Η Τράπεζα Πειραιώς, σε απάντηση πρόσφατων αναφορών στον Τύπο, επισημαίνει, σε ανακοίνωσή της, ότι το σχέδιο κεφαλαιακής ενίσχυσης που εφαρμόζει έχει γνωστοποιηθεί στην επενδυτική κοινότητα, ήδη, από τον Μάιο του 2018, μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της Πανευρωπαϊκής Άσκησης Προσομοίωσης Ακραίων Καταστάσεων του 2018, που διηνήργησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Το σχέδιο απαρτίζεται από συγκεκριμένες πρωτοβουλίες και δράσεις, οι οποίες έχουν δημοσιοποιηθεί.
H Τράπεζα έχει σημειώσει πρόοδο στην υλοποίηση του σχεδίου, όπως αυτό αποτυπώθηκε στα χρηματοοικονομικά αποτελέσματα του δευτέρου τριμήνου 2018.
Παράλληλα, η Τράπεζα Πειραιώς τονίζει ότι παρακολουθεί στενά τις διεθνείς κεφαλαιαγορές, με σκοπό να προσδιορίσει τον κατάλληλο χρόνο που θα επιτρέψει την επιτυχή έκδοση, μη απομειωτικών για τους μετόχους, Tier 2 κεφαλαιακών τίτλων, έκδοση που περιλαμβάνεται στο σχέδιο κεφαλαιακής ενίσχυσης και στοχεύει στην επαύξηση των κεφαλαιακών αποθεμάτων της Τράπεζας.
Η έκδοση των παραπάνω κεφαλαιακών τίτλων συναρτάται με τις συνθήκες των διεθνών αγορών και θα πραγματοποιηθεί σε συνεννόηση με τις αρμόδιες εποπτικές Αρχές.
Υπογραμμίζεται, ότι ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας της Τράπεζας υπερβαίνει τα σχετικά εποπτικά όρια και επιπλέον η Τράπεζα Πειραιώς παραμένει εστιασμένη στην υλοποίηση ενεργειών που θα θωρακίσουν τον ισολογισμό της και θα ενισχύσουν την κεφαλαιακή βάση της, αυξάνοντας τα κεφαλαιακά αποθέματά της για το μέλλον.
Σε επιχειρησιακό επίπεδο, σημειώνεται ότι κατά το προηγούμενο έτος, η Τράπεζα εφήρμοσε σημαντικές βελτιώσεις στους τομείς διοίκησης, εταιρικής διακυβέρνησης, διαχείρισης κινδύνων και λειτουργιών ελέγχου.
Ταυτόχρονα, έχει βελτιωθεί αισθητά τόσο το προφίλ χρηματοδότησης, όσο και η ποιότητα ενεργητικού, ενδεικτικά ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις διαμορφώθηκε στο 92%, μηδενίσθηκε η χρηματοδότηση από τον μηχανισμό ELA, το πρόγραμμα καλυμμένων ομολόγων της Τράπεζας έλαβε αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας (investmentgrade), η μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) υπερέβη τα 5 δισ. ευρώ τους τελευταίους δώδεκα μήνες, ενώ βελτιώθηκε περαιτέρω η λειτουργική αποτελεσματικότητα, σύμφωνα με τον στόχο του 2018 για μείωση των λειτουργικών δαπανών κατά 6%.