«Μία συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο δεν είναι μόνο εφικτή σύντομα, αλλά και απαραίτητη, ώστε να περιοριστούν τα ρίσκα που συνδέονται με την καθυστέρηση και να μην χαθούν τα περσινά καλά δημοσιονομικά αποτελέσματα», δήλωσε την Τρίτη 4 Απριλίου 2017 ο επίτροπος Νομισματικών υποθέσεων της ΕΕ, Πιέρ Μοσκοβισί.
Ειδικότερα, στις προσπάθειες της Ελλάδας ώστε να επιτύχει τη δημοσιονομική της εξυγίανση και στην επιτυχημένη έως τώρα πορεία της, επικέντρωσε τόσο ο Επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων, όσο και η πλειονότητα των ευρωβουλευτών που πήραν το λόγο κατά την ειδική συζήτηση για την πορεία της δεύτερης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος στην Ολομέλεια της Ευρωβουλής στο Στρασβούργο.
«Η Ελλάδα το αξίζει, οι αρχές της χώρας, η κυβέρνηση, το Κοινοβούλιο έχουν πραγματοποιήσει σημαντικές προόδους από την έναρξη του σημερινού προγράμματος και όσα επιτεύχθηκαν τους τελευταίους 18 μήνες θα πρέπει να υποστηριχθούν θα ενισχυθούν για επιτύχουμε αυτό που χρειάζεται η χώρα, η ευρωζώνη, δηλαδή μία ανάκαμψη διαρκής», τόνισε ο Γάλλος επίτροπος σημειώνοντας ότι «θα πρέπει να θέσουμε τέλος σε αυτή την αβεβαιότητα (του κλεισίματος της αξιολόγησης) που είναι επιζήμια και να δημιουργήσουμε επιτέλους έναν κύκλο βιώσιμης και αειφόρου ανάπτυξης».
«Η Κομισιόν -πρόσθεσε ο κ. Π.Μοσκοβισί- παραμένει στο ρόλο ενός έντιμου διαμεσολαβητή ώστε να καταλήξουμε σε μία συμφωνία που να είναι δίκαιη ισορροπημένη και θέλουμε αυτό να γίνει σύντομα», πρόσθεσε ο κ Π. Μοσκοβισί και άρχισε να απαριθμεί του λόγους που κάτι τέτοιο είναι εφικτό.
Επειδή «οι δημοσιονομικοί στόχοι έχουν πραγματοποιηθεί και το πλεόνασμα του 2016 είναι 0,5%, δηλαδή, ξεπέρασε το στόχο του προγράμματος βάση των αποτελεσμάτων του τέλους Απριλίου», αλλά, όπως διευκρίνισε, «περιμένουμε να είναι πάνω από το 3% αργότερα».
Μίλησε για πλεόνασμα 3,5% το 2018 και όπως εξήγησε «τα αποτελέσματα αυτά δεν θα πέσουν από τον ουρανό αλλά θα είναι ο καρπός μιας δημοσιονομικής εξυγίανσης με παραμετρικά μέτρα το 2015, 2016 με απόδοση δημοσιονομική πάρα πολύ σημαντική, 4,5% του ΑΕΠ». Και αναρωτήθηκε «Ποιά ευρωπαϊκή χώρα γνώρισε μία τέτοια δημοσιονομική προσαρμογή» για να προσθέσει ότι «αυτές οι προσπάθειες, όποιες κι αν είναι οι πολιτικές προτιμήσεις και η Κομισιόν δεν έχει προτίμηση πολιτική, δεν θα πρέπει να ξεχνιούνται και αυτά τα επιτεύγματα θα πρέπει να εμβαθυνθούν και να συνεχιστούν».
Ο κ. Μοσκοβισί απαρίθμησε μία σειρά από μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει στην Ελλάδα (για πρώτη φορά έχει δημιουργηθεί εθνικό δίκτυο κοινωνικής ασφάλισης, δίκτυο για να μπορέσει να αυξήσει την είσπραξη των εσόδων το σύστημα διακανονισμού των «κόκκινων δανείων» κλπ) σημειώνοντας ότι έχει επιτευχθεί «σημαντική πρόοδο» στο θέμα των ιδιωτικοποιήσεων. «Ενθαρρύνω τις ελληνικές αρχές να διατηρήσουν αυτήν την ώθηση που είναι σημαντική για να μπορέσουνε να προσελκύσουνε ιδιωτικές επενδύσεις που χρειάζεται η Ελλάδα», είπε χαρακτηριστικά
Όλα αυτά είναι ένα μικρό μέρος των περίπου 200 μέτρων που λήφθηκαν από την αρχή του προγράμματος του 2015, όπως διευκρίνισε ο Γάλλος επίτροπος.
Οι πρώτοι μήνες τώρα του 2017 αφιερώθηκαν στη διαπραγμάτευση δύο κρίσιμων σημείων, σύμφωνα με τον κ. Π. Μοσκοβισί με το σημαντικότερο που εκκρεμεί να είναι η μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας. «Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι προσηλωμένη στο ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο και υποστηρίζει τις συλλογικές διαπραγματεύσεις που θα είναι αποτελεσματικές και δίκαιες», σημείωσε ο Γάλλος επίτροπος προσθέτοντας ότι «η Ελλάδα θα πρέπει να τηρήσει τις βέλτιστες πρακτικές όπως τις ομαδικές απολύσεις και των συνδικάτων.
