Στα 237,7 εκατ. ευρώ διαμορφώθηκαν το 2017 τα καθαρά κέρδη της ΔΕΗ, έναντι 56,1 εκατ. το 2016, σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση που εκδόθηκε το βράδυ της Παρασκευής 27-4-2018. Ωστόσο αν εξαιρεθεί η συμμετοχή του Διαχειριστή Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΔΜΗΕ), που πουλήθηκε πέρυσι, τα καθαρά κέρδη διαμορφώνονται σε 88,7 εκατ. έναντι 170,2 εκατ. το 2016.
Τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων διαμορφώθηκαν στα 804,7 εκατ. και επηρεάστηκαν θετικά από τη μείωση των προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις πελατών κατά περίπου 400 εκατ. ευρώ και από την αναγνώριση εσόδου 359,8 εκατ. ευρώ που αφορά τις Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας για τα έτη 2012-2016. Όμως η θετική επίπτωση αντισταθμίστηκε από σειρά παραγόντων όπως η μείωση του μεριδίου αγοράς, η χρέωση για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (325 εκατ.), το κόστος για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης του Δεκεμβρίου 2016 – Ιανουαρίου 2017 (70 εκατ.), οι δημοπρασίες λιγνιτικής και υδροηλεκτρικής παραγωγής ΝΟΜΕ (92,1 εκατ.) και η αύξηση των τιμών των υγρών καυσίμων και του φυσικού αερίου.
Ο τζίρος μειώθηκε κατά 186,2 εκατ. ή 3,6% και διαμορφώθηκε σε 4.943,9 εκατ., κυρίως λόγω της απώλειας μεριδίου αγοράς, ενώ οι επενδύσεις (χωρίς τις συμμετοχές των πελατών για τη σύνδεση στο δίκτυο) μειώθηκαν κατά 332,7 εκατ. ή 48,4 % και διαμορφώθηκαν σε 355,1 εκατ.
Περαιτέρω μείωση καταγράφεται στο χρέος της επιχείρησης το οποίο διαμορφώθηκε στα 3,9 δισ. ευρώ έναντι 4.3 δισ. το 2016. Σε ό,τι αφορά τις επισφάλειες, τονίζεται ότι το 2017 “παρουσίασαν σημαντική βελτίωση και αυξήθηκαν μόνο κατά 28,9 εκατ. ευρώ έναντι αύξησης κατά 417,3 εκατ. ευρώ το 2016, αντανακλώντας τις δράσεις της εταιρείας για βελτίωση της εισπραξιμότητας”.
Σε δηλώσεις του ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ, Μανώλης Παναγιωτάκης τονίζει μεταξύ άλλων ότι:
«Το 2017 η λειτουργική κερδοφορία (EBITDA) του ομίλου (χωρίς πλέον την ΑΔΜΗΕ Α.Ε.) διαμορφώθηκε στα 805 εκατ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένης της ανάκτησης 360 εκατ. ευρώ για ΥΚΩ των ετών 2012-2016. Επί πλέον το καθαρό χρέος μειώθηκε σημαντικά κατά 366 εκατ. ευρώ και έτι περαιτέρω το πρώτο δίμηνο του 2018 κατά 150 εκατ. ευρώ με τη μερική εξαγορά ομολογιών λήξεως 2019, στο πλαίσιο της ενεργούς διαχείρισης του δανειακού χαρτοφυλακίου της εταιρείας.
Οι δράσεις που ανέλαβε η εταιρεία το 2017 για τη βελτίωση της εισπραξιμότητας συνέβαλαν στη δραστική μείωση των προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις πελατών κατά περίπου 400 εκατ. ευρώ. Επιπρόσθετα, οι λοιπές ελεγχόμενες λειτουργικές δαπάνες, εξαιρουμένων εφάπαξ επιπτώσεων, μειώθηκαν κατά περίπου 50 εκατ. ευρώ
Ωστόσο, η κερδοφορία της επιχείρησης περιορίστηκε κατά περίπου 520 εκατ. ευρώ από την πρόσθετη χρέωση ΕΛΑΠΕ, το κόστος των ΝΟΜΕ, την ενεργειακή κρίση Δεκεμβρίου 2016 – Ιανουαρίου 2017 και την επιβάρυνση από την αύξηση του ΕΦΚ στο diesel, επιβαρύνσεις τις οποίες η ΔΕΗ απορρόφησε και δεν μετακύλησε στους πελάτες της.
Οι δράσεις για τη βελτίωση της εισπραξιμότητας συνεχίζονται και εντείνονται το 2018, ενώ τους επόμενους μήνες, αναμένονται θετικότερα αποτελέσματα με την εντατικοποίηση των δράσεων της επιχείρησης και την πλήρη δραστηριοποίηση, μετά το στάδιο της πιλοτικής εφαρμογής, του εξειδικευμένου συμβούλου.
Θετική εξέλιξη αποτελεί η ανάληψη της υποχρέωσης από την Πολιτεία για την εξόφληση των οφειλών της γενικής κυβέρνησης μέχρι τον Μάιο του 2018, στο πλαίσιο της τρίτης αξιολόγησης του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής της χώρας, πράγμα το οποίο θα αποφέρει στην επιχείρηση σημαντικό ποσό και επιπλέον θα τερματίσει μια κατάσταση χρόνιας εκκρεμότητας σε βάρος της».
Αναφερόμενος στην πώληση των λιγνιτικών μονάδων Μεγαλόπολης και Φλώρινας ο κ. Παναγιωτάκης τονίζει ότι στόχος είναι να στεφθεί με τη μέγιστη δυνατή επιτυχία εντός των τεθέντων χρονοδιαγραμμάτων και με το βέλτιστο δυνατό οικονομικό αποτέλεσμα για την επιχείρηση. “Έτσι, προσθέτει θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις τερματισμού των επιβαλλόμενων σε βάρος της ΔΕΗ μέτρων για το άνοιγμα της αγοράς ώστε η επιχείρηση να επιταχύνει την πορεία μετασχηματισμού και εξωστρέφειάς της στα πλαίσια της στρατηγικής της. Ειδικότερα, η αποεπένδυση, παρά τον υποχρεωτικό της χαρακτήρα, επιδιώκουμε να λειτουργήσει ως ευκαιρία για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της επιχείρησης και τη συνολική αναδιάρθρωση του παραγωγικού της χαρτοφυλακίου με έμφαση στις ΑΠΕ”.
Ο επικεφαλής της ΔΕΗ επαναλαμβάνει ότι για την ασφάλεια εφοδιασμού της χώρας και την εθνική οικονομία, ο λιγνίτης πρέπει να κατέχει σημαντικό μερίδιο στο μείγμα καυσίμου στο μεταβατικό στάδιο μέχρι την γενικευμένη χρήση των ΑΠΕ ενώ σημειώνει τις πρόσφατες πρωτοβουλίες για εξαγορά της εταιρείας EDS της πΓΔΜ, τη λήψη άδειας για δραστηριοποίηση στην αγορά φυσικού αερίου και τη συμφωνία με τη General Electric με προοπτική την ίδρυση κοινής εταιρείας παροχής υπηρεσιών υποστήριξης σε σταθμούς παραγωγής στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.