Την αισιοδοξία τους ότι το 2018 θα αποτελέσει έτος που θα σηματοδοτήσει την επιστροφή του εγχώριου τραπεζικού συστήματος με δυναμικούς ρυθμούς στις πραγματικές τραπεζικές εργασίες, με έμφαση τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας εκφράζουν επιτελικά στελέχη τραπεζών. Η αισιοδοξία αυτή βασίζεται σε πραγματικά δεδομένα και νούμερα από τους ισολογισμούς των τραπεζών στη διάρκεια του τρέχοντος έτους.
Η πρόσφατη αναφορά του προέδρου της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών και προέδρου της Eurobank Νικόλαου Καραμούζη δείχνει τις βάσεις με τις οποίες ξεκίνα το 2018 για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. «Η κεφαλαιακή επάρκεια, η ποιότητα του ενεργητικού, οι συνθήκες ρευστότητας και η κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών βαίνουν βελτιούμενες, τα σχέδια αναδιάρθρωσης οδεύουν στη σωστή κατεύθυνση και οι ελληνικές τράπεζες έχουν επιστρέψει σε οργανική κερδοφορία μετά από χρόνια σωρευτικών ζημιών στα πλαίσια μίας ανακάμπτουσας οικονομίας», ανέφερε ο Νικόλαος Καραμούζης την περασμένη εβδομάδα σε διεθνές επενδυτικό συνέδριο στην Νέα Υόρκη.
Οι βασικές προκλήσεις που έχουν να αντιμετωπίσουν οι ελληνικές τράπεζες το 2018.
Σύμφωνα με συγκλίνουσες εκτιμήσεις που συγκέντρωσε το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων από επιτελικά στελέχη τραπεζών εστιάζονται στις ακόλουθες:
– Στην συνέχιση με επιτυχία της αντιμετώπισης του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων με αποφασιστικότητα και κοινωνική ευαισθησία. Όπως τονίζουν τα τραπεζικά στελέχη, με βασικό οπλοστάσιο το θεσμικό πλαίσιο που πλέον υπάρχει, τους δίνεται η δυνατότητα να κερδίσουν την μεγάλη «μάχη» των κόκκινων δανείων που θα τους επιτρέψει να επικεντρωθούν στη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας. Οι τραπεζίτες δηλώνουν ότι οι τράπεζες είναι αποφασισμένες να «χτυπήσουν» τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, που έχουν μεγάλη ακίνητη και κινητή περιουσία και δεν αποπληρώνουν τις δανειακές τους υποχρεώσεις, με ό,τι αρνητικό συνεπάγεται αυτό για τις τράπεζες αλλά και για όσους δανειολήπτες αντιμετωπίζουν πραγματικό πρόβλημα.
– Στη εξεύρεση τρόπων για την επανεκκίνηση της επενδυτικής διαδικασίας και την επιστροφή στην ανάπτυξη.
– Στη διατήρηση της δυναμικής πορείας μείωσης της εξάρτησης των ελληνικών τραπεζών από τις κρατικές ενισχύσεις σε κεφάλαια και από το Ευρωσύστημα σε ρευστότητα μέχρι την αποπληρωμή τους και τον μηδενισμό της, αντίστοιχα.
– Στη συνεπή υλοποίηση και εφαρμογή των σχεδίων αναδιάρθρωσης των ελληνικών τραπεζών.
– Στην αύξηση του ρυθμού επιστροφής των καταθέσεων στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, επικεντρώνοντας τις προσπάθειες στα μετρητά εντός Ελλάδας, τα οποία βρίσκονται εκτός συστήματος, και στις καταθέσεις εξωτερικού με αρνητικές αποδόσεις. Για πρώτη φορά μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα υπάρχουν πραγματικές ενδείξεις ότι ο στόχος αυτός είναι επιτεύξιμος και σταδιακά θα αποτελέσει και βασικό παράγοντα της άρσης των capital controls.
– Στο IFRS 9, το οποίο θα τεθεί σε εφαρμογή από το 2018 και θα αντικαταστήσει το μοντέλο πραγματοποιηθεισών ζημιών με το μοντέλο αναμενόμενων ζημιών, θα οδηγήσει σε υψηλότερες προβλέψεις με τις όποιες επιπτώσεις που αυτό συνεπάγεται για την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών.
