Η χώρα μας κατατάσσεται στις πρώτες θέσεις μεταξύ των ξένων επενδυτών στη Ρουμανία και το 2017 βρέθηκε στην 18η θέση ως πελάτης ρουμανικών προϊόντων και στην 20η θέση ως προμηθεύτρια χώρα της Ρουμανίας, σύμφωνα με το έγγραφο του γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της πρεσβείας μας στο Βουκουρέστι.
Εντός του 2017 ιδρύθηκαν 410 νέες εταιρίες ελληνικών συμφερόντων στη Ρουμανία. Στις 31-12-2017 ήταν εγγεγραμμένες 6.988 εταιρείες ελληνικών συμφερόντων, έναντι 6.578 στις 31-12-2016.
Με στοιχεία που έχει συγκεντρώσει το γραφείο ΟΕΥ, οι ενεργές επιχειρήσεις ελληνικών συμφερόντων -με ελληνική συμμετοχή στο μετοχικό τους κεφάλαιο τουλάχιστον 20%- ανέρχονταν στα τέλη του 2017 σε 1.300 περίπου. Το ελληνικό επενδυμένο κεφάλαιο υπερέβαινε στις 31.12.2017 τα 1,81 δισ. ευρώ έναντι 1,82 δισ. ευρώ στις 31.12.2016. Το ελληνικό μερίδιο στις συνολικές άμεσες ξένες επενδύσεις ανερχόταν σε 4,18%. Η Ελλάδα κατατάσσεται στην 7η θέση μεταξύ των χωρών προέλευσης ξένων άμεσων επενδύσεων (μετά την Ολλανδία, Αυστρία, Γερμανία, Κύπρο, Γαλλία και Ισπανία).
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας της Ρουμανίας (BNR), που ακολουθεί διαφορετική μεθοδολογία, η αξία των ελληνικών επενδύσεων ανήλθε στις 31.12.2015 σε 1,747 δισ. ευρώ έναντι 1,644 δισ. ευρώ στις 31.12.2014, αντιπροσωπεύοντας το 2,7% των συνολικών ΑΞΕ ενώ η χώρα μας καταλαμβάνει την 9η θέση στην κατάταξη των χωρών προέλευσης των επενδύσεων.
Το Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων εκτιμά ότι η αξία των ελληνικών επενδύσεων στη Ρουμανία – εάν σε αυτές συνυπολογισθούν και οι επενδύσεις των θυγατρικών των ελληνικών οίκων που εδρεύουν σε τρίτες χώρες (πχ. στην Κύπρο, Ολλανδία και αλλού) – αγγίζει και ενδεχομένως υπερβαίνει τα 4 δισ. ευρώ, κατατάσσοντας τη χώρα μας στην 5η ή 6η θέση μεταξύ των ξένων επενδυτών.
Οι ελληνικές επενδύσεις καλύπτουν ένα ευρύτατο φάσμα οικονομικών δραστηριοτήτων και είναι ιδιαίτερα ορατές στον τομέα παραγωγής τροφίμων και ποτών (Chipita, Olympos Dairy, Ifantis, KB Karamolegos, Best foods, Coca-Cola HBC, Alexandrion Group, Valvis Holding κ.ά.), καθώς και στον τραπεζικό τομέα (Alpha Bank, Banca Romaneasca, Bancpost, Piraeus Bank). Σύμφωνα με την ανακοίνωση τριών ελληνικών Τραπεζών, της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος, της Eurobank και Τράπεζας Πειραιώς το 2017 ελήφθησαν από τα ΔΣ των ως άνω τραπεζών οι σχετικές αποφάσεις πώλησης των θυγατρικών τους στην Ρουμανία. Έτσι συνήφθη συμφωνία της Εθνικής με την ουγγρικών συμφερόντων τράπεζα OTP Bank για την απόκτηση της Βanca Romaneasca, συμφωνία της Εθνικής και της Banca Translilvania για την απόκτηση της Bancpost, Piraeus Bank, και, τέλος, της Πειραιώς με το αμερικανικό Fund J.C. Flowers αντίστοιχα για την πώληση της Piraeus Bank Romania S.A. Επιπλέον, σημαντικό είναι να αναφερθεί ότι η Κεντρική Τράπεζα Ρουμανίας έχει εγκρίνει την ολοκλήρωση της εξαγοράς της Marfin Bank Romania από τραπεζικό όμιλο συμφερόντων οικογένειας Βαρδινογιάννη. Μέχρι σήμερα έγκριση από την Κεντρική Τράπεζα έχει λάβει και η Banca Translilvania για την Bancpost, ενώ δεν έδωσε η Κεντρική Τράπεζα την έγκρισή της για την εξαγορά της Banca Romaneasca από την ουγγρική ΟΤΡ.
