Τα ενθαρρυντικά μηνύματα που έλαβε στις πρόσφατες συναντήσεις του με ξένους επενδυτές στο Λονδίνο, μετέφερε στο συνέδριο του Economist ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, επισημαίνοντας ότι η άποψη σημαντικών «παικτών» της αγοράς είναι πως η Ελλάδα έχει αλλάξει σελίδα. Ο υπουργός επεσήμανε ότι οι εντυπώσεις από την εξέλιξη των στοιχείων της οικονομίας είναι εντυπωσιακές, ωστόσο λείπουν οι ιδιωτικές επενδύσεις. Πρόσθεσε δε, πως με τη σαφήνεια που προέκυψε από την απόφαση του Eurogroup της 15ης Ιουνίου οι ιδιωτικές επενδύσεις θα έρθουν στην Ελλάδα και θα συμπληρωθεί το κομμάτι του παζλ που λείπει.
Αναφερόμενος στην πρόσβαση στις αγορές, ο κ. Τσακαλώτος δήλωσε πως «αυτό μπορεί να γίνει με ή χωρίς το QE». Σύμφωνα με τον ίδιο «αυτήν τη φορά το QE έχει συμβολική αξία και δεν θα την τοποθετούσα πολύ υψηλά». Συμπλήρωσε δε πως «δεν θα υπάρχουν πολλά ελληνικά ομόλογα για να αγορασθούν (από την ΕΚΤ), θα ήταν καλό για τις τράπεζες αλλά δεν το θεωρώ πολύ σημαντικό. Είναι χρήσιμο, σημαντικό, αλλά συμβολικό περισσότερο».
Είπε επίσης ότι «δεν θέλουμε να πάμε υπερβολικά γρήγορα, αλλά θέλουμε οι αγορές να ξέρουν ότι έχουμε στρατηγική που θα οδηγήσει σε 2-3-4 εξόδους», τοποθετώντας χρονικά τις κινήσεις σε βραχυπρόθεσμο έως μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. «Πολύ γρήγορα οι αγορές θα πάρουν τα σημάδια για το τι είναι πιθανόν να συμβεί. Και η πρόσβαση διευκολύνει την ΕΚΤ να δώσει νομισματική διευκόλυνση ή QE», συμπλήρωσε.
Σχετικά με τα πρωτογενή πλεονάσματα τα επόμενα χρόνια, ο υπουργός ανέφερε πως «το 3,5% του ΑΕΠ είναι πολύ υψηλό, δεν ήταν επιλογή μας. Το 2% του ΑΕΠ είναι κοντά ή λίγο καλύτερα από αυτό που αναμέναμε, είναι στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης».
Ο κ. Τσακαλώτος δήλωσε ότι «υπάρχουν στοιχεία για να στήσουμε μια καλή ιστορία επιτυχίας (success story) για την Ελλάδα» και χαρακτήρισε «λίγο περίεργη» τη θέση του ΔΝΤ για ανάπτυξη μόλις 1% σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα. «Έχουν εμπλακεί σε όλο το πρόγραμμα. Γιατί τα έκαναν όλα αυτά, όταν προβλέπουν 1% μακροπρόθεσμα; Δεν έχουν εμπιστοσύνη στις δικές τους θέσεις ή προτάσεις;», είπε χαρακτηριστικά.
Ανέφερε πως στη μεσοπρόθεσμή δημοσιονομική στρατηγική «έχουμε ρίξει μεγάλο βάρος στη μείωση των φορολογικών συντελεστών κατά 3,5 δισ. ευρώ. Και αυτό μπορούμε να το κάνουμε, γιατί οι θεσμοί στους δημοσιονομικούς στόχους δεν προσμετρούν τα μη παραμετρικά νέα». Πρόσθεσε ότι «μεσοπρόθεσμα πρέπει να διασφαλίσουμε ότι η ανάπτυξη είναι βιώσιμη και η άποψη της κυβέρνησης είναι ότι μπορούμε να βγούμε από την κρίση χωρίς να επιστρέψουμε στο 2008».
Κλάους Ρέγκλινγκ
Στο ίδιο πάνελ με τον υπουργό Οικονομικών ήταν ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), Κλάους Ρέγκλινγκ, ο οποίος ανέφερε ότι την επόμενη βδομάδα ο Μηχανισμός αναμένεται να εκταμιεύσει ποσό 7,7 δισ. ευρώ από τα 8,5 δισ. ευρώ της δόσης που αποφασίστηκε στο Eurogroup.
Επισήμανε ότι η διαδικασία της δημοσιονομικής προσαρμογής για την Ελλάδα έχει πλέον ολοκληρωθεί με τα μέτρα που ψήφισε η Βουλή, και αυτό που μένει είναι ο οικονομικός μετασχηματισμός («και όχι πια η λιτότητα», είπε χαρακτηριστικά), με την ενίσχυση των μεταρρυθμίσεων στο κράτος, την επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και τη λειτουργικότητα του Ταμείου για τις αποκρατικοποιήσεις.
Εάν εφαρμοστούν οι μεταρρυθμίσεις, συμπλήρωσε, είναι εφικτή η έξοδος στις αγορές πριν από το τέλος του προγράμματος – στο τέλος του 2017 ή στις αρχές του 2018 – καθώς η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να γίνει ένα νέο success story.
Σχετικά με την ανάπτυξη, ο κ. Ρέγκλινγκ σημείωσε ότι «όλα εξαρτώνται από τις πολιτικές. Με σωστές πολιτικές, η ανάπτυξη μπορεί να είναι υψηλότερη των προβλέψεων». Έφερε ως πρόβλημα τους δημογραφικούς παράγοντες (μείωση γεννήσεων, γήρανση πληθυσμού), αλλά επεσήμανε πως «όταν η κατάσταση βελτιωθεί, όταν ενισχυθεί η ανάκαμψη που βλέπουμε τώρα, αυτοί που έφυγαν στο εξωτερικό μπορεί να επιστρέψουν και αυτό θα είναι θετικό για την ανάπτυξη».
Σχετικά με τη β’ αξιολόγηση, ο επικεφαλής του ESM δήλωσε ότι παρότι και αυτή ολοκληρώθηκε «πολύ μετά από το προγραμματισμένο», αξίζουν συγχαρητήρια «στους Έλληνες πολίτες και στις ελληνικές αρχές» για αυτά που πέτυχαν. Πάντως, κάνοντας μια αναδρομή, ανέφερε ότι η Ελλάδα είχε βγει στις αγορές και το 2014 «πριν από την ατυχή αναστροφή των μεταρρυθμίσεων στην αρχή του 2015, η οποία καθυστέρησε την ανάκαμψη της χώρας για αρκετά χρόνια και κόστισε πολλά δισεκατομμύρια».