Δεκαοκτώ χρόνια μετά την υπόθεση με τις αποκαλούμενες «μετοχές-φούσκες» στο Χρηματιστήριο και ενώ η πρώτη ετυμηγορία της Δικαιοσύνης ήταν απαλλακτική για τους 36 κατηγορούμενους, σήμερα, η εισαγγελέας Έδρας του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, ζήτησε να κηρυχθούν όλοι ένοχοι για την «δημιουργία επίπλαστης αγοράς» και εν συνεχεία «την καταπόντισή της».
Μετά από διαδικασία που ξεκίνησε πριν περίπου δύο χρόνια, η εισαγγελέας Αθηνά Θεοδωροπούλου, με την αγόρευσή της, έκρινε ότι το αποκαλούμενο σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου το 1999, «έχει ενόχους».
Η υπόθεση δικάζεται εκ νέου, μετά από αναίρεση που άσκησε ο Άρειος Πάγος στην αθωωτική απόφαση που είχε εκδοθεί το 2013 για τους 36 κατηγορούμενους, χρηματιστές, επιχειρηματίες, εφοπλιστές κά, θεωρώντας πως η απαλλακτική απόφαση στερούνταν ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας.
Οι κατηγορούμενοι δικάζονται κατά περίπτωση, για τα αδικήματα της απάτης και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και σύμφωνα με την κ. Θεοδωροπούλου, πρέπει να κριθούν ένοχοι, καθώς «κακώς το πρώτο δικαστήριο κατέληξε πως δεν προκάλεσαν ζημιά».
Η εισαγγελέας, χαρακτηρίζοντας την αναίρεση από τον Άρειο Πάγο, μία «σπουδαία απόφαση» επεσήμανε πως σκοπός των κατηγορουμένων ήταν, μέσω μεθοδεύσεων, η μακροπρόθεσμη «δημιουργία πλασματικής εικόνας της αγοράς και η καλλιέργεια επενδυτικής ευημερίας, αλλά και η μακροπρόθεσμη σταθεροποίησή της». Κατά την εισαγγελική λειτουργό, το σχέδιο δεν πήγε καλά γιατί η διόγκωση των μετοχών ήταν τεχνητή και «μετά καταποντίστηκε το σύστημα».
Απευθυνόμενη σε παρόντες κατηγορούμενους, η κ. Θεοδωροπούλου είπε, πως διαμόρφωσαν ψευδώς τις τιμές των μετοχών με «τα πακέτα που έριξαν στην αγορά» και συνέχισε: «Πλήξατε με τις μεθοδεύσεις το νόμο της ελεύθερης αγοράς, με τη διόγκωση της τιμής των μετοχών, που δεν θα διαμορφώνονταν σε αυτά τα επίπεδα».