Στους λόγους για τους οποίους η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών συστήνει την τρίτη δόση σε όλους όσοι είναι άνω των 50 ετών και αντιμετωπίζουν χρόνια προβλήματα υγείας, αναφέρθηκε απόψε η καθηγήτρια, Μαρία Θεοδωρίδου. «Η τρίτη δόση χορηγείται για να ενισχύσει την ανοσία αλλά και να προστατεύσει για περισσότερο χρόνο όσους εμβολιάζονται» είπε η κυρία Θεοδωρίδου και πρόσθεσε ότι από μελέτες που έχουν γίνει σε χώρες όπου έχει ήδη χορηγηθεί η τρίτη δόση φαίνεται ότι οι ανεπιθύμητες ενέργειες είναι σπανιότερες και ηπιότερες.
Όπως είπε η ίδια, όσοι κάνουν την τρίτη δόση έχουν 11 φορές χαμηλότερο κίνδυνο να μολυνθούν από τον ιό και 20 φορές λιγότερες πιθανότητες να νοσήσουν. Η κυρία Θεοδωρίδου εξήγησε ότι άτομα που έχουν νοσήσει χρειάζονται μόνο μια επαναληπτική δόση και γενικότερα μιλώντας για την χορήγηση της τρίτης δόσης εξήγησε ότι θα πρέπει να γίνεται τουλάχιστον 6 μήνες μετά τη δεύτερη δόση. Στο σημείο αυτό, μάλιστα, αναφέρθηκε και στην απόφαση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΜΑ) να εγκρίνει την τρίτη δόση με τα εμβόλια της Pfizer και της Moderna στους πολίτες ηλικίας 18-55 ετών. Η ίδια διευκρίνισε ότι η επιτροπή γνωμοδότησε για την τρίτη δόση στη χώρα μας σε άτομα με χρόνια νοσήματα και σε άτομα άνω των 50 ετών που αντιμετωπίζουν σοβαρές παθήσεις. Ουσιαστικά πρόκειται για τα άτομα που ανήκουν στη κατηγορία Α και αντιμετωπίζουν προβλήματα με το αναπνευστικό και καρδιαγγειακό σύστημα, έχουν νεφρική και ηπατική ανεπάρκεια, σακχαρώδη διαβήτη, νοσογόνο παχυσαρκία κ.ά.
Σε ερώτηση για το αν μελετάται και στη χώρα μας η έγκριση των mRNA εμβολίων σε παιδιά ηλικίας 5-12 ετών, η κυρία Θεοδωρίδου απάντησε ότι αναμένεται η έγκριση από τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) του εμβολίου της Pfizer σε αυτές τις ηλικίες ενώ έσπευσε να διευκρινίσει ότι «είναι πολύ πρόωρο για την χώρα μας να μιλάμε για τον εμβολιασμό των παιδιών παρότι ήδη γίνονται μελέτες και από άλλες εταιρίες για την ασφάλεια των εμβολίων και σε παιδιά κάτω των 5 ετών».
Σε άλλη ερώτηση που αφορούσε τη συνύπαρξη της γρίπης με τον κορονοϊό κατά τον φετινό χειμώνα, η ίδια πρόσθεσε «ετοιμαζόμαστε για να μην βρεθούμε προ εκπλήξεων. Ο φόβος της συγκυκλοφορίας των δυο ιών υπήρχε πέρυσι και υπάρχει και φέτος και μπορούμε να μειώσουμε τον κίνδυνο για τη γρίπη μόνο αν εμβολιαστούμε, ιδίως όσοι ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες».
Τέλος η κυρία Θεοδωρίδου αναφέρθηκε σε μια «επώδυνη και κρυφή πανδημία» που προκύπτει από διεθνείς μελέτες με τίτλο «Η ορφάνια από την Covid-19» και δείχνουν ότι σε κάθε 4 θανάτους ενηλίκων ένα παιδί χάνει τον γονιό του ή αυτόν που το φροντίζει. Έτσι, «χιλιάδες παιδιά θα φέρνουν το τραύμα της απώλειας των γονιών τους κι αυτό υπογραμμίζει την ανάγκη της πρόληψης για τη διατήρηση της ψυχικής τους υγείας», κατέληξε.