Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ επανέλαβε σήμερα την πρόθεσή του να επιβάλει αντίποινα στον εμπορικό τομέα, στοχεύοντας την Κίνα και τη Νότια Κορέα, απειλώντας με κυρώσεις το Πεκίνο και υπερασπιζόμενος την αναθεώρηση της εμπορικής συμφωνίας μεταξύ Ουάσινγκτον και Σεούλ.
Ο υπουργός Εμπορίου Γουίλμπορ Ρος υπέβαλε τον Ιανουάριο την έκθεσή του που αφορούσε τις υποτιθέμενες αθέμιτες επιδοτήσεις στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμίνιου από την Κίνα. Διευκρίνισε τότε ότι ο πρόεδρος έχει στη διάθεσή του 90 ημέρες για να αποφασίσει την επιβολή κυρώσεων, χωρίς όμως να αποκαλύψει ποια ήταν τα συμπεράσματα της έρευνας που διεξήγαγαν οι υπηρεσίες του υπουργείου.
Μιλώντας στους δημοσιογράφους σήμερα ο Τραμπ είπε ότι οι αμερικανικές βιομηχανίες του τομέα του χάλυβα και του αλουμίνιου “αποδεκατίστηκαν” από το κινεζικό ντάμπινγκ, αφήνοντας να εννοηθεί ότι είναι ανοιχτή η πιθανότητα επιβολής τελωνειακών κυρώσεων.
Απομένουν ακόμη δύο μήνες μέχρι να διευκρινίσει ο Τραμπ το είδος των κυρώσεων, με βάση τα συμπεράσματα του υπουργείου Εμπορίου.
Όσον αφορά τη Νότια Κορέα, ο Αμερικανός πρόεδρος χαρακτήρισε “καταστροφική” την εμπορική συμφωνία KORUS που υπέγραψαν οι δύο χώρες το 2012. Τον περασμένο Ιούλιο είχε αποφασίσει να την επαναδιαπραγματευτεί, θεωρώντας ότι είναι δυσμενής για τα αμερικανικά εμπορικά συμφέροντα. Και αυτό γιατί οι ΗΠΑ εξάγουν λιγότερα προϊόντα στη Νότια Κορέα αφότου τέθηκε εν ισχύ η συμφωνία.
Το 2017 η Νότια Κορέα ήταν ο έκτος σε μέγεθος εμπορικός εταίρος των ΗΠΑ, μπροστά από τη Βρετανία και τη Γαλλία.
Ο Λευκός Οίκος διαψεύδει τον Τραμπ για τον «ανταποδοτικό φόρο»
Εξάλλου, ο Λευκός Οίκος δεν έχει κάποιο επίσημο σχέδιο για την εφαρμογή ενός “ανταποδοτικού φόρου” σε χώρες, ακόμα και συμμαχικές, που επιβάλλουν δασμούς στα αμερικανικά προϊόντα, υπογράμμισε σήμερα ένας κυβερνητικός αξιωματούχος, αντικρούοντας τις δηλώσεις που έκανε ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ.
Ο πρόεδρος είπε την Δευτέρα ότι οι ΗΠΑ θα έπρεπε “να χρεώνουν τις χώρες”, προσθέτοντας: “Θα επιβάλλουμε έναν ανταποδοτικό φόρο και θα ακούσετε για αυτό κατά τη διάρκεια της εβδομάδας”. Δεν προσδιόρισε ποια θα ήταν η διάρθρωση αυτού του φόρου ή αν εννοούσε ότι οι δασμοί θα αυξηθούν για να εξισωθούν με αυτούς που επιβάλλουν άλλες χώρες.
Σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερς, ο κυβερνητικός αξιωματούχος διευκρίνισε ότι “δεν υπάρχει τίποτα επίσημο αυτή τη στιγμή” και υπονόησε ότι ο Τραμπ απλώς προσπαθούσε να επαναλάβει την πάγια θέση του περί αμοιβαίων φόρων.
Νωρίτερα, η γερμανική ένωση βιομηχανικών BDI προειδοποίησε ότι οι ΗΠΑ διακινδυνεύουν να προκαλέσουν μια “επικίνδυνη κλιμάκωση” αν προχωρήσουν στο σχέδιο αυτό του Τραμπ να επιβάλουν νέους φόρους ή δασμούς στα εισαγόμενα προϊόντα.
“Αν οι ΗΠΑ θέσουν τελωνειακούς φραγμούς, αυτό θα οδηγούσε σε μια επικίνδυνη κλιμάκωση. Αντί να σκεφτόμαστε την επιβολή ποινών και νέων εμπορικών φραγμών, θα έπρεπε να επεκτείνουμε περαιτέρω το διατλαντικό εμπόριο και τις επενδυτικές σχέσεις μας”, ανέφερε ο πρόεδρος της BDI Ντίτερ Κεμπφ, σημειώνοντας ότι οι ΗΠΑ είναι η σημαντικότερη αγορά για τα γερμανικά προϊόντα, μετά τις άλλες χώρες της ΕΕ, και ο τέταρτος μεγαλύτερος εταίρος της όσον αφορά τις εισαγωγές.
Εξάλλου, ο επικεφαλής της γερμανικής ομοσπονδίας εμπορίου BGA, Χόλγκερ Μπίνγκμαν, προειδοποίησε ότι “η αποχώρηση των ΗΠΑ από τις συμφωνίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου θα ήταν σαν να παίζουν με τη φωτιά, επειδή αυτό θα άνοιγε τον δρόμο για την αυθαίρετη αντιμετώπιση των αμερικανικών προϊοντων και υπηρεσιών από τις άλλες χώρες.
“Αυτό δεν μπορεί να είναι προς το συμφέρον των αμερικανικών εταιρειών”, τόνισε. Αντιθέτως, πρότεινε ότι αντί για την επιβολή μονομερών μέτρων η κυβέρνηση Τραμπ θα ήταν προτιμότερο να επιδιώξει μια εμπορική συμφωνία με την ΕΕ.