει λόγω αβεβαιότητας, οδηγώντας σε λειτουργικό κέρδος της τάξεως των 24 εκατ. ευρώ. Ως αποτέλεσμα, τα κέρδη μετά φόρων από συνεχιζόμενες δραστηριότητες σε επίπεδο Ομίλου παρέμειναν σε θετικά επίπεδα, παρά την απουσία των σημαντικών κεφαλαιακών κερδών του 2016, τα οποία τώρα αντικαθίστανται από οργανική κερδοφορία, βελτιώνοντας την ποιότητα των αποτελεσμάτων μας.
Παρά την αυξημένη αβεβαιότητα τους πρώτους μήνες του έτους, η ΕΤΕ κατάφερε να μειώσει τα Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα (NPEs) για ένα ακόμη τρίμηνο, επιβεβαιώνοντας ότι η επίτευξη των επιμέρους στόχων για το 2017 είναι εφικτή.
Παρά την εκροή καταθέσεων στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα, εν μέρει λόγω εποχικότητας, η εξάρτηση της Τράπεζας από τον ELA παρέμεινε αμετάβλητη σε σχέση με το τέλος του 2016, στα 5,7 δισ. ευρώ, ήτοι 8% του συνολικού ενεργητικού, ενώ ο δείκτης χορηγήσεων προς καταθέσεις διαμορφώθηκε σε 87% στην Ελλάδα. Ως εκ τούτου, η ΕΤΕ παραμένει σε θέση ισχύος συγκριτικά με τις υπόλοιπες συστημικές τράπεζες ενόψει της ανάκαμψης της εγχώριας οικονομίας, δίνοντας έμφαση στη χρηματοδότηση υγιών επιχειρήσεων, η οποία αναμένεται να επιταχυνθεί στο δεύτερο εξάμηνο του έτους.
Όσον αφορά την κεφαλαιακή επάρκεια, τα Κύρια Βασικά Ίδια Κεφάλαιά (CET1) διαμορφώθηκαν σε 16,0%, υπερβαίνοντας κατά πολύ τις ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις για τον Όμιλο. Οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας αναμένεται να ενισχυθούν περαιτέρω από την υλοποίηση του σχεδίου αναδιάρθρωσης της Τράπεζας.
Η προκαταρκτική συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Θεσμών αποτελεί σημαντικό βήμα προς την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του οικονομικού προγράμματος της χώρας, η οποία θα αποτελέσει τον αναμενόμενο καταλύτη για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των επιχειρήσεων και των καταναλωτών, τη βελτίωση των συνθηκών ρευστότητας και την ανάκαμψη της οικονομίας.
Το σταθερά βελτιούμενο οικονομικό κλίμα αναμένεται να συμβάλλει στην επίτευξη των βασικών μας στόχων για το 2017: ενίσχυση της κερδοφορίας, βελτίωση της ποιότητας των αποτελεσμάτων μας, περαιτέρω μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων, σύμφωνα με ή πλέον των στόχων μας προς τον Ενιαίο Μηχανισμό Στήριξης (ΕΜΣ) και χρήση της ρευστότητάς μας για να στηρίξουμε την ελληνική οικονομία στην προσπάθειά της να πετύχει έξοδο από την ύφεση».