Στο 1,6% τοποθετεί το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) την ανάπτυξη του ΑΕΠ για το 2017, όπως αναφέρει στο τετραμηνιαίο περιοδικό του «Οικονομικές Εξελίξεις».
Σύμφωνα με το ΚΕΠΕ, «η συγκεκριμένη πρόβλεψη συνεπάγεται μία σημαντική βελτίωση των οικονομικών συνθηκών σε σχέση με το προηγούμενο έτος, για το οποίο καταγράφηκε στασιμότητα του ΑΕΠ. Παράλληλα, οι εκτιμώμενοι ρυθμοί μεταβολής για το πρώτο και δεύτερο εξάμηνο του 2017 κυμαίνονται στο 1,3% και 2,0%, αντίστοιχα. Σημειώνεται, ότι ενώ η πρόβλεψη για το πρώτο εξάμηνο του 2017 ενσωματώνει μία αναθεώρηση προς τα κάτω τής αμέσως προηγούμενης πρόβλεψης του υποδείγματος παραγόντων (2,1%), οι εξαμηνιαίες εκτιμήσεις παραμένουν συνολικά ευνοϊκές και καταδεικνύουν ξεκάθαρα μία ανοδική τάση.
Αυτή η τάση αντανακλάται και στους εκτιμώμενους τριμηνιαίους ρυθμούς μεταβολής για τα τέσσερα τρίμηνα του 2017, ως προς τα αντίστοιχα τρίμηνα του προηγούμενου έτους, οι οποίοι διαμορφώνονται στο 1,2%, 1,3%, 1,5% και 2,4%.
Οι παραπάνω εκτιμώμενοι ρυθμοί μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ αντανακλούν τις βασικές πτυχές των πρόσφατων βραχυπρόθεσμων εξελίξεων στην ελληνική οικονομία και συνάδουν με τα ενσωματωμένα στοιχεία για το τέταρτο τρίμηνο του 2016.
Ειδικότερα, οι επιπτώσεις της επιδείνωσης σε συγκεκριμένα συνολικά μακροοικονομικά μεγέθη κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2016 φαίνεται να μετακυλίονται και στο πρώτο εξάμηνο του 2017, λειτουργώντας ανασταλτικά ως προς την επίτευξη ακόμα υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης στις αρχές του έτους.
Ως αποτέλεσμα, φαίνεται να μετατίθεται χρονικά, σε σχέση με την προηγούμενη πρόβλεψη του ΚΕΠΕ, η εδραίωση συνθηκών ανάκαμψης και σταθεροποίησης, καθώς και η περαιτέρω ενίσχυση της αναπτυξιακής πορείας της χώρας. Η εν λόγω εξέλιξη συναρτάται με τη μετατόπιση της χρονικής περιόδου ενεργοποίησης των αναμενόμενων θετικών επιδράσεων από:
(α) Την οριστική ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας εντός του τρέχοντος προγράμματος,
(β) την ένταξη της ελληνικής οικονομίας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και (γ) τη διευθέτηση του ζητήματος του ελληνικού χρέους».