Στις αρχές Μαρτίου του 2013 επέστρεψε νοερά ο απερχόμενος πρόεδρος του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ, ο οποίος αποσαφήνισε το σκηνικό σε δύο επίπεδα, αναφορικά με το «κούρεμα» των κυπριακών καταθέσεων.
Πρώτον, κατέστησε σαφές ότι η απόρριψη της πρώτης πρότασης για την επιβολή οριζόντιου τέλους σε όλες τις καταθέσεις των κυπριακών τραπεζών, απορρίφθηκε από τη Βουλή των Αντιπροσώπων της Κύπρου και όχι από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Δεύτερον, δήλωσε ότι η κυπριακή κυβέρνηση δεν επιθυμούσε τη λύση, που τελικά επικράτησε και η οποία ως γνωστόν οδήγησε και στην εκκαθάριση της Λαϊκής Τράπεζας, διευκρινίζοντας ότι στο τέλος η Λευκωσία συναίνεσε στην απόφαση που οδήγησε στο «κούρεμα».
Μιλώντας ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και απαντώντας σε ερώτηση του ευρωβουλευτή του ΔΗΚΟ Κώστα Μαυρίδη, ο Γερούν Ντάισελμπλουμ ανέτρεξε στο 2013, αναφέροντας: «Η κατάσταση στην Κύπρο είχε αφεθεί επί μακρόν, ξεπέρασε τις εκλογές και θεωρώ ότι το πρόγραμμα για την Κύπρο θα έπρεπε να είχε ενεργοποιηθεί πολύ πιο νωρίς».
Σύμφωνα με τον απερχόμενο πρόεδρο του Eurogroup, «υπήρχε μια πολύ ισχυρή αίσθηση στο Eurogroup ότι μια προσέγγιση bail in (σ.σ. διάσωσης τραπεζών με ίδια μέσα/ «κουρέματος») ήταν αναπόφευκτη ήδη από την αρχή των συζητήσεων», σημειώνοντας πάντως ότι «με πάσα ειλικρίνεια, ήταν η κυπριακή κυβέρνηση, που δεν ήθελε αυτή την προσέγγιση, και για αυτό φτάσαμε σε εκείνη την πρώτη απόφαση που είχε δεχθεί τόσο βαριά κριτική, το πρώτο εκείνο πλάνο που προέβλεπε ένα οριζόντιο τέλος στους λογαριασμούς, σε όλες τις τράπεζες και για όλους. Ήταν ένας «φόρος», που στόχευε να σωθεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα στην Κύπρο, ανέφερε ο Ολλανδός αξιωματούχος, σημειώνοντας πάντως ότι η εν λόγω απόφαση είχε δεχθεί κριτική, καθώς δεν είχε λάβει υπόψη τις εγγυημένες καταθέσεις (σ.σ. κάτω από 100 χιλιάδες ευρώ). Επί του προκειμένου πάντως, ο Γερούν Ντάισελμπλουμ τόνισε ότι η εγγύηση των καταθέσεων στις κυπριακές τράπεζες τότε, «ήταν κατά φαντασία», παραπέμποντας στο τεράστιο μέγεθος του χρηματοπιστωτικού τομέα και στις καταθέσεις που είχαν οι τράπεζες, «χωρίς κανένα διαθέσιμο αποτελεσματικό σχήμα εγγυήσεων».