Η ACS για την κατάσταση στο κλάδο των ταχυμεταφορών την περίοδο της πανδημίας

Απαντήσεις για την κατάσταση στις ταχυμεταφορές (courier) δίνει με άτυπη ενημέρωση (non paper) η εταιρία ACS.

Στην παρούσα περίπτωση του δεύτερου lockdown, τα e-shops και οι εταιρείες ταχυμεταφορών είχαν προετοιμαστεί για όγκους ίδιους ή και ελαφρά υψηλότερους (έως 15%) του πρώτου lockdown. Παρόλα αυτά, τελικά λόγω της συγκυρίας του συνδυασμού του lockdown με το black Friday και την προ-εορταστική περίοδο, προέκυψαν πολύ υψηλότεροι όγκοι, οι οποίοι απαιτούν και διπλάσιες υποδομές, εξοπλισμό αλλά και προσωπικό σε όλα τα επίπεδα, κάτι που δεν μπορούσε να προβλεφθεί με ακρίβεια – αλλά και να είχε προβλεφθεί, το πιθανότερο είναι ότι δεν ήταν εφικτό να καλυφθεί / υλοποιηθεί σε μόλις μερικούς μήνες, αναφέρουν πηγές της εταιρίας ταχυμεταφορών ACS, σχολιάζοντας τα ζητήματα που έχουν προκύψει στον κλάδο.

Όπως αναφέρουν οι ίδιες πηγές, αποτέλεσμα είναι ότι κάποιες  μεγάλες εταιρείες ταχυμεταφορών, αλλά και ηλεκτρονικά καταστήματα μεγάλων εταιρειών, αναγκάστηκαν να προβούν στη διακοπή στην λειτουργία τους για μερικές ημέρες, ενώ όσοι είχαν κάνει καλύτερη προετοιμασία μπόρεσαν να συνεχίσουν την εξυπηρέτηση  των αυξημένων όγκων, έχοντας ελεγχόμενη καθυστέρηση στην ροή των αποστολών, ώστε να μπορέσουν να ανταποκριθούν στους συσσωρευμένους όγκους παραγγελιών και δεμάτων.

Στο ερώτημα εφόσον υπάρχει αυξημένη ζήτηση των υπηρεσιών γιατί η ACS δεν προσλαμβάνει περισσότερο προσωπικό για να εξυπηρετήσει το κοινό, αλλά και  περισσότερους courier με μηχανάκια, πηγές της εταιρίας αναφέρουν ότι είναι απαραίτητο να διευκρινιστεί ότι ο μεγαλύτερος όγκος των αποστολών διακινείται με φορτηγά αυτοκίνητα και βαν, καθώς η αύξηση στη ζήτηση των υπηρεσιών προέρχεται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις αποστολές των e-shop, αλλά και γενικότερα από τη διανομή πακέτων και όχι φακέλων.

Όπως είναι εύκολα αντιληπτό τα κουτιά πάνω στα μηχανάκια μπορούν να μεταφέρουν ελάχιστα πακέτα σε σχέση με τον καθημερινό όγκο που διακινείται και αυτά τα πακέτα είναι συγκεκριμένων, μικρών σχετικά, διαστάσεων. Η ACS έχει προχωρήσει από την αρχή του πρώτου lockdown έως σήμερα στην αγορά και μίσθωση περισσότερων από 150 vans και στην μίσθωση περισσότερων από 20 φορτηγών και νταλικών ΔΧ, έχοντας πλέον συνολικά περισσότερα από 800 βαν και 100 φορτηγά και νταλίκες ΔΧ. Παράλληλα προχώρησε και στην πρόσληψη προσωπικού στα κεντρικά και στα καταστήματά της, τόσο κατά το 1ο lockdown όσο και στο 2ο – η οποία πρόσληψη αθροιστικά εκτιμάται ότι ξεπερνά τους 500 εργαζόμενους.

Τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή η ACS απασχολεί άμεσα και έμμεσα περισσότερους από 3.000 εργαζόμενους και προκειμένου να εξυπηρετήσει ομαλά την αύξηση του όγκου των αποστολών που προαναφέρθηκε ότι αγγίζει το 50%, θα χρειαζόταν αναλογικά μια αύξηση των εργαζομένων της κατά 50% δηλαδή να προχωρήσει στην πρόσληψη 1.500 εργαζόμενων και να τους εκπαιδεύσει σε διάστημα μίας εβδομάδας. Επικρατεί η λανθασμένη εντύπωση ότι η δουλειά των εργαζομένων στις ταχυμεταφορές είναι απλή. Όπως επισημαίνουν οι ίδιες πηγές, αυτό δεν ευσταθεί, καθώς υπάρχει μια ευρεία γκάμα στοιχείων που πρέπει να γνωρίζει ο εργαζόμενος, από θέματα προστασίας προσωπικών δεδομένων έως τα ηλεκτρονικά συστήματα της εταιρείας και βασικές αρχές ταχυμεταφορών. Σίγουρα, ο χρόνος εκπαίδευσης ξεπερνάει κατά πολύ την μία εβδομάδα και για να θεωρηθεί  ο εργαζόμενος άρτια εκπαιδευμένος και έτοιμος να αναλάβει καθήκοντα, αυτός ο χρόνος μπορεί να φτάνει και τον ένα μήνα. Επίσης χρειάζεται να αναφερθεί ότι είναι μια απαιτητική δουλειά υπό δύσκολες συνθήκες, ειδικά την τρέχουσα περίοδο με αποτέλεσμα πολλοί νέοι εργαζόμενοι μετά από κάποιες ημέρες εργασίας να αποχωρούν δημιουργώντας ανάγκη αντικατάστασης τους. Παράλληλα, υπάρχουν και περιπτώσεις κρουσμάτων που επίσης απαιτούν άμεση αντικατάσταση του προσωπικού με νέο δημιουργώντας επιδείνωση στην λειτουργία.

