Επίσκεψη στην Ελλάδα πραγματοποιεί από σήμερα έως και τη Δευτέρα, όταν και θα αναχωρήσει, ο Επίσκοπος και Πάπας της Ρώμης Φραγκίσκος, κατόπιν πρόσκλησης της Προέδρου της Δημοκρατίας, Κατερίνας Σακελλαροπούλου. Ο Πάπας της χριστιανικής ελευθερίας και των προσφύγων, επισκέπτεται την Ελλάδα
Η επίσκεψή του, συμβολική, καθότι δεν θα παραγάγει αποτελέσματα σε επίπεδο διαχριστιανικών σχέσεων, ωστόσο, η επιμονή του να έλθει -ως λέγεται- και οι επαφές του δημιουργούν κλίμα καλής ανθρώπινης επικοινωνίας.
Εξάλλου, οι σχέσεις Ρωμαιοκαθολικής και Ορθόδοξης Εκκλησίας έχουν αποκατασταθεί, αφού Ορθόδοξοι Έλληνες, αλλά και από άλλες Ορθόδοξες χώρες, επιλέγουν τη Ρώμη, το Βατικανό και πανεπιστήμια που ελέγχονται από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία για να φοιτήσουν. Αντίστοιχα, Ρωμαιοκαθολικοί φοιτητές σπουδάζουν σε πανεπιστήμια Ορθόδοξων χωρών, αλλά και την Ελλάδα. Μάλιστα, είναι άξιο λόγου ότι η Αποστολική Διακονία, ο επίσημος εκκλησιαστικός οργανισμός που τελεί υπό την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, διαθέτει ειδικό τμήμα για την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας από τους εν λόγω φοιτητές.
Το βιογραφικό του Πάπα Φραγκίσκου
Ο Πάπας Φραγκίσκος, κατά κόσμον Χόρχε Μάριο Μπεργκόλιο, γεννήθηκε στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής, στις 17 Δεκεμβρίου 1936, από γονείς Ιταλούς μετανάστες. Ο πατέρας του, Mario, εργαζόταν ως λογιστής στους σιδηροδρόμους και η μητέρα του, Regina Sivori, ήταν αφοσιωμένη στην ανατροφή των πέντε παιδιών της οικογένειας. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του στη Χημεία, επέλεξε τον δρόμο της ιεροσύνης, εισερχόμενος στο Ιεροσπουδαστήριο της Villa Devoto. Στις 11 Μαρτίου 1958, εντάχθηκε ως δόκιμος στο Τάγμα των Ιησουιτών. Ολοκλήρωσε τις ανθρωπιστικές σπουδές του στη Χιλή και επέστρεψε στην Αργεντινή το 1963 όπου έλαβε πτυχίο στη Φιλοσοφία από το Colegio de San José στο San Miguel. Στη συνέχεια (1964-1965) δίδαξε φιλοσοφία στο Κολέγιο της Inmaculada Concepción στη Santa Fé και ένα χρόνο αργότερα (1966) στο Colegio de San José στο Μπουένος Άιρες, όπου και σπούδασε, παράλληλα, Θεολογία από το 1967 έως το 1970.
Στις 13 Δεκεμβρίου 1969, χειροτονήθηκε ιερέας. Συνέχισε την εκπαίδευσή του το 1970-1971 στο Πανεπιστήμιο της Alcalá de Henares στην Ισπανία και στις 22 Απριλίου 1973 έδωσε τους τελικούς όρκους του στο Τάγμα Ιησουιτών. Στην Αργεντινή έγινε καθηγητής στη Θεολογική Σχολή του San Miguel, σύμβουλος της Επαρχίας του Τάγματος Ιησού και Πρύτανης της Φιλοσοφικής και Θεολογικής Σχολής του Colegio Máximo.
Τον Ιούλιο του 1973 έγινε Έπαρχος των Ιησουιτών στην Αργεντινή, θέση που διατήρησε επί έξι χρόνια. Λίγο αργότερα, επέστρεψε στην εργασία του στον πανεπιστημιακό τομέα και από το 1980 ως το 1986 υπηρέτησε ξανά ως πρύτανης στο Colegio de San José, καθώς και ως εφημέριος στο San Miguel. Τον Μάρτιο του 1986 ολοκλήρωσε τη διδακτορική του διατριβή στη Γερμανία. Στη συνέχεια, μετατέθηκε αρχικά στο Colegio del Salvador του Μπουένος Άιρες και μετά στην εκκλησία των Ιησουιτών στην πόλη Cordoba ως πνευματικός καθοδηγητής και εξομολόγος.
Το 1992 χειροτονήθηκε Αρχιεπίσκοπος του Μπουένος Άιρες και τον Φεβρουάριο του 2001 αναδείχθηκε Καρδινάλιος. Τον Απρίλιο του 2005 συμμετείχε στο Κονκλάβιο το οποίο εξέλεξε τον Πάπα Βενέδικτο ΙΣΤ’. Ο ίδιος εξελέγη ως ο 266ος Προκαθήμενος της Καθολικής Εκκλησίας στις 13 Μαρτίου 2013. Είναι ο πρώτος Πάπας από την Λατινική Αμερική, αλλά και εν γένει από την αμερικανική ήπειρο, καθώς επίσης και ο πρώτος Ιησουίτης Ποντίφικας. Το όνομα που επέλεξε ήταν προς τιμήν του Αγίου Φραγκίσκου της Ασίζης, για τον οποίο έχει εκφράσει τον θαυμασμό του τονίζοντας ότι έφερε στον Χριστιανισμό μια ιδέα της φτώχειας ενάντια στην πολυτέλεια, την υπερηφάνεια, τη ματαιοδοξία των πολιτικών και εκκλησιαστικών δυνάμεων της εποχής του.
Έχει συγγράψει τα βιβλία «Meditaciones para religiosos» (1982), «Reflexiones sobre la vida apostólica» (1992) και «Reflexiones de esperanza» (1992).