Την έκπτωση του ΦΠΑ που βαρύνει το κόστος διατροφής των εργαζομένων -σε εκπλήρωση νόμιμης υποχρέωσης των επιχειρήσεων- από τις δαπάνες, αποφάσισε το Συμβούλιο της Επικρατείας, υποστηρίζοντας ότι η αντίθετη νομοθετική πρόβλεψη (νόμος 1642/1986) προσκρούει στην ευρωπαϊκή και ελληνική νομοθεσία.
Το Β’ Τμήμα του ΣτΕ, έκρινε ότι η διάταξη εκείνη, του άρθρου 23 του νόμου 1642/1986, σύμφωνα με την οποία αποκλείεται η δυνατότητα έκπτωσης του ΦΠΑ που βαρύνει το κόστος τροφής των εργαζομένων, σε εκπλήρωση νόμιμης υποχρέωσης της επιχείρησης, αντίκειται στις διατάξεις του άρθρου 17 παρ. 2 της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 1997 και δεν μπορεί να εφαρμοσθεί.
Ακόμη, το ΣτΕ έκρινε ότι το δικαίωμα προς έκπτωση αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του μηχανισμού ΦΠΑ και δεν μπορεί, κατ’ αρχήν, να περιοριστεί. Σκοπός του συστήματος των εκπτώσεων, είναι η πλήρης απαλλαγή του επιχειρηματία από το βάρος του οφειλομένου ή καταβληθέντος ΦΠΑ, στο πλαίσιο όλων των οικονομικών δραστηριοτήτων του.
Επίσης, αναφέρει το ΣτΕ, ότι κατά τη διάταξη του άρθρου 101 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, με την οποία κυρώθηκε η 68/1946 Διεθνής Σύμβαση Εργασίας «περί τροφοδοσίας των πληρωμάτων», η τροφοδοσία του πληρώματος του πλοίου αποτελεί νόμιμη υποχρέωση, η οποία βαρύνει τον εφοπλιστή και κατά συνέπεια «ο ΦΠΑ εισροών που επιβάλλεται επί της δαπάνης για την εν λόγω τροφοδοσία πρέπει να δύναται να τύχει εκπτώσεως από το ΦΠΑ των εκροών, που οφείλει να καταβάλει η τελευταία».
Το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο, το απασχόλησε περίπτωση γνωστής ελληνικής ναυτιλιακής εταιρείας, στην οποία η αρμόδια ΔΟΥ δεν δέχθηκε το ποσό που είχε εκπέσει του ΦΠΑ, που αντιστοιχούσε στο κόστος τροφοδοσίας των πληρωμάτων των πλοίων που έχει και εκτελούν εσωτερικούς πλόες.
Αρχικά η εταιρεία προσέφυγε στα δικαστήρια των Χανίων που την δικαίωσαν καθώς δέχτηκαν ότι «οι ανάγκες της επιχείρησης, λαμβανομένων υπόψη ορισμένων ειδικών περιστάσεων, όπως η αδυναμία ή δυσκολία προμήθειας τροφής από τους εργαζομένους στο συγκεκριμένο τόπο εργασίας, η εξασφάλιση της υγιεινής και ασφάλειας αυτών, επιβάλλουν και μάλιστα με βάση διατάξεις νόμων ή συλλογικής σύμβασης εργασίας, στον εργοδότη την υποχρέωση αυτή, οπότε η σχετική παροχή, υπό τις προϋποθέσεις αυτές, πραγματοποιείται για σκοπό που έχει άμεση σχέση με τη λειτουργία της επιχείρησης».
Στη συνέχεια η ΔΟΥ προσέφυγε στο ΣτΕ, ωστόσο το δικαστήριο απέρριψε τους ισχυρισμούς της καθώς δέχτηκε ότι η υποχρέωση παροχής τροφής σε πληρώματα πλοίων που πραγματοποιούν εσωτερικούς πλόες, «η οποία γίνεται σε εκτέλεση υποχρεώσεως που προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 101-103 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου και του άρθρου 5 παρ.1 της 68/1946 Διεθνούς Συμβάσεως Εργασίας, που κυρώθηκε με τον ν.1163/1981 και περαιτέρω έχει σχέση με την υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων αυτών, που λόγω της φύσεως της εργασίας τους παραμένουν συνεχώς εντός των πλοίων, θεωρείται λειτουργική για τη ναυτιλιακή επιχείρηση και δεν εντάσσεται στην εξαίρεση του άρθρου 23 παρ. 4 περ. δ΄ του ν.1642/1986».
Επιπλέον το Β’ τμήμα του ΣτΕ ότι το δικαίωμα προς έκπτωση αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του μηχανισμού ΦΠΑ και δεν μπορεί, κατ αρχήν, να περιοριστεί. Τονίζει επίσης ότι σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία «περί τροφοδοσίας των πληρωμάτων», η τροφοδοσία του πληρώματος του πλοίου αποτελεί νόμιμη υποχρέωση, η οποία βαρύνει τον εφοπλιστή και κατά συνέπεια «ο ΦΠΑ εισροών που επιβάλλεται επί της δαπάνης για την εν λόγω τροφοδοσία πρέπει να δύναται να τύχει εκπτώσεως από το ΦΠΑ των εκροών, που οφείλει να καταβάλει η τελευταία».