Η ACS, αναφέρουν πηγές της εταιρίας, όλο αυτό το διάστημα, από την έναρξη του πρώτου lockdown έως και σήμερα, δεν προχώρησε σε αύξηση των τιμών των υπηρεσιών της, ενώ προχώρησε σε επενδύσεις άνω του 1,5 εκατ. ευρώ σε διάρκεια μερικών μηνών, με αύξηση μεταξύ άλλων των αποθηκευτικών της χώρων με μίσθωση 4 σημείων, 3 στην Αττική και 1 στη Θεσσαλονίκη, συνολικής έκτασης 12.000 τ.μ. Πλέον διαθέτει αποθηκευτικούς χώρους σε Αττική και Θεσσαλονίκη συνολικής έκτασης 18.000 τ.μ. Προχώρησε επίσης, σε αύξηση των χώρων διακίνησης μεγαλύτερη των 2.500 τ.μ.  σε  περισσότερα από 5 καταστήματά της με σημαντικά αυξημένη κίνηση. Πλέον, οι χώροι διακίνησης των καταστημάτων της εταιρείας έχουν συνολική έκταση άνω των 33.000 τ.μ.

Το στοίχημα για τις ταχυμεταφορές
Ένα ακόμη δεδομένο, όπως αναφέρουν οι πηγές, που πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη για τυχόν καθυστερήσεις που παρατηρούνται είναι ότι σε αντίθεση με το προηγούμενο lockdown, σε αυτό το lockdown οι ταχυμεταφορείς δεν κινούνται σε μία έρημη πόλη. Ειδικά, το τελευταίο διάστημα παρατηρείται κίνηση στους δρόμους, ελαφρά έως μεσαία μειωμένη σε σχέση με την προ lockdown κατάσταση. Η κίνηση στους δρόμους μπορεί να μην επηρεάζει τα μηχανάκια των courier, αλλά σίγουρα επηρεάζει την κίνηση των vans και φορτηγών. Παρόλα αυτά ακόμα και σήμερα με πολύ υψηλότερους όγκους και χειρότερες συνθήκες από το πρώτο lockdown η εξυπηρέτηση της λειτουργίας της διανομής των αποστολών ταχυμεταφορών γίνεται με καλύτερη οργάνωση και προγραμματισμό, σύμφωνα πάντα με πηγές της εταιρίας

Όπως επισημαίνεται από πηγές των ταχυμεταφορών, σίγουρα, το θέμα είναι η εύρυθμη παράδοση των αποστολών, η οποία όμως εξαρτάται από δύο παράγοντες. Ο ένας παράγοντας είναι ο όγκος των αποστολών που μπορεί να διανεμηθεί ημερησίως, ο οποίος είναι πολύ σημαντικός, αλλά εξίσου σημαντικός είναι και ο δεύτερος παράγοντας δηλαδή η δυνατότητα αποθήκευσης των αποστολών πριν τη διανομή τους. Για να γίνει καλύτερα αντιληπτό, αν και με μία δόση υπερβολής: Ακόμα και αν μπορούσαν να πραγματοποιηθούν ημερήσιες διανομές από 1.000.000 courier σε όλη την επικράτεια, αν για την αποθήκευση του συνολικού ημερήσιου όγκου των αποστολών ήταν απαραίτητοι αποθηκευτικοί χώροι 10.000.000 τ.μ. και αυτοί δεν ήταν διαθέσιμοι, πάλι θα υπήρχε πρόβλημα στην ομαλή λειτουργία των εταιρειών.

‘Αρα απαιτείται κατανόηση των δεδομένων και των συνθηκών και οι καταναλωτές να έχουν υπομονή μέχρι να αρθεί το lockdown και οι περιορισμοί ώστε  – όπως έγινε και στο πρώτο lockdown – να υπάρχει σταδιακά αποκατάσταση της κανονικότητας, κάτι το οποίο προβλέπεται να γίνει μετά το τέλος της εορταστικής περιόδου – καθώς με το άνοιγμα των φυσικών καταστημάτων τον Δεκέμβριο θα πέσει μεν ο ρυθμός αύξησης των αποστολών από τις online παραγγελίες, αλλά και πάλι θα διατηρηθεί σε επίπεδα άνω των δυνατοτήτων της αγοράς.