«5 Ιουλίου σήμερα. Θα πούμε τίποτα για τη μαύρη επέτειο; Ή θα επιμείνετε στην άποψη ότι το δημοψήφισμα βοήθησε τη χώρα και ήταν απαραίτητο όπλο διαπραγμάτευσης;» διερωτήθηκε ο Σταύρος Θεοδωράκης ανεβαίνοντας στο βήμα της Βουλής και τόνισε ότι ήταν «μια βουτιά προς τα πίσω. Ένας επικίνδυνος τυχοδιωκτισμός με ένα ερώτημα – που δεν ήταν ερώτημα και μια απάντηση – που δεν ήταν απάντηση».
Ο επικεφαλής του Ποταμιού υποστήριξε ότι η χώρα σώθηκε από τη βίαιη έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τον ξαφνικό θάνατο χάρη στις προσπάθειες που έγιναν την επόμενη μέρα του δημοψηφίσματος, τη Δευτέρα 6 Ιουλίου, στο Προεδρικό Μέγαρο.
Στο σημείο αυτό ανέφερε ότι «ο Προκόπης Παυλόπουλος έπαιξε καθοριστικό ρόλο εκείνες τις κρίσιμες ώρες… Σε συνεργασία με τον Πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας τότε, τον Φρανσουά Ολάντ. Ούτε ο Ολάντ με μάγεψε ποτέ, αλλά μας στήριξε σε μια κρίσιμη στιγμή για τη χώρα, που όλοι είχαν βαρεθεί τα παιγνίδια του Βαρουφάκη και τους φτηνούς τσαμπουκάδες των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ».
Σύμφωνα με τον κ. Θεοδωράκη δεν αρκούσε η στάση του κ. Παυλόπουλου καθώς «έπρεπε να συναινέσουν οι τότε αρχηγοί της δημοκρατικής αντιπολίτευσης: Μεϊμαράκης – Γεννηματά κι εγώ. Ανεξαρτήτως των πιέσεων που είχαν οι αρχηγοί από τα κόμματά τους, το αποτέλεσμα ήταν τελικά ότι και οι τρεις στηρίξαμε τη στροφή της κυβέρνησης στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Και συντάξαμε ένα ανακοινωθέν που αποτέλεσε εγγύηση για τους Ευρωπαίους ότι στην Αθήνα υπάρχουν ηγέτες να υπερασπιστούν χωρίς αστερίσκους την ευρωπαϊκή πορεία».
Κάλεσε τον κ.Τσίπρα να το αναγνωρίσει και να ζητήσει «ένα μεγάλο συγνώμη για τις τραγικές σας αποφάσεις το πρώτο εξάμηνο του 2015».
Ο Σταύρος Θεοδωράκης τόνισε ότι το Ποτάμι τόλμησε και είπε :
«Ναι στην αλήθεια.
Ναι στις μεταρρυθμίσεις.
Ναι στην εθνική συνεννόηση.
Ναι στη δημιουργία.
Ναι στην ευρωπαϊκή πολιτεία που δίνει περισσότερα στους περισσότερους
Όχι στα ψέματα. Όχι στην ύφεση. Όχι στον διχασμό. Όχι στα τριτοκοσμικά πειράματα των αριστερών πολυτελείας και ξέρετε σε ποιον πρώην σύντροφό σας αναφερόμουν. Όχι στους τυχοδιώκτες».
«Αυτά είχα πει στην ομιλία μου εδώ στη Βουλή, αυτά λέω και σήμερα: αλήθεια, μεταρρυθμίσεις, εθνική συνεννόηση, δημιουργία, ευρωπαϊκή πολιτεία. Με στόχο να έχουν περισσότερα οι περισσότεροι»σημείωσε.
Απαντώντας στον Πάνο Καμμένο ο επικεφαλής του Ποταμιού δήλωσε ότι «δεν θα γίνουμε οι Καμμένοι του ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί ο κ. Καμμένος να συνεχίσει τα υπερπολυτελή του ταξίδια με χρέωση του ελληνικού λαού, όπως αποκάλυψε ο ελληνικός Τύπος, όπως βεβαίως μπορεί να συνεχίσει τις πτήσεις με το Super Puma προς το εξοχικό του στην Ικαρία. Εμείς πάντως έχουμε άλλα σχέδια, άλλες αρχές».
Ανέφερε «πέντε βουνά» όπως τα αποκάλεσε που πρέπει να ξεπεράσει η χώρα κάνοντας βαθιές μεταρρυθμίσεις για να ξεπεράσει τη κρίση και να προχωρήσει σταθερά η ανάπτυξη κι αφορούν στην αποκατάσταση της λειτουργίας των τραπεζών και την άρση των capital controls, τον περιορισμό της γραφειοκρατίας και του κομματικού κράτους στη δημόσια διοίκηση, στην ταχύτερη και ουσιαστική λειτουργία της δικαιοσύνης, στη μείωση και τον εξορθολογισμό της φορολογίας, και στην εξάλειψη της πολιτικής αβεβαιότητας.
«Το ασφαλές περιβάλλον σε συνδυασμό με σταθερό νομοθετικό και ρυθμιστικό πλαίσιο αποτελούν τους κυριότερους παράγοντες για την επιτυχή προσέλκυση επενδύσεων. Η πόλωση, ο διχασμός, η διαστρέβλωση της πραγματικότητας και η δολοφονία χαρακτήρων που επικρατούν τα τελευταία χρόνια στη χώρα είναι αποσταθεροποιητικοί παράγοντες για την οικονομία, είπε ο κ. Θεοδωράκης τονίζοντας ότι: «Αν στα θεωρεία της Βουλής ήταν σήμερα διεθνείς επενδυτές πιστεύετε ότι τη Δευτέρα θα έτρεχαν να βάλουν τα λεφτά τους στην Ελλάδα; Ή θα έτρεχαν να φύγουν μετά από ένα ωραίο σαββατοκύριακο στην ωραία μας Αθήνα; Και μετά είναι το άλλο: Δευτέρα – Τετάρτη και Παρασκευή ο κ. Καμμένος φεύγει. Τρίτη, Πέμπτη Σάββατο ο κ. Καμμένος μένει και Κυριακή παίζει κορώνα γράμματα ή κάποιο παρεμφερές παιχνίδι».
Επίσης υπογράμμισε ότι «το χειρότερο που μπορεί να συμβεί στην κοινωνία μας είναι να βγούμε από τα μνημόνια χωρίς να καταλάβουμε γιατί μπήκαμε. Χωρίς να αναγνωρίσουμε τα λάθη και χωρίς να δοκιμάσουμε τις δυνατότητές μας. Χωρίς να αλλάξουμε. Η χώρα έχει ανάγκη μια πολιτική με φιλελεύθερες αρχές, με μεταρρυθμιστική ορμή, με σύγχρονες αντιλήψεις. Με ευαισθησία απέναντι σε αυτούς που δεν μπορούν αλλά και με αυστηρότητα απέναντι σε αυτούς που δεν θέλουν».