– Στις νέες τεχνολογίες που θα αλλάξουν ριζικά το τραπεζικό σύστημα, τόσο σε ό,τι αφορά στην παροχή υπηρεσιών προς τους πελάτες των τραπεζών όσο και σε σχέση με την εισαγωγή νέων επιχειρηματικών μοντέλων τα οποία θα συμπληρώσουν την παραδοσιακή τραπεζική. Όπως τονίζουν τραπεζικά στελέχη η προετοιμασία των ελληνικών τραπεζών γίνεται με βάση πολύ καλό σχεδιασμό, προσεκτικά βήματα και σημαντικές επενδύσεις. Επίσης το εγχώριο τραπεζικό σύστημα συνεργάζεται με το οικοσύστημα των startups επιχειρήσεων από τον τομέα του fin tech προκειμένου να υιοθετήσει ταχύτερα νέες καινοτομίες.
– Στη θετική πιστωτική επέκταση, στους πελάτες λιανικής αλλά και στις επιχειρήσεις. Με κάθε ευκαιρία τα τραπεζικά στελέχη τονίζουν ότι θα χρηματοδοτήσουν κάθε βιώσιμο επιχειρηματικό σχέδιο αλλά και τις ανάγκες των απλών νοικοκυριών στην στεγαστική και καταναλωτική πίστη, με βάση την πιστοληπτική τους ικανότητα.
– Στην επιτυχής ολοκλήρωση των stress tests.
Θα καταφέρουν,όμως, να κερδίσουν τα στοιχήματα αυτά οι ελληνικές τράπεζες;
Η απάντηση που έδωσε ο Ν. Καραμούζης, απευθυνόμενος σε μεγάλο αριθμό διεθνών επενδυτών, είναι χαρακτηριστική: «Λαμβάνοντας υπόψη το βελτιούμενο οικονομικό κλίμα στην Ελλάδα και τη διαφαινόμενη πιθανότητα ότι η χώρα θα βγει επιτυχώς απ’ το πρόγραμμα το καλοκαίρι του 2018, την υψηλή και βελτιούμενη κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών, που βρίσκεται αρκετά υψηλότερα από τα ελάχιστα απαιτούμενα επίπεδα, τη σημαντική προ-προβλέψεων κερδοφορία (περίπου 4,2 δισ. σε ετησιοποιημένη βάση), που αποτελεί σημαντικό περιθώριο ασφάλειας για δυνητικές μελλοντικές προβλέψεις, το δείκτη κάλυψης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων από προβλέψεις στο 50%, τα οποία ελαττώνονται σύμφωνα με τους επιχειρησιακούς στόχους, νιώθω σήμερα περισσότερο πεπεισμένος ότι οι επιπτώσεις από τις εποπτικές αλλαγές και την άσκηση προσομοίωσης ακραίων συνθηκών (stress test) θα είναι διαχειρίσιμες, χωρίς συστημικές διαταραχές, ιδίως εάν δοθεί ο απαιτούμενος χρόνος στις τράπεζες να μειώσουν αποτελεσματικά τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα και να καλύψουν την όποια επίπτωση στη κεφαλαιακή τους θέση μέσω εσωτερικής δημιουργίας κεφαλαίων και αποτελεσματικής διαχείρισης ενεργητικού».
Στο ίδιο συνέδριο και ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς Xρήστος Μεγάλου τόνισε ότι η κεφαλαιακή θέση των ελληνικών τραπεζών είναι ισχυρή και ενισχύεται περαιτέρω μέσω κινήσεων ενεργούς διαχείρισης των κινδύνων ισολογισμού, ενώ παράλληλα και η ρευστότητα βελτιώνεται, καθώς το εγχώριο τραπεζικό σύστημα ανακτά την πρόσβαση στις αγορές και μειώνει τη χρηματοδότησή του από το ευρωσύστημα. Επισήμανε δε ότι οι προοπτικές των τραπεζών στην Ελλάδα, σε ευθυγράμμιση με την πορεία της οικονομίας, είναι τώρα στο πιο ευνοϊκό σημείο από την έναρξη της κρίσης.
Την αισιοδοξία του για τις προοπτικές του εγχώριου τραπεζικού συστήματος και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει, αλλά και γενικότερα για την οικονομία έχει εκφράσει και ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας Λεωνίδας Φραγκιαδάκης. Σε δηλώσεις του που έχουν δει το φως της δημοσιότητας έχει κάνει λόγο για αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των επιχειρήσεων και των καταναλωτών, βελτιώνοντας τις συνθήκες ρευστότητας και δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για οικονομική ανάκαμψη.
Από την πλευρά του, και ο Δημήτριος Μαντζούνης, διευθύνων σύμβουλος της Alpha Bank, σε αναφορά του έχει επισημάνει ότι το οικονομικό περιβάλλον ενισχύθηκε από ένα ιδιαίτερο ικανοποιητικό έτος για τον τουρισμό, καθώς και από την επιτυχή έκδοση ομολόγων του ελληνικού Δημόσιου τον Ιούλιο.