Υπέρ μίας μεγάλης επέκτασης των ωριμάνσεων του ελληνικού χρέους, τάχθηκε σε συνέντευξή του στην Der Standard, ο επικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος του ΔΝΤ, Πολ Τόμσεν.
«Αυτό που ζητάμε είναι χώρος για την Ελλάδα ώστε να ολοκληρώσει τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις και να ανακάμψει», σημειώνει ο Τόμσεν, απαντώντας σε ερώτηση για το πώς μπορεί να εξηγηθεί στον μέσο αυστριακό φορολογούμενο η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.
Μάλιστα ο κ. Τόμσεν διαβεβαιώνει ότι οι Αυστριακοί θα πάρουν όλα τα δανεικά πίσω.
Για τα αυστηρά μέτρα λιτότητας ο κ. Τόμσεν θεωρεί «άδικο» να επιρρίπτεται η ευθύνη στο ΔΝΤ: «οι Ευρωπαίοι συμφώνησαν με τους Έλληνες σε αυστηρούς, όχι απαραίτητους και φιλόδοξους στόχους που οδήγησαν σε μεγάλες περικοπές. Εμείς ως ΔΝΤ το αποδεχθήκαμε», εξηγεί ο Πολ Τόμσεν που διευκρινίζει ότι όταν τα νούμερα άρχισαν αν «εκτροχιάζονται», το ΔΝΤ υπέδειξε πως χωρίς επιπρόσθετα μέτρα, τα συμφωνηθέντα αποκλειόταν να επιτευχθούν.
«Για αυτό τον λόγο υπάρχει ίσως η αντίληψη ότι αυτοί είναι στόχοι που θέσαμε εμείς. Ωστόσο κάτι τέτοιο δεν ισχύει», προσθέτει ο κ. Τόμσεν..
Το ΔΝΤ πάντα ήταν κατά της αύξησης της φορολογίας διευκρινίζει ο επικεφαλής του γραφείου της Ευρώπης. «Πάντα επιχειρηματολογούσαμε ότι η στρατηγική της αύξησης των φορολογικών βαρών δεν πρόκειται να έχει αποτέλεσμα εάν δεν διευρυνθεί η φορολογική βάση. Οι φορολογικές διοικήσεις στην Ελλάδα έχουν αποτύχει δραματικά γιατί δεν έχουν κάνει κάτι προς αυτή την κατεύθυνση. Άλλη μία ανησυχία αφορά τις συντάξεις: προκειμένου να μην τις μειώσουν οι ελληνικές κυβερνήσεις αποδέχθηκαν σχεδόν κάθε άλλη περικοπή δαπάνης. Στο σημείο όμως που δημιουργήθηκαν μεγάλα προβλήματα στα νοσοκομεία και η αστυνομία να λέει ότι δεν έχει χρήματα για να αλλάξει λάστιχα στα περιπολικά. Γενικά οι δαπάνες συγκρατήθηκαν με έναν μη διατηρήσιμο τρόπο. Γι΄αυτό και εμείς, ως ΔΝΤ, απαιτούμε εδώ και χρόνια μεταρρυθμίσεις τόσο στη φορολογία όσο και στο συνταξιοδοτικό σύστημα. Και τελικά η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Τσίπρα επιτέλους συμφώνησε», σημειώνει στην de Standard ο κ. Τόμσεν που αναγνωρίζει ωστόσο πως οι περικοπές ίσως έπρεπε να είναι μικρότερες.
Όπως άλλωστε επισημαίνει ο Πολ Τόμσεν, όλα τα προγράμματα αποδείχθηκαν επιτυχημένα με εξαίρεση αυτό της Ελλάδας.
Είναι δύσκολο να εφαρμοστεί ένα πρόγραμμα σε μία νομισματική ένωση με στόχο να αποκατασταθεί η ανταγωνιστικότητα μίας χώρας. Η υποτίμηση του νομίσματος από την άλλη μεριά, όχι. Η εναλλακτική είναι η εσωτερική υποτίμηση, όπου οι μισθοί και οι τιμές πρέπει να υποχωρήσουν. Όμως «σε ένα περιβάλλον που δεν υπάρχει πληθωρισμός, αυτό οδηγεί αναπόφευκτα σε αύξηση του χρέους σε σχέση με την οικονομική παραγωγή», σημειώνει ο κ. Τόμσεν.