Δεν πέτυχαν το στόχο μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων οι τράπεζες για το εννεάμηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2017. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος στα 99,1 δισ. ευρώ μειώθηκε το ύψος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των τραπεζών στο τέλος Σεπτεμβρίου αγγίζοντας έτσι το 50,1% του συνόλου των δανείων έναντι αναθεωρημένου στόχου 49,9%.
Μετά την αναθέωση των στόχων οι τράπεζες μέχρι το τέλος του 2019 θα πρέπει να μειώσουν περισσότερο το απόθεμμα των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στα 64,6 δισ. ευρώ (εναντι 66,7 δισ. ευρώ που ήταν ο παλαιότερο στόχος), ενώ το ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα πρέπει πλέον να μειωθεί στα 38,6 δισ. ευρώ από 40,2 δισ. ευρώ που ήταν ο στόχος πριν την αναθεώρηση. Διευκρινίζεται ότι σύμφωνα με τους ορισμούς της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΒΑ), στα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα περιλαμβάνονται δάνεια με καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών και δάνεια αβέβαιης είσπραξης χωρίς τη ρευστοποίηση εξασφάλισης, ανεξαρτήτως ημερών καθυστέρησης.
Ο τριμηνιαίος δείκτης αθέτησης (default rate) μειώθηκε για πρώτη φορά εντός του 2017, αγγίζοντας το 2%, ξεπερνώντας όμως και πάλι το ρυθμό αποκατάστασης της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων (cure rate) και αναδεικνύοντας ξανά τις διαγραφές δανείων ως το σημαντικότερο μέσο μείωσης των ΜΕΑ. Γι΄αυτό το τρίμηνο εξαιρετικά σημαντική υπήρξε και η επίδραση των πωλήσεων, οι οποίες αφορούσαν όμως σχεδόν στο σύνολό τους μεμονωμένη συναλλαγή συγκεκριμένης τράπεζας. Οι διαγραφές δανείων ανήλθαν σε 1,1 δισ. ευρώ για το τρίτο τρίμηνο, αγγίζοντας τα 4,4 δισ. ευρώ για το εννεάμηνο. Οι πωλήσεις δανείων αντίστοιχα ανήλθαν σε 1,4 δισ. ευρώ για το τρίτο τρίμηνο, αγγίζοντας τα 1,8 δισ. ευρώ για το εννεάμηνο. Οι σημαντικότερες εισροές ΜΕΑ παρατηρήθηκαν και αυτή την περίοδο στο στεγαστικό χαρτοφυλάκιο, αλλά αντισταθμίστηκαν από τον υψηλό ρυθμό αποκατάστασης της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων στο εν λόγω χαρτοφυλάκιο. Η μείωση των ΜΕΑ που προήλθε από εισπράξεις και ρευστοποιήσεις ήταν περιορισμένη. Όπως προαναφέρθηκε, τον κυριότερο παράγοντα μείωσης αποτέλεσαν οι διαγραφές και πωλήσεις δανείων, ιδιαίτερα στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο.
Οπως αναφέρει η ΤτΕ, οι τράπεζες σκοπεύουν να επισπεύσουν την πώληση δανείων, κυρίως στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο και σε μικρότερο βαθμό στο καταναλωτικό χαρτοφυλάκιο. Συγκεκριμένα, οι τράπεζες στοχεύουν σε επιπλέον πωλήσεις ύψους 4,7 δισ. ευρώ, αγγίζοντας τα 11,6 δισ. ευρώ συνολικές πωλήσεις για την περίοδο Ιουνίου 2017 – Δεκεμβρίου 2019.
Επιπρόσθετα, οι τράπεζες σκοπεύουν να αυξήσουν τα ποσά των διαγραφών κατά περίπου 1,2 δισ. ευρώ, κυρίως στο χαρτοφυλάκιο λιανικής. Παρόλα αυτά, οι τράπεζες πραγματοποίησαν συντηρητικότερες εκτιμήσεις όσον αφορά τις καθαρές εισροές ΜΕΑ σε σχέση με την προηγούμενη υποβολή στοιχείων. Η εισροή νέων ΜΕΑ για την περίοδο Ιουνίου 2017 – Δεκεμβρίου 2019 αυξάνεται κατά 1,2 δισ. ευρώ, ενώ αντίθετα η αποκατάσταση της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων (curing) μειώνεται κατά 2,5 δισ. ευρώ.
Με βάση το πλαίσιο εποπτικής πληροφόρησης, όπως έχει ορισθεί με την Πράξη Εκτελεστικής Επιτροπής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΠΕΕ 102/30.08.2016), οι εποπτικές αρχές είναι σε θέση να έχουν αναλυτική εικόνα για την ποιότητα του χαρτοφυλακίου των πιστωτικών ιδρυμάτων και για την υλοποίηση των επιχειρησιακών στόχων και των επιλεγμένων δεικτών απόδοσης σε τριμηνιαία βάση.
Στην έκθεση παρέχεται εκτενής ανάλυση των στόχων που έχουν τεθεί έως και το τέλος του 2019, ενώ πραγματοποιείται και σύγκριση των επιδόσεων της τρέχουσας περιόδου με τους αντίστοιχους στόχους. Στο παράρτημα της έκθεσης γίνεται επίσης σύντομη αναφορά στο τεχνικό υπόβαθρο σχετικά με τους στόχους.
Σχετικός σύνδεσμος: Έκθεση για τους Επιχειρησιακούς Στόχους Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (Δεκέμβριος 2017).