Θεατρικοί συγγραφείς, πεζογράφοι, ποιητές, ηθοποιοί, πολιτικοί και εκδότες, έδωσαν το παρών στην κηδεία του Κώστα Μουρσελά, που έγινε νωρίτερα σήμερα Τρίτη 18/7/2017, στο νεκροταφείο της Κηφισιάς. Ο θεατρικός συγγραφέας και πεζογράφος Κώστας Μουρσελάς απεβίωσε το Σάββατο 15 Ιουλίου σε ηλικία 85 ετών.
Μιλώντας για τον θεατρικό συγγραφέα και πεζογράφο ο κριτικός θεάτρου Κώστας Γεωργουσόπουλος είπε πως υπήρξε ένα πρόσωπο που κυνηγήθηκε και διώχθηκε κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, προβάλλοντας την αντίστασή του στο καθεστώς μέσα από την οξυδερκή του σάτιρα και τη χαμηλή του φωνή. «Ο Μουρσελάς», σημείωσε στον επικήδειό του ο Κ. Γεωργουσόπουλος, «ήταν ένας πεπεισμένος ρομαντικός. Και ως ρομαντικός θρήνησε για τα βαθιά τραύματα της Ελλάδας, όπως και για τη διάψευση της γενιάς του. Τα τραύματα που έβαλε στο μικροσκόπιό του ο συγγραφέας, ξεκινούν από τα χρόνια του Εμφυλίου και παραμένουν εν πολλοίς ανοιχτά μέχρι και σήμερα. Τόσο με τα θεατρικά του έργα όσο και με την πεζογραφία του, πρωτίστως δε με την τηλεοπτική του σειρά «Εκείνος και Εκείνος, ο συγγραφέας μίλησε για το δράμα της νεοελληνικής πραγματικότητας. Γι’ αυτό και στο σημαντικότερο θεατρικό του έργο, που είναι το «Ενυδρείο», παρατηρούμε ανθρώπους εγκλωβισμένους και αδύναμους, που αλληλοσπαράσσονται χωρίς κανένα περιθώριο διαφυγής. Και να πω ότι δυστυχώς ο Μουρσελάς δεν προτιμήθηκε από τις κρατικές μας σκηνές, όπως δεν προτιμήθηκε και ο άλλος μεγάλος εκλιπών, ο Παύλος Μάτεσις. Ας ελπίσουμε πως μετά τον θάνατό του θα έχει καλύτερη τύχη».
Αξίζει να σημειωθεί πως η κοινωνική καθημερινότητα της πεζογραφίας του Μουρσελά έχει πλήθος ευτράπελες στιγμές, αλλά εκείνο το οποίο κυριαρχεί στις ιστορίες της είναι μια συγκρατημένη θλίψη για την ήττα ή και την αποτυχία της ζωής. Οι ιστορίες του, τόσο στα μυθιστορήματα όσο και στα διηγήματα ή τις νουβέλες του, αντιπροσωπεύουν έναν σπαραγμένο μικρόκοσμο, σημαδεμένο από τις αδράνειες και τα πολλαπλά του αδιέξοδα.
Ο Κώστας Μουρσελάς γεννήθηκε στον Πειραιά το 1932. Το 1951, πρωτοετής φοιτητής της Νομικής, συλλαμβάνεται ως στέλεχος της ΕΠΟΝ και δικάζεται από έκτακτο στρατοδικείο της εποχής (υπόθεση Μπελογιάννη).
Για χρόνια σπούδαζε βιολί, που το διέκοψε όταν άρχισε να τον θέλγει το θέατρο. Σπούδασε νομικά, αλλά λίγο πριν πάρει την άδεια δικηγόρου εγκατέλειψε τη δικηγορία και διορίστηκε ως δημόσιος υπάλληλος μέχρι το 1969, οπότε τον απέλυσε η Χούντα. Έκτοτε αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά -και επαγγελματικά πια- στο γράψιμο. Έργα του παίχτηκαν από θιάσους του Ελεύθερου Θεάτρου, από το Εθνικό Θέατρο, από το Θέατρο Τέχνης, από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, από Δημοτικά Θέατρα, καθώς και από θιάσους του εξωτερικού (Γαλλία, Γερμανία, Κύπρος). Μερικοί τίτλοι γνωστών θεατρικών έργων του είναι: «Ενυδρείο», «Μαχαίρι στο κόκαλο», «Οι φίλοι», «Το αυτί του Αλέξανδρου», «Η κυρία δεν πενθεί», «Επικίνδυνο φορτίο», «Ω! τι κόσμος μπαμπά!», «Το δίκανο», «Ημιτελής συνουσία», κ.ά. Στο πλατύ κοινό έγινε γνωστός από τηλεοπτικές παρουσιάσεις έργων του («Μικρές αγγελίες», «Σιγά η πατρίδα κοιμάται», «Το ρολόι») και από την περίφημη σατιρική σειρά του «Εκείνος και… Εκείνος», με πρωταγωνιστές τους Β. Διαμαντόπουλο και Γ. Μιχαλακόπουλο (130 θεατρικά μονόπρακτα). Το 1990 επανήλθε στην πεζογραφία εκδίδοντας το μυθιστόρημα «Βαμμένα κόκκινα μαλλιά» (εκδ. «Κέδρος», νέα οριστική έκδοση «Ελληνικά Γράμματα», 2006), που οι πωλήσεις του ξεπέρασαν, συνολικά, τις διακόσιες χιλιάδες αντίτυπα και μεταφράστηκε στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, τουρκικά και εβραϊκά. Ακολούθησαν διηγήματα, νουβέλες, καθώς και το μυθιστόρημα «Το παιχνίδι των τεσσάρων» που το συνέγραψε με τους Π. Τατσόπουλο, Γ. Σκούρτη και Α. Σουρούνη. Το 2000 εξέδωσε το μυθιστόρημα «Κλειστόν λόγω μελαγχολίας», που ξεπέρασε τις σαράντα χιλιάδες αντίτυπα και μεταφράστηκε στα τουρκικά. Τελευταίο του βιβλίο είναι η συλλογή διηγημάτων «Ο πόθος καίει τα σωθικά» («Κέδρος», 2004). Έχει γράψει, ακόμη, αισθητικά δοκίμια, καθώς και πολλές επιφυλλίδες δημοσιευμένες στην εφημερίδα «Τα Νέα», στη στήλη «Κουβεντιάζοντας».