Αμερικανοί ρεπουμπλικάνοι βουλευτές σκοπεύουν να ξεκινήσουν εκτεταμένες έρευνες κατά της κυβέρνησης του προέδρου Τζο Μπάιντεν αν ανακτήσουν τον έλεγχο της Βουλής των Αντιπροσώπων στις αυριανές ενδιάμεσες εκλογές, δήλωσε ο ηγέτης τους στο σώμα, ο Κέβιν Μακάρθι, σε συνέντευξη που μεταδόθηκε σήμερα στο CNN.
Μεταξύ των υποθέσεων που η νέα κοινοβουλευτική πλειοψηφία θα ήθελε να ανοίξει ξανά, ο Μακάρθι ανέφερε χαρακτηριστικά τον χαοτικό τρόπο με τον οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες αποχώρησαν από το Αφγανιστάν τον Αύγουστο του 2021, αλλά και τα αίτια της πανδημίας Covid-19 και δεν απέκλεισε την πιθανή εκκίνηση διαδικασιών προτάσεων μομφής, που ζητούν ορισμένα μέλη του κόμματός του, χωρίς να διευκρινίζει ποιοι θα στοχοποιηθούν.
«Δεν θα χρησιμοποιήσουμε ποτέ την πρόταση μομφής για πολιτικούς σκοπούς», είπε ο Μακάρθι, ο οποίος θα μπορούσε να αναδειχθεί πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων την Τρίτη, αντικαθιστώντας τη Δημοκρατική Νάνσι Πελόζι. «Αυτό δεν σημαίνει, ωστόσο, ότι αν προκύψει κάτι δεν θα συμβεί κάποια άλλη στιγμή».
Ο 57χρονος Ρεπουμπλικάνος έχει διαβεβαιώσει ότι έχει την υποστήριξη του κόμματός του καθώς και του Ντόναλντ Τραμπ για να πάρει το προβάδισμα στη Βουλή των Αντιπροσώπων, ενώ το Grand Old Party (GOP, Ρεπουμπλικανικό κόμμα) ευνοείται από δημοσκοπήσεις στις ενδιάμεσες εκλογές στις οποίες θα ανανεωθεί το σύνολο των 435 εδρών της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Επτά χρόνια αφότου απέτυχε – οριακά – να γίνει πρόεδρος της Βουλής, ο Κέβιν Μακάρθι, ο βουλευτής από την Καλιφόρνια, θα πάρει την εκδίκησή του χάρη στις προσπάθειές του να προσελκύσει τον Ντόναλντ Τραμπ και τους οπαδούς του.
Σε αυτή τη συνέντευξη στο CNN, ο Ρεπουμπλικάνος υπενθύμισε επίσης ότι το κόμμα του σκόπευε να θέσει ως προτεραιότητα την καταπολέμηση του πληθωρισμού και της μετανάστευσης.
Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες δημοσκοπήσεις, η αντιπολίτευση των Ρεπουμπλικάνων έχει μεγάλες πιθανότητες να αποσπάσει την πλειοψηφία στο σώμα.
Πάνω από τους μισούς Ρεπουμπλικάνους υποψηφίους αρνούνται ή αμφισβητούν το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του 2020
«Δεν μπορούμε πλέον να θεωρούμε τη δημοκρατία δεδομένη».
Η δήλωση την περασμένη Πέμπτη του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν θα μπορούσε να ακουγόταν υπερβολική από ορισμένους, αν οι πάνω από τους μισούς Ρεπουμπλικάνους υποψηφίους στις αυριανές ενδιάμεσες εκλογές της χώρας δεν αρνιόντουσαν ή εξέφραζαν αμφιβολίες για το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του 2020.
Στις αυριανές εκλογές κρίνονται το σύνολο των εδρών της Βουλής των Αντιπροσώπων, το ένα τρίτο των εδρών της Γερουσίας, οι θώκοι κυβερνητών και τοπικών αιρετών.
Μεταξύ των 597 υποψηφίων του Ρεπουμπλικανικού κόμματος που διεκδικούν πολιτειακό ή ομοσπονδιακό αξίωμα, 308 έχουν εγείρει αβάσιμες αμφιβολίες σχετικά με την εγκυρότητα ή την ακεραιότητα των εκλογικών αποτελεσμάτων του 2020 και σύμφωνα με ανάλυση του αμερικανικού ειδησεογραφικού δικτύου CBS News, όλες οι αμερικανικές Πολιτείες εκτός από δύο -το Ρόουντ Άιλαντ και η Βόρεια Ντακότα- έχουν έναν υποψήφιο που είναι election denier, δηλαδή κάποιον που αρνείται ότι τα αποτελέσματα των εκλογών του 2020 ήταν έγκυρα.
Ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, που ουδέποτε παραδέχτηκε πως ηττήθηκε στις προεδρικές εκλογές του 2020, μοιάζει επίσης να προετοιμάζεται να αμφισβητήσει το αποτέλεσμα των «midterms» αν δεν είναι ικανοποιητικό για τους Ρεπουμπλικάνους. Αυτό θα έβαζε «στον δρόμο προς το χάος την Αμερική», επέμεινε ο Τζο Μπάιντεν, καλώντας τους συμπολίτες του να εναντιωθούν «στην πολιτική βία και στον εκφοβισμό των ψηφοφόρων».
Περιστατικά εκλογικής νοθείας στις ΗΠΑ είναι εξαιρετικά σπάνια, αλλά ένας σημαντικός αριθμός Αμερικανών εκφράζει ανησυχίες. Μια δημοσκόπηση του Reuters/Ipsos που ολοκληρώθηκε πριν μια εβδομάδα έδειξε ότι το 49% των Αμερικανών πιστεύει ότι η εκλογική νοθεία είναι ένα ευρέως διαδεδομένο πρόβλημα, με το 34% των Δημοκρατικών και το 69% των Ρεπουμπλικανών να υποστηρίζουν αυτήν την άποψη.
Περίπου το 44% δήλωσε ότι ανησυχεί ότι οι εκλογές στις ΗΠΑ είναι αποτέλεσμα νοθείας – 28% ανάμεσα στους Δημοκρατικούς και 62% στους Ρεπουμπλικάνους.
Παρά αυτές τις πεποιθήσεις, το 67% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι είναι βέβαιο ότι οι δικές τους ψήφοι θα καταμετρηθούν με ακρίβεια.
Επιστροφή…στο μέλλον;
Οι οχλήσεις Τραμπ δεν ανήκουν στο παρελθόν. Αν και αποκλεισμένος από το Twitter και το Facebook, ο Τραμπ από τη δική του πλατφόρμα, Truth Social, δεν έχει σταματήσει τις αναφορές του σε θεωρίες συνωμοσίας σχετικά με τις εκλογές στις ενδιάμεσες εκλογές. Από τις 1.200 δημοσιεύσεις του πρώην προέδρου στο μέσο του κοινωνικής δικτύωσης σε 58 ημέρες, περίπου 100 αμφισβητούν την εγκυρότητα των εκλογών της 8ης Νοεμβρίου, σύμφωνα με καταμέτρηση του Γαλλικού Πρακτορείου.
«Πάμε πάλι!» έγραψε την 1η Νοεμβρίου, μοιράζοντας ένα παραπλανητικό άρθρο σχετικά με την επιστολική ψήφο στην Πενσυλβάνια, μια πολιτεία-κλειδί όπου μια θέση γερουσιαστή θα μπορούσε να αποφασίσει την τύχη της πλειοψηφίας στη Γερουσία.
«Θα γίνει νοθεία στις εκλογές!», πρόσθεσε αυτός που δεν έχει ακόμη αναγνωρίσει την ήττα του από τον Τζο Μπάιντεν και έχει αφήσει ανοικτό το ενδεχόμενο να είναι υποψήφιος ξανά το 2024.
Η διάδοση τέτοιας παραπληροφόρησης αποδυναμώνει την εμπιστοσύνη των Αμερικανών στην εκλογική διαδικασία καθώς οι ψηφοφόροι επιστρέφουν στις κάλπες, προειδοποιούν οι ειδικοί.
«Όταν ο Τραμπ βάζει δηλητήριο στο νερό, ολόκληρη η λίμνη είναι μολυσμένη», είπε ο Ράσελ Μιούιρχεντ, καθηγητής πολιτικών επιστημών στο κολέγιο Νταρτμάουθ.
Τα στοιχεία του CBS είναι ενδεικτικά για τους υποψηφίους που είτε έχουν θέσει αμφιβολίες είτε έχουν διαδώσει ψευδείς ειδήσεις για το εκλογικό αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του 2020.
Είκοσι από τους 37 Ρεπουμπλικάνους που διεκδικούν πόστο κυβερνήτη, 9 στους 31 Ρεπουμπλικάνους υποψήφιοι για αναπληρωτές κυβερνήτες, 9 στους 30 Ρεπουμπλικάνους που διεκδικούν το πόστο του γενικού εισαγγελέα, 12 στους 27 Ρεπουμπλικάνους που διεκδικούν το πόστο του πολιτειακού υπουργού Εσωτερικών, 20 από τους 36 Ρεπουμπλικάνους υποψηφίους για τη Γερουσία, 238 από τους 436 Ρεπουμπλικάνους που διεκδικούν έδρα στη Βουλή.
«Μαζί αντιπροσωπεύουν μια αυξανόμενη επικρατούσα τάση στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα και μια πιθανή απειλή για την αμερικανική δημοκρατία», αναφέρουν οι New York Times σε μια ειδική ιστοσελίδα με σωρεία δηλώσεων αυτών των υποψηφίων περί αξιοπιστίας των εκλογών.