Δεύτερο θέμα αυτής της διαπραγμάτευσης είναι η ενεργειακή αγορά. «Είναι σημαντικό να αυξηθεί ο ανταγωνισμός στον τομέα αυτό λαμβάνοντας υπόψη τους ευρωπαϊκούς κανόνες για μία αγορά πιο ανταγωνιστική, πιο αποτελεσματική, πιο αποδοτική κάτι που είναι προς όφελος όλων των καταναλωτών», είπε, μεταξύ άλλων, ο κ.Π.Μοσκοβισί για να προσθέσει: «Νομίζω ότι εδώ με κάποιες τεχνικές προσαρμογές θα πρέπει να μπορέσουμε να συμφωνήσουμε σύντομα για τα στοιχεία μεταρρύθμισης στον τομέα αυτό που θα είναι επωφελή για όλους και πρώτα απ’ όλα για τους φίλους Έλληνες».
Ο Γάλλος επίτροπος αναφέρθηκε και στις συζητήσεις για το νέο δημοσιονομικό πακέτο που «θα επέτρεπε στο Δ.Ν.Τ να συμμετάσχει στο πρόγραμμα». Συμμετοχή που, όπως χαρακτηριστικά είπε «για πολλούς από εσάς εδώ (εννοώντας τους ευρωβουλευτές), και για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και για τα κράτη μέλη είναι μία εγγύηση ασφάλειας, ένας όρος απαραίτητος. Τώρα συζητάμε για το τι θα γίνει μετά το 2018 -συνέχισε- χωρίς να ζητάμε μία πραγματική προσπάθεια πρωτογενή διότι αυτό δεν θα είναι ούτε βιώσιμο, ούτε πραγματικό.
Ο Γάλλος επίτροπος ενημέρωσε την Ευρωβουλή ότι «το πακέτο περιλαμβάνει μέτρα για την ορθολογιστικοποίηση των δαπανών» και εξήγησε:
«Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή -και εγώ προσωπικά- χαιρόμαστε για τις προόδους που πραγματοποιήθηκαν έως τώρα ακόμα και για θέματα τα οποία είναι προαπαιτούμενα για τη συμμετοχή του Δ.Ν.Τ . Ήδη έχουμε διανύσει έναν μεγάλο δρόμο από την εντολή που δόθηκε στην Ευρωομάδα, στα τέλη Φεβρουαρίου, και θα μπορέσουμε στη Βαλέτα να σταθμίσουμε την κατάσταση … Ελπίζω ότι εκεί θα έχουμε μία καλή συνεδρίαση που θα μας επιτρέψει να δούμε πόσο μπορούμε να έχουμε ένα συμπέρασμα ευνοϊκό. Βεβαίως, μία τεχνική συμφωνία σε επίπεδο θεσμών, πριν και μετά μία πολιτική συμφωνία δεν είναι μόνο κάτι εφικτό αλλά μία απαραίτητη ανάγκη για να περιορίσουμε τις δυσκολίες της καθυστέρησης και για να έχουμε ευνοϊκό δημοσιονομικό αποτέλεσμα.
«Αλλά αυτό απαιτεί μία πραγματική δέσμευση και μία βούληση να καταλήξουμε από πλευρά όλων, όλων επιμένω. Για να έχουμε μία συμφωνία βεβαίως είναι κάτι δύσκολο έχουμε πλήρη συνείδηση ότι υπάρχουν δυσκολίες για την Ελλάδα και βασιζόμαστε στην εποικοδομητική στάση των άλλων θεσμών, των ενδιαφερομένων . Και μπορώ να το πω εδώ ότι θα πρέπει και το Δ.Ν.Τ, που συμμετείχε θετικά σε όλες τις απόψεις τις διαπραγμάτευσης από τη δημιουργία του προγράμματος από το 2015, να παίξει το ρόλο του για να συζητήσουμε το θέμα της Ελλάδας».
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με τον Γάλλο επίτροπο, «θα συνεχίσει τις συζητήσεις μεταξύ όλων των εταίρων και να ευνοεί μία σύντομη κατάληξη της αξιολόγησης. Και θα εξακολουθήσει επίσης να ενθαρρύνει όλες τις προσπάθειες προς την κατεύθυνση ενός χρέους που θα είναι πιο βιώσιμο. Βεβαίως θα πρέπει να υπάρχουν πιο ρεαλιστικά αποτελέσματα πλεονασμάτων. Δεν μπορούμε επί χρόνια να ζητάμε πρωτογενή πλεονάσματα που θα είναι πολύ υψηλά, αν θέλουμε να ξαναέχουμε ανάπτυξη στη χώρα και απασχόληση. Διαφορετικά οι αγορές δεν θα είναι διατεθειμένες να δανείσουνε με επιτόκιο λογικό. Και η Ελλάδα θα συνεχίσει να στηρίζεται στην ξένη βοήθεια».
Και κατέληξε λέγοντας ότι «αυτή η κατανομή των επιβαρύνσεων μεταξύ της Ελλάδας και της Ευρωομάδας είναι κάτι το σημαντικό – τονίζω λοιπόν και τις προόδους που έγιναν – βεβαίως πρέπει να γίνουν μερικές ακόμα προσπάθειες για να μπορέσει να καταλήξει η αξιολόγηση. Για μας και για μένα προσωπικά δεν είναι κάτι μόνο ευκταίο αλλά είναι και κάτι εφικτό και απαραίτητο για την ζώνη του ευρώ, για τη νομισματική ένωση, για την Ελλάδα, για το λαό της Ελλάδας που υπέφερε πολύ από την κρίση και θα πρέπει να δείτε το φως σε αυτό το μακρύ τούνελ της λιτότητας για να ξαναβρεί το δρόμο της ανάπτυξης και της απασχόλησης».