Πολλοί επενδυτές εκτιμούν ότι ο χρυσός τούς διασφαλίζει από τον πληθωρισμό, ότι τα ακίνητα είναι σίγουρη επένδυση και ότι οι μετοχές είναι επισφαλείς. Μια νέα έκθεση του London School of Economics ωστόσο δείχνει ότι η πραγματικότητα είναι διαφορετική.
Οι προκαταλήψεις δίνουν και παίρνουν όπου γίνεται λόγος για χρήματα και επενδύσεις. Μερικά παραδείγματα: όσοι ασχολούνται με το χρηματιστήριο βγαίνουν πάντοτε χαμένοι, ο χρυσός αποτελεί ασφαλές λιμάνι και οι επενδύσεις σε ακίνητα είναι επικερδείς.
Έρευνα της βρετανικής πανεπιστημιακής σχολής London School of Economics και ειδικών της τράπεζας Credit Suisse δείχνει πολλά από αυτά που πιστεύουν πολίτες αλλά και επενδυτές απλώς δεν ισχύουν. Οι ειδικοί έβαλαν στο μικροσκόπιο διάφορες χρηματιστηριακές επενδύσεις από το 1900 μέχρι σήμερα, σε 23 χώρες και 3 ηπείρους. Ανάμεσα στις χώρες βρίσκονται οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Ιαπωνία, καθώς και ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γερμανία.
Ένα από τα συμπεράσματα είναι ότι οι μακροπρόθεσμες επενδύσεις σε μετοχές αποδίδουν αξιοσέβαστο κέρδος. Η απόδοση μιας διεθνούς μετοχής από το 1900 μέχρι σήμερα τοποθετείται στο 5,2% το χρόνο. Σε ιδιαίτερα δημοφιλή ομολόγα, λόγω επιτοκίου, οι ερευνητές καταλήγουν σε ποσοστό κέρδους 2%. Μάλιστα τα τελευταία 50 χρόνια η έρευνα τοποθετεί το ετήσιο κέρδος των μετοχών στο 5,3% και των ομολόγων στο 4,4%. Παρά τα όσα πιστεύουν ίσως οι περισσότεροι, ο χρυσός κατέγραψε στο ίδιο διάστημα κέρδη για τους επενδυτές μόλις 0,7% το χρόνο.
Σε παρόμοια συμπεράσματα για την πορεία των γερμανικών μετοχών στο χρόνο καταλήγει το Γερμανικό Ινστιτούτο Μετοχών DAI. Για μια περίοδο 20ετίας η απόδοση των μετοχών του δείκτη DAX υπολογίζεται κατά μέσα όρο στο 9%. Ας σημειωθεί ότι την εν λόγω περίοδο οι επενδυτές δεν ήρθαν ποτέ αντιμέτωποι με απώλειες.
Επενδύσεις χωρίς εγγύηση απόδοσης
Οι συντάκτες της έρευνας προειδοποιούν ωστόσο ότι τα κέρδη από επενδύσεις σε χρηματιστήρια δεν είναι εγγυημένα. Και αναφέρουν καθοριστικά γεγονότα που συγκλόνισαν τα διεθνή χρηματιστήρια τον 20ο αιώνα, όπως τους δύο παγκοσμίους πολέμους, το κραχ, την πετρελαϊκή κρίση, την Black Friday και την δημοσιονομική κρίση μετά την κατάρρευση της επενδυτικής τράπεζας Lehman Brothers.
Την ίδια στιγμή η έρευνα καταρρίπτει μια ακόμα προκατάληψη δείχνοντας ότι οι επενδύσεις σε ακίνητα όχι μόνο δεν είναι επικερδείς, αλλά καταγράφουν απώλειες. Από το 1900 τα κέρδη από ακίνητα τοποθετούνται περίπου στο 4,8%, βρίσκονται δηλαδή μεταξύ των κερδών από μετοχές και της απόδοσης ομολόγων. Το μεγαλύτερο μέρος των κερδών όμως που κυμαίνονται αποπληθωρισμένα γύρω στο 4,8%, προέρχονται από ενοίκια, με την άνοδο της αξίας ακινήτων να περιορίζεται στο 1,3%. Αν μάλιστα αφαιρεθούν οι δαπάνες συντήρησης και ασφαλιστικών συμβολαίων, τότε οι απώλειες υπολογίζονται από τους ερευνητές γύρω στο 2% ετησίως.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι οι ειδικοί καταγράφουν επικερδείς επενδύσεις που ουδεμία σχέση έχουν με μετοχές, ομόλογα και ακίνητα. Σημειώνουν ότι από το 1900 μέχρι σήμερα οι τιμές συλλεκτικών αντικειμένων έχουν αυξηθεί περισσότερο από εκείνες μετοχών και ακινήτων. Αναφέρουν για παράδειγμα το κρασί υψηλής ποιότητας με απόδοση περίπου 3,7% το χρόνο, τα σπάνια γραμματόσημα με 2,6% και τα βιολιά, όπως τα Στραντιβάριους, με 2,4%. Θα πρέπει τέλος να σημειωθεί ότι σε αντίθεση με μετοχές, ομόλογα και ακίνητα, τέτοιους είδους επενδύσεις κατά κανόνα δεν φορολογούνται.