Σύμφωνα με την Washington Post αν και ορισμένοι υποψήφιοι σε περιοχές που την πλειοψηφία έχουν οι Δημοκρατικοί αναμένεται να χάσουν, οι περισσότεροι από τους υποψήφιους election deniers είναι πιθανό να κερδίσουν: Από τους σχεδόν 300, 171 προβλέπεται να κερδίσουν έδρες των Ρεπουμπλικανών. Άλλοι 48 θα δώσουν αμφίρροπες μάχες.
Πολλοί υποψήφιοι του GOP έχουν εκφράσει την υποστήριξή τους στις συνεχιζόμενες προσπάθειες «Σταματήστε την Κλοπή» (Stop the Steal), υποστηρίζοντας ψευδώς ότι ο πρόεδρος Μπάιντεν βρίσκεται παράνομα στον Λευκό Οίκο και πρέπει να απομακρυνθεί. Άλλοι αναγνωρίζουν ότι είναι ο πρόεδρος, αλλά δεν δηλώνουν ότι εξελέγη νόμιμα και υποδηλώνουν λανθασμένα ότι υπήρξε ευρεία νοθεία στις εκλογές του 2020.
Αν κερδίσω κέρδισα, αν χάσω έκλεψαν
Πολλοί από αυτούς τους υποψηφίους απηχούν τους ψευδείς ισχυρισμούς του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ – ισχυρισμούς που έχουν ερευνηθεί ενδελεχώς και έχουν απορριφθεί από μυριάδες αξιωματούχους και δικαστήρια. Οι ειδικοί τονίζουν ότι η επιμονή σε τέτοιους ισχυρισμούς, παρά την έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων, αντανακλά την προθυμία των υποψηφίων που αρνούνται τις εκλογές να υπονομεύσουν τους δημοκρατικούς θεσμούς όταν αυτό ωφελεί την πλευρά τους.
Ορισμένοι από αυτούς αρνήθηκαν να επικυρώσουν την ψήφο του Αμερικανικού Εκλεκτορικού Κολεγίου του 2020 ή υπέγραψαν ένα υπόμνημα σε μια αγωγή στο Τέξας, υποστηρίζοντας ότι οι ψήφοι σε Πολιτείες που κέρδισε ο Μπάιντεν με μικρή διαφορά ψήφων θα έπρεπε να πεταχτούν.
Άλλοι υποψήφιοι υποχώρησαν μετά τις προκριματικές εκστρατείες τους, ελπίζοντας να φανούν λιγότερο ακραίοι σε ένα ευρύτερο εκλογικό σώμα. Σύμφωνα με αμερικανικά μέσα ενημέρωσης αυτοί οι υποψήφιοι αμφισβήτησαν την εγκυρότητα των εκλογών, ακόμα κι αν έκτοτε άλλαξαν πορεία.
Εάν οι election deniers του Ρεπουμπλικανικού κόμματος που διεκδικούν πόστα κυβερνήτη ή πολιτειακών υπουργών Εσωτερικών στις αμφίρροπες Πολιτείες του 2020 στην Αριζόνα, το Μίσιγκαν, τη Νεβάδα, την Πενσυλβάνια και το Ουισκόνσιν κερδίσουν αύριο 8 Νοεμβρίου, είναι πιθανό ότι οι πιστοποιήσεις σε επίπεδο πολιτείας για τις προεδρικές εκλογές του 2024 θα πέσουν στα χέρια αξιωματούχων που συνεχίζουν να προπαγανδίζουν την ιδέα ότι ο Τζο Μπάιντεν δεν κέρδισε το 2020.
Στην Αριζόνα, όπου election deniers διεκδικούν τις θέσεις κυβερνήτη, υπουργού Εσωτερικών και γενικού εισαγγελέα, η Ρεπουμπλικανή υποψήφια κυβερνήτης Κάρι Λέικ και ο υποψήφιος για πολιτειακός υπουργός Εσωτερικών Μαρκ Φίντσεμ θα μπορούσαν να έχουν τον τελευταίο λόγο για την πιστοποίηση των εκλογικών αποτελεσμάτων της Πολιτείας το 2024. Η Λέικ έχει ήδη πει ότι δεν θα είχε αποδεχτεί τα αποτελέσματα της πολιτείας το 2020 αν ήταν κυβερνήτης της Αριζόνα, το ίδιο και ο Φίντσεμ.
Η Λέικ μάλιστα είπε ανοιχτά ότι ενδέχεται να μην αποδεχτεί το αποτέλεσμα των εκλογών αν χάσει. Κάτι που έχουν δηλώσει και πολλοί άλλοι Ρεπουμπλικάνοι υποψήφιοι.