Αναφορικά με τις λοιπές επενδύσεις, σημαντική επίσης είναι η ελληνική επενδυτική παρουσία στους τομείς: χονδρεμπορίου – λιανεμπορίου και δικτύων διανομής (Genco Trade, Elgeka Ferfelis, Sarantis group, Jumbo κ.α.), παραγωγής προϊόντων από σιδηρούχα και μη σιδηρούχα μέταλλα (ICME-ECAB, Alumil, Etem, Siderom κ.α.), δομικών υλικών (Black Sea Suppliers, Isomat, Atlas Corporation κ.α.), υπηρεσιών υγείας και ιατρικών μηχανημάτων (Medsana, Sofmedica, Euromedics, Genocyte, Imedica κ.α.) γεωργικών εκμεταλλεύσεων και κτηνοτροφίας (FATROM, ΜΙΝCO κ.α.), καθώς και στον τομέα παροχής υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις και συμβούλων (ICAP, EY, TPG Group, νομικά γραφεία Rokas, E. Navridis, Drakopoulos, κ.α.). Οι ελληνικές κατασκευαστικές εταιρείες, με επενδύσεις και στην κτηματαγορά, διατηρούν στο Βουκουρέστι ιδιόκτητο εξειδικευμένο τεχνικό εξοπλισμό και συμμετέχουν στους μειοδοτικούς διαγωνισμούς μεγάλων έργων υποδομής που προκηρύσσει το Ρουμανικό Δημόσιο (Aktor, Octagon κ.α). Οι ρουμανικοί οίκοι με ελληνική συμμετοχή στο κεφάλαιό τους, απασχολούν περί τους 20.000 εργαζομένους. Νέες επενδύσεις τα τελευταία έτη και το 2016 πραγματοποιήθηκαν στους τομείς: γεωργικών εκμεταλλεύσεων και κτηνοτροφίας (Fatrom κ.α), δημιουργίας μονάδων παραγωγής και συσκευασίας τροφίμων (π.χ. γαλακτοκομικά προϊόντα, συσκευασία ξηρών φρούτων κλπ), δημιουργίας υποδομών αναψυχής (Divertiland). Υφιστάμενες εταιρείες συνέχισαν τα επενδυτικά τους σχέδια το 2016 και 2017, επενδύοντας σημαντικά ποσά στην επέκταση των παραγωγικών τους εγκαταστάσεων (Coca Cola HBC, FATROM, JUMBO κ.ά.), ενώ δόθηκαν παραγγελίες ναυπήγησης ελληνόκτητων πλοίων στην Κωστάντζα.
Ρουμανικές επενδύσεις στον κόσμο και στην Ελλάδα
Το ρουμανικό επενδεδυμένο κεφάλαιο στο εξωτερικό είναι μικρό. Από το 2005 έως τον Απρίλιο 2017, η αξία των ρουμανικών άμεσων επενδύσεων έφθασε τα 369,72 εκ. ευρώ. Οι ρουμανικές επενδύσεις στην Ελλάδα είναι προς το παρόν αμελητέες. Ωστόσο, αυξημένο είναι το ενδιαφέρον για επενδύσεις, σχετικώς μικρής κλίμακας, στον τουριστικό τομέα και την κτηματαγορά, μέσω της αγοράς μικρών τουριστικών μονάδων ή μεμονωμένων ακινήτων για ίδια χρήση.
Διμερείς εμπορικές ανταλλαγές Ελλάδας και Ρουμανίας
Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, το διμερές εμπόριο Ελλάδος – Ρουμανίας, το 2017, ανήλθε σε 1,766 δισ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση της τάξης του 14,77%, σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Οι ελληνικές εξαγωγές προς την Ρουμανία σημείωσαν αξιόλογη αύξηση κατά 13,31% και ανήλθαν σε 871,43 εκατ. ευρώ, ενώ οι εισαγωγές από την Ρουμανία αυξήθηκαν κατά 16,22% και έφθασαν τα 894,81 εκατ. ευρώ.
Ο συνολικός όγκος του διμερούς εμπορίου σημείωσε αύξηση κατά 14,77%, σε σχέση με το προηγούμενο έτος και ανήλθε σε 1,766 δισ. ευρώ, ενώ το εμπορικό ισοζύγιο είναι ελαφρώς ελλειμματικό για την χώρα μας ύψους 23,38 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω του μεγάλου μεριδίου των εισαγωγών προϊόντων ενέργειας, που καταλαμβάνουν περίπου το 21,75% και οι οποίες αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 1/4 του συνόλου των εξαγωγών της Ρουμανίας. Εάν εξαιρεθούν τα εν λόγω προϊόντα, το εμπορικό ισοζύγιο είναι σαφώς θετικό για την χώρα μας κατά 159,3 εκατ. ευρώ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σημαντικές παράμετροι που οδήγησαν στην αύξηση των ελληνικών εξαγωγών είναι η θετική μεταβολή του ΑΕΠ της ρουμανικής οικονομίας τα τελευταία έτη, η αύξηση του μέσου όρου των αποδοχών των Ρουμάνων, καθώς και η μείωση του συντελεστή ΦΠΑ στα τρόφιμα από 24% σε 9% από 1.6.2015 και στα λοιπά προϊόντα από 24% σε 20% (από 1.1.2016) και τώρα 19% (από 1.1.2017). Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ξεπεράσθηκαν σταδιακά οι αρνητικές συνέπειες που είχε από το 2009 η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση στο διμερές εμπόριο.
Εξετάζοντας το διμερές εμπόριο Ελλάδος – Ρουμανίας, μη συμπεριλαμβανομένων των πετρελαιοειδών, παρατηρείται αύξηση του όγκου εμπορίου κατά +14,77%, φθάνοντας τα 1,559 δισ. ευρώ, έναντι 1,374 δισ. ευρώ το 2016, εκ των οποίων οι ελληνικές εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 13.7% φθάνοντας τα 859 εκατ. ευρώ και οι ελληνικές εισαγωγές προελεύσεως Ρουμανίας ανήλθαν σε 700 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 13,4%.
Επιπλέον, το διμερές εμπόριο, εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών, παρουσίασε εμπορικό πλεόνασμα για την Ελλάδα ύψους 159,4 εκατ. ευρώ, δεδομένου ότι οι εισαγωγές της χώρας μας από την Ρουμανία κατά 1/4 περίπου αποτελούν κυρίως εισαγωγές πετρελαιοειδών. Αξίζει να σημειωθεί ότι σημαντικές παράμετροι που οδήγησαν στην αύξηση των ελληνικών εξαγωγών είναι η θετική μεταβολή του ΑΕΠ της ρουμανικής οικονομίας τα τελευταία έτη, η αύξηση του μέσου όρου των αποδοχών των Ρουμάνων, καθώς και η μείωση του συντελεστή ΦΠΑ στα τρόφιμα από 24% σε 9% από 1.6.2015 και στα λοιπά προϊόντα από 24% σε 20% (από 1.1.2016) και τώρα 19% (από 1.1.2017). Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ξεπεράσθηκαν σταδιακά οι αρνητικές επιπτώσεις που είχε από το 2009 η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση στο διμερές εμπόριο. Τέλος, συγκρίνοντας τα στατιστικά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και του Εθνικού Ινστιτούτου Στατιστικής της Ρουμανίας (INS), παρατηρείται κάποια απόκλιση, η οποία έγκειται στο γεγονός ότι στα παραστατικά που συνοδεύουν τα εμπορεύματα δεν αναφέρεται υποχρεωτικά η χώρα προέλευσης, αλλά γίνεται γενική αναφορά σε χώρες Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με τα ανωτέρω στοιχεία, ο όγκος εμπορίου κινήθηκε το 2016 στα 1,56 δισ. ευρώ. Το εμπορικό ισοζύγιο βάσει στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ ήταν ελαφρώς ελλειμματικό για τη χώρα μας, ήτοι 1,2 εκ. ευρώ, ενώ βάσει στοιχείων του INS πλεονασματικό κατά 22,85 εκ. ευρώ.
Η αύξηση των ελληνικών εξαγωγών κατά +13,31% οφείλεται κυρίως στην αύξηση των εξαγωγών των ακόλουθων κατηγοριών:
α) 72.14 και 72.13 Ράβδοι και χοντρόσυρμα από σίδηρο: αύξηση 100,69% και 68,79% αντιστοίχως
β) 27.13 Οπτάνθρακας και άσφαλτος από πετρέλαιο: αύξηση κατά 307%
γ) 31.05 Λιπάσματα ορυκτά ή χημικά: αύξηση κατά 136,36%
δ) 39.07 Πολυακετάλες, πολυαιθέρες και ρητίνες σε αρχική μορφή: αύξηση κατά 93,73%
ε) 27.10 Πετρελαιοειδή: αύξηση κατά 81,16%
στ) 08.03 μπανάνες : αύξηση κατά 64,41%
ζ) 95.03 Παιχνίδια: συνεχίζουν να καταγράφουν αύξηση 52,24% η) 30.04 Φάρμακα: αύξηση κατά 51,12%
θ)03.02 Ψάρια: αύξηση κατά 27,75% ι)74.08 Σύρματα χαλκού: αύξηση κατά 28,57%
κ)76.06 & 76.04, Ελάσματα και ράβδοι – Φύλλα Αλουμινίου : αύξηση κατά 20,51% και 19,72% αντίστοιχα
λ) 39.03 Πολυμερή του στυρολίου: αύξηση κατά 22,19%