Κίνδυνο για την οικονομική δραστηριότητα αποτελούν οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές σύμφωνα με το διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.
Ο κ. Στουρνάρας, μιλώντας στην Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών, εκτίμησε ότι παρά τις θετικές προβλέψεις για την μελλοντική πορεία της οικονομίας εξακολουθούν να υπάρχουν κίνδυνοι που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται η μεγαλύτερη του αναμενομένου αρνητική επίδραση των υψηλών φορολογικών συντελεστών στην οικονομική δραστηριότητα, καθώς και η αβεβαιότητα σχετικά με τις συνθήκες χρηματοδότησης του Ελληνικού Δημοσίου μετά τη λήξη του προγράμματος.
Αναφερόμενος στη συμβολή της ναυτιλίας στην ελληνική οικονομία, ο κ. Στουρνάρας επεσήμανε ότι οι εισροές από τη ναυτιλία στο ισοζύγιο πληρωμών καταγράφουν μείωση από το δεύτερο εξάμηνο του 2015.
Η πτώση αυτή, όπως είπε, οφείλεται πρωτίστως στους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων και συνεπώς δύναται να αναστραφεί με την οριστική άρση τους.
Συγκεκριμένα, το 2016, λόγω των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων και των χαμηλών ναύλων, οι εισπράξεις από υπηρεσίες θαλάσσιων μεταφορών αντιπροσώπευσαν μόνο το 23% των συνολικών εισπράξεων του ισοζυγίου υπηρεσιών, κάλυψαν δε το 35% του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου, ενώ οι καθαρές εισπράξεις (εισπράξεις μείον πληρωμές) αντιστοιχούσαν στο 29% του πλεονάσματος του ισοζυγίου υπηρεσιών. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία για το εννεάμηνο Ιανουαρίου -Σεπτεμβρίου, το 2017 καταγράφεται ήδη μερική επάνοδος στην προ του 2015 κατάσταση.
Ο διοικητής της ΤτΕ εκτίμησε ότι η θετική πορεία δύναται να βελτιωθεί περαιτέρω, αφενός λόγω της αναμενόμενης χαλάρωσης των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων και, αφετέρου, λόγω των υψηλότερων ναύλων στις διεθνείς ναυλαγορές.
Επίσης, αναφέρθηκε στην οικειοθελή συνεισφορά της ναυτιλιακής κοινότητας με στόχο τη στήριξη της ελληνικής οικονομίας στα χρόνια της κρίσης, η οποία προβλέφθηκε στο άρθρο 42 του νόμου 4301/2014, με τον οποίο κυρώθηκε το σχετικό συνυποσχετικό μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και ΕΕΕ που συνομολογήθηκε το καλοκαίρι του 2013. Η αρχική αυτή συμφωνία είχε διάρκεια τρία έτη (2014-2016). Έκτοτε το συνυποσχετικό έχει παραταθεί δύο φορές, καθιστώντας πλέον τη διάρκειά του πενταετή (2014-2018), με τα πρόσθετα έσοδα για το 2018 να εκτιμώνται σε 107 εκατ. ευρώ.
Τέλος, ο κ. Στουρνάρας υποστήριξε ότι για να μπορέσει η Ελλάδα να αντλήσει χρηματοδότηση από τις χρηματοπιστωτικές αγορές με διατηρήσιμους όρους μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος τον Αύγουστο του 2018, οι ελληνικές αρχές πρέπει να ολοκληρώσουν εγκαίρως και την τέταρτη (και τελευταία) αξιολόγηση, ούτως ώστε να βελτιωθεί σημαντικά η πιστοληπτική ικανότητας της χώρας. Επίσης οι Ευρωπαίοι εταίροι μας, πέρα από την εξειδίκευση των μεσοπρόθεσμων μέτρων αναδιάρθρωσης του χρέους, η οποία θα επιτρέψει την αναχρηματοδότηση του δημόσιου χρέους από τις αγορές με όρους βιωσιμότητας, θα πρέπει, σε συνεργασία με τις ελληνικές αρχές, να αποσαφηνίσουν τη μορφή της στήριξης της ελληνικής οικονομίας μετά